Αποστολέας Θέμα: Ο Βασιλιάς των Μπλουζ του Δέλτα....  (Αναγνώστηκε 1484 φορές)

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Ο Βασιλιάς των Μπλουζ του Δέλτα....
« στις: Τετ 12 Αύγ 2015 17:19 »
.....Ρόμπερτ Τζόνσον

Σαν σήμερα εν έτει 1911 γεννιέται σε οικογένεια μαύρων δούλων του Αμερικανικού Νότου, ο Ρόμπερτ Λίροϊ Τζόνσον, μια από τις πιο εμβληματικές μορφές των μπλουζ. Στις δεκαετίες που πέρασαν μετά τον θάνατό του, τα 29 τραγούδια που άφησε πίσω του στάθηκαν αρκετά για να στιγματίσουν τους μεγαλύτερους κιθαρίστες του μπλουζ και του ροκ και να τον χρήσουν King of The Delta Blues Singers και πατέρα του ύφους που επικράτησε σε αυτή τη μουσική.

Ξεκινώντας τη ζωή του στο Χέιζελχερστ του Μισισιπή και τις μνήμες του εμφυλίου ακόμα νωπές (1861-1865), ο Τζόνσον αρχικά ακολούθησε την μοίρα όλων των μαύρων του Νότου, δουλεύοντας στις απέραντες βαμβακοφυτείες που τότε αποτελούσαν κινητήριο μοχλό της αμερικανικής οικονομίας που εκβιομηχανιζόταν και ανπτυσσόταν στην καπιταλιστική υπερδύναμη που τώρα ξέρουμε. Τα παιδικά χρόνια ήταν δύσκολα για τον Τζόνσον που εκτός της βαριάς δουλειάς στο βαμβάκι είχε να συμφιλιωθεί και με τις συνεχείς μετακινήσεις μέσα στο Μισισιπή και το Αρκάνσας αφού ακολουθούσε την μητέρα του στα σπίτια διάφορων εραστών της που τους φιλοξενούσαν ανά περιόδους.

Η συνεχής περιπλάνηση θα γίνει βίωμά του από πολύ μικρή ηλικία και σε συνδυασμό με τις ανύπρκτες τότε υποδομές εκπαίδευσης θα τον κρατήσουν μακριά από το σχολείο και την επίσημη μόρφωση. Σε ηλικία περίπου 18 χρονών θα αγγίξει για πρώτη φορά κιθάρα. Έχοντας την τύχη να γνωρίσει μεγάλους μουσικούς της εποχής του σαν τον Σον Χάουζ, τον Τσάρλι Πάτον και τον Γουίλι Μπράουν θα μπεί γρήγορα στο χώρο και θα προσπαθήσει να ζήσει παίζοντας μουσική σε διάφορα μαγαζιά του Δέλτα του Μισισιπή. Το Φεβρουάριο του 1929 και λίγο πρίν η Αμερική βυθιστεί από το Κραχ, ο Τζόνσον θα παντρευτεί μια 15χρονη κοπέλα. Προς μεγάλο προσωπικό κόστος, ο Τζόνσον θα χάσει την γυναίκα του πάνω στη γέννα μαζί με το μωρό τους.

Προσπαθώντας να ξεφύγει από την τραγωδία του, ξεκινάει μια περιοδεία που θα του δώσει την ευκαιρία να δοκιμάσει μα και να βελτιώσει τις ικανότητές του στην κιθάρα. Το 1931 επιστρέφει στη γεννέτειρά του, Χέιζελχερστ με σκοπό την μόνιμη εγκατάσταση στην περιοχή. Γι' αυτό το λόγο θα διαλέξει να ξαναπαντρευτεί και μάλιστα με μια διαζευγμένη μητέρα δύο παιδιών. Με τις αυξημένες οικονομικές ανάγκες και την Μεγάλη Ύφεση να συρρικνώνει την οικονομία, ο Τζόνσον θα αναγκαστεί, για τελευταία φορά στη ζωή του να γυρίσει για μεροκάματο στις βαμβακοφυτείες.

Αυτή η στροφή προς την ήρεμη ζωή είναι που θα τον κάνει σίγουρο ότι δεν ήταν φτιαγμένος για αυτά. Καθόλου τυχαία λοιπόν, σε ηλικία 21 ετών θα ξεκινήσει να εκφράζει τα συναισθήματά του γράφοντας τραγούδια. Τα τραγουδάει έξω από τα δικαστήρια το πρωί και σε μπαρ το βράδυ. Τον θυμούνται να κρατάει χαρακτηριστικά τον ρυθμό με το πόδι και να σείεται ολόκληρος όσο τραγουδούσε. Αν δεν έπαιζε, θα χόρευε στο ρυθμό με το λιγνό και ευκίνητο κορμί του. Μικροκαμωμένος, με εφηβικά χαρακτηριστικά θα ξεκινήσει να γίνεται και περιζήτητος από τις γυναίκες.

Νιώθωντας πως δεν τον χωρά η πόλη του, θα πάρει την δεύτερη γυναίκα του και θα ξαναφύγει για να περιοδεύσει στο Δέλτα του Μισισιπή. Παρόλα αυτά, σύντομα θα ξαναμείνει μόνος του αφού κι αυτή θα τον παρατήσει, μην μπορώντας να ακολουθήσει το νομαδικό στυλ ζωής του. Απτόητος, ο Τζόνσον θα "ορκιστεί" εργένης και νομάς και θα συνεχίσει με ακόμα μεγαλύτερη προσήλωση την περιπλάνησή του στα μπλουζ μονοπάτια του Δέλτα.

Το ταξίδι και η μοναξιά θα γίνουν οι σταθερές της ζωής του, τις οποίες και ρομαντικοποιεί στα τραγούδια του μέχρι το θάνατό του το 1938. Παρόλα αυτά, η ένταση της ερμηνείας του, παντρεύοντας τους άμεσους στίχους του με έναν εντυπωσιακό τρόπο παιξίματος θα κάνει την απειροελάχιστη ηχογραφημένη κληρονομιά του τόσο δυνατή και διαχρονική όσο λίγες.

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930 η φήμη του στον ευρύτερο Νότο είχε φτάσει σε ύψη που τον έκαναν περιζήτητο σε γιορτές, μπαρ και άλλες εκδηλώσεις. Έτσι, για καλή μας τύχη, ένας άγνωστος άντρας ονόματι Έρνι Όρτλ θα πλησιάσει τον Τζόνσον τον Νοέμβριο του 1936 και θα τον πάει για μια ηχογράφηση στο Σαν Αντόνιο του Τέξας. Παρενθετικά, ας σημειωθεί πως τότε οι εταιρείς ηχογραφήσεων έκαναν τη πρώτη τους εμφάνιση.

Τα μειωμένα κόστη παραγωγής δίσκων αλλά και οι ενέσεις ρευστότητας του New Deal που εφάρμοζε ο Ρούσβελτ είχαν ξεκινήσει να αποκαθιστούν την αγοραστική δύναμη του μέσου νοικοκυριού. Οι αγοραστές δίσκων βινυλίου ήταν ένα οικονομικά υπολογίσιμο μέγεθος κι έτσι οι ηχογραφήσεις ήταν κοινή πρακτική για πολλούς νέους τραγουδιστές που τότε δεν αποσκοπούσαν τόσο στα κέρδη από τις πωλήσεις αλλά στην διάδοση του ονόματός τους. Για τον Ρόμπερτ Τζόνσον, ο απολογισμός ήταν: 29 συνθέσεις και 42 εγγραφές, μόνο.

Εν τω μεταξύ, ο Βορράς των λευκών έχει αρχίσει να διευρύνει τα ακούσματά του και είναι έτοιμος να υποδεχτεί τον Τζόνσον για μια περιοδεία που θα κρατήσει αρκετούς μήνες. Τώρα παίζει μόνο τα μπλουζ αφού αυτά ζητούν με πείσμα οι λευκοί μάνατζερ και θαμώνες των μπαρ. Η βαβούρα του Βορρά δεν θα κερδίσει τον Τζόνσον οπότε και θα πάρει την απόφαση να κατηφορίσει προς τον Νότο, στο φυσικό περιβάλλον των τραγουδιών του. Εκεί όπου η μοναξιά, οι φόβοι και οι κακουχίες ενός Αφρο-αμερικάνου που ζει τις πραγματικότητες του Νότου και του Κραχ θα μετατραπούν σε ένα κεφάλαιο που θα διαμόρφωνε την σύγχρονη μουσική, έτσι όπως την γνωρίζουμε.

Η αύρα της μουσικής του θα ενισχυθεί από το γεγονός ότι ελάχιστα στοιχεία είναι διαθέσιμα για την προσωπική ζωή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι το 1986 δεν έιχε έρθει στο φως ούτε καν μία φωτογραφία του. Ακόμα και σήμερα, μόνο δύο έχουν βρεθεί μετά από εθελοντική έρευνα ενός θαυμαστή της μουσικής του. Οι μύθοι για την ζωή του πολλοί: το χωριατόπαιδο που μετατράπηκε σε γόη, το πούλημα της ψυχής του στο διάβολο για να μάθει κιθάρα, ο δηλητηριασμός του από ερωτικό αντίζηλο και ο θάνατός του τρεις μέρες μετά, ενώ ο θρυλικός κυνηγός ταλέντων της εποχής Τζον Χάμοντ τον έψαχνε για συναυλία στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης.

Τόσο ανεξήγητα δυναμικό ήταν το ταλέντο του Τζόνσον που μόνο στη σφαίρα του μυθικού μπορούσε να κατανοηθεί από τους συγχρόνους του. Τα μακριά του δάχτυλα, το μοναδικό του παίξιμο και η επιμελής φύλαξη των μυστικών του -λέγεται ότι ακόμα κι όταν κούρδιζε την κιθάρα του γύριζε πλάτη στο κοινό- αλλά και το πάθος του για τις γήινες απολάυσεις διαμόρφωσαν το προφίλ ενός ανθρώπου που μόνο από τον ίδιο τον δίαβολο θα μπορούσε να έχει πάρει τόσο ταλέντο δίνωντας για αντάλλαγμα την ψυχή του.

“Cross Road Blues”, “Love In Vain”, “Hellhound On My Trail”, “I Believe I'll Dust My Broom”, “Walking Blues” και “Sweet Home Chicago” είναι μερικά από τα πιο κλασσικά μπλουζ κομμάτια που άφησε κληρονομιά στη σύγχρονη δυτική μουσική. "Θέλετε να ξέρετε πόσο καλά μπορεί να γίνει το μπλουζ;" είχε αναρωτηθεί κάποτε ο Κιθ Ρίτσαρντς για να πεί "Λοιπόν, αυτό είναι". Ίσως όμως τα λόγια ενός άλλου μεγάλου εραστή της κιθάρας, του Έρικ Κλάπτον, να λένε την ίδια αλήθεια πιο απλά: "Δεν έχω βρει τίποτα πιο βαθιά εκφραστικό από τον Ρόμπερτ Τζόνσον."

Robert Leroy Johnson (8 Μαΐου 1911 - 16 Αυγούστου 1938)


http://tvxs.gr/news/san-simera/san-simera-gennietai-o-basilias-ton-mployz-toy-delta-rompert-tzonson

Robert Johnson- Crossroad

Ο Ρόμπερτ Τζόνσον (Robert Leroy Johnson) ήταν κιθαρίστας του μπλουζ.
Γεννήθηκε στις 8 Μαΐου του 1911 στο Χέιζελχαρστ του Μισισιπή και μεγάλωσε σε μια χωρισμένη οικογένεια, γυρνώντας από τόπο σε τόπο.
Μεγαλώνοντας ακολούθησε τη μοίρα κάθε φτωχού μαύρου της εποχής, δουλεύοντας από μικρός στα απέραντα χωράφια του αμερικάνικου Νότου.
Σε μικρή ηλικία γνώρισε μεγάλους μπλουζίστες της εποχής, όπως ο Σον Χάουζ, ο Τσάρλι Πάτον και ο Γουΐλι Μπράουν και άρχισε να ασχολείται με τη μουσική.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’30 έγινε επαγγελματίας κιθαρίστας και παράλληλα, σε μια προσπάθεια ίσως να αποκαταστήσει στη ψυχή του την έννοια της οικογένειας, παντρεύτηκε.
Ο γάμος του όμως έληξε με τρόπο επώδυνο, καθώς λίγο αργότερα έχασε τη γυναίκα και το παιδί του κατά τη διάρκεια της γέννας, γεγονός που αποτέλεσε σταθμό στη ζωή του.
Προσπαθώντας να λυτρωθεί από το βαρύ φορτίο που του είχε κληροδοτήσει ο πρόωρος θάνατος της οικογένειάς του, άρχισε να περιοδεύει από πόλη σε πόλη, παίζοντας με σπουδαίους μουσικούς.
Το 1931 επέστρεψε στο Χέιζελχαρστ και ξαναπαντρεύτηκε, με σκοπό να μείνει πλέον μόνιμα.
Αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά, που έζησε σχετικά ήρεμος. Στην περίπτωση του Johnson η ήρεμη ζωή δεν ικανοποιούσε τις βαθύτερες ανάγκες, που υπαγόρευε το εσωτερικό του Εγώ να πραγματοποιήσει.
Όταν αισθάνθηκε ότι ήταν έτοιμος για κάτι άλλο, τα παράτησε όλα, πήρε την οικογένεια του και εξαφανίστηκε στο Δέλτα του Μισισιπή. Όπως ήταν φυσικό, όμως, η γυναίκα του κουράστηκε να τον ακολουθεί και έπειτα από λίγο τον παράτησε.
Έκτοτε ο Τζόνσον μεταμορφώθηκε σε έναν ακούραστο ταξιδιώτη και κιθαρίστα που μπορούσε να παίξει οπουδήποτε.
Ο σκοπός του πλέον ήταν μόνο το ταξίδι, το οποίο σταμάτησε οριστικά το 1938.

Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα για τη ζωή του Τζόνσον είναι πολύ λίγα και κρυμμένα πίσω από το μύθο που δημιούργησαν για αυτόν οι άνθρωποι. Σύμφωνα με τον μύθο, λοιπόν, ο νεαρός μπλουζίστας επιθυμούσε πολύ τη φήμη και τα χρήματα.
Δεν ήταν όμως ικανοποιημένος με τις ικανότητές του και αναζητούσε μεγαλύτερες ικανότητες, προκειμένου να πετύχει το σκοπό του. Όντας ήδη πικραμένος ενάντια στο Δημιουργό του, κατηγορώντας το Θεό για το θάνατο της γυναίκας του και του αγέννητου παιδιού του, θυμωμένος και παράφορος πήρε την απόφαση.
Ένα βράδυ, μεσάνυχτα, ο Ρόμπερτ Τζόνσον συντροφιά με το κόκκαλο μιας μαύρης γάτας και την κιθάρα του, με τα νύχια του κομμένα όσο πιο κοντά γινόταν έφτασε σε ένα τρίστρατο, στη συμβολή των λεωφόρων 61 και 49 στο Κλαρκσντέιλ. Κάθησε κάτω και άρχισε να παίζει, επιθυμώντας την παρουσία του διαβόλου. Ξαφνικά, ενώ έπαιζε, μια παράξενη μουσική ακούστηκε πίσω του. Δίχως να σηκώσει τα μάτια του συνέχισε να παίζει, καθώς η περίεργη μουσική δυνάμωνε.
Ο Τζόνσον κουνώντας ασταμάτητα τα δάχτυλά του ένιωσε μια «μορφή» να αντικαθιστά την κιθάρα του με τη δικιά του. Έπαιξαν μαζί αρκετή ώρα μέχρι που ο διάβολος έσφιξε τα νύχια του Τζόνσον μέχρι να ματώσουν, πήρε πίσω τη κιθάρα του και απομακρύνθηκε, αφήνοντας τον Ρόμπερτ να παίζει ασταμάτητα. Από τότε ο νεαρός κιθαρίστας άρχισε να παίζει με ένα αιθέριο στυλ και τα δάχτυλά του χόρευαν πάνω στις χορδές. Η φωνή του βρυχόταν και θρηνούσε, εκφράζοντας τη βαθύτατη θλίψη ενός καταδικασμένου αμαρτωλού.
Ο Ρόμπερτ Τζόνσον μπορούσε πλέον να παίζει τα πάντα, αλλά η ψυχή του δεν του ανήκε.

Ο τρόπος που επέλεξαν οι άνθρωποι να παρουσιάσουν τον Τζόνσον να «συναλλάσεται» με το υπερφυσικό δεν ήταν τυχαίος. Ύστερα από τη περιήγηση του Δέλτα ο Τζόνσον επέστρεψε πολύ διαφορετικός. Ο τρόπος που έπαιζε κιθάρα ήταν συγκλονιστικός. Παράλληλα απολάμβανε με κάθε ευκαιρία τον έρωτα, το ποτό, τη μουσική και τη διασκέδαση.
Αυτός ο μοναδικός τρόπος που έπαιζε κιθάρα και ο εθισμός του στις γήινες απολαύσεις ίσως ήταν τελικά οι λόγοι που ώθησαν τους ανθρώπους να «χαρίσουν» την ψυχή του στο Διάβολο. Κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς ο Τζόνσον μέσα από τη περιπλάνησή του στο Μισισιπή μεταμορφώθηκε σε ένα τόσο σπουδαίο κιθαρίστα, ενώ και ο ίδιος απέφευγε επιμελώς να δείχνει τα μυστικά της τέχνης του, γεγονός που κέντριζε ακόμα περισσότερο την ανθρώπινη περιέργεια.

Ο ίδιος ποτέ δεν έκρυψε την αγάπη του για τις παρεκβάσεις από τους κανόνες της ανθρώπινης συμπεριφοράς και νομιμότητας. Αφιέρωσε με πάθος όλη τη ζωή του στη μουσική, τις γυναίκες (συχνά των άλλων), στον έρωτα χωρίς συμβάσεις και στις καταχρήσεις κάθε είδους, σε όλες τις απολαύσεις δηλαδή που εκείνοι που ποτέ δε θα τις καταλάβουν, τις ονομάζουν διάβολο.
Ο γαλήνιος και σιωπηλός Τζόνσον είχε ένα μόνο σκοπό.
Το ταξίδι, μέχρι που ο θάνατος τον σταμάτησε σε ηλικία μόλις 27 ετών, στις 16 Αυγούστου του 1938, όταν δηλητηριάστηκε πιθανώς από στρυχνίνη στο ποτό του για τα μάτια μιας γυναίκας. Ο Ρόμπερτ Τζόνσον πρόλαβε να ηχογραφήσει λίγα σχετικά τραγούδια από το 1936 ως το 1938, αρκετά όμως για να κληροδοτήσουν το απαράμιλλο ταλέντο του στις επόμενες γενιές και να επηρεάσουν πολλούς σπουδαίους μεταγενέστερους μουσικούς, όπως ο Τζίμι Πέιτζ (Jimmy Page - Led Zeppelin), ο Έρικ Κλάπτον (Eric Clapton - Cream), οι Rolling Stones και ο Έλβις Πρίσλεϊ (Elvis Presley).
Η δισκογραφία του περιλαμβάνει 29 τραγούδια και συνολικά 41 ηχογραφήσεις.

http://www.ishow.gr/personBio.asp?guid=8C666156-1D21-4419-BD59-9ED07583EBE7

Sweet Home Chicago
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος ΛΑΜΙΑ FANS

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 21.914
  • ΠΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ!
    • Προφίλ
Απ: Ο Βασιλιάς των Μπλουζ του Δέλτα....
« Απάντηση #1 στις: Τρι 05 Ιούλ 2016 17:47 »
ΚΕΡΚΙΔΑ ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟ ΛΑΜΟΓΙΑ!!!

Αποσυνδεδεμένος ΛΑΜΙΑ FANS

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 21.914
  • ΠΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ!
    • Προφίλ
Απ: Ο Βασιλιάς των Μπλουζ του Δέλτα....
« Απάντηση #2 στις: Κυρ 15 Ιούλ 2018 13:21 »
ΚΕΡΚΙΔΑ ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟ ΛΑΜΟΓΙΑ!!!

Αποσυνδεδεμένος ΛΑΜΙΑ FANS

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 21.914
  • ΠΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ!
    • Προφίλ
Απ: Ο Βασιλιάς των Μπλουζ του Δέλτα....
« Απάντηση #3 στις: Πεμ 05 Σεπ 2019 14:53 »
ΚΕΡΚΙΔΑ ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟ ΛΑΜΟΓΙΑ!!!

Αποσυνδεδεμένος ΛΑΜΙΑ FANS

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 21.914
  • ΠΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ!
    • Προφίλ
Απ: Ο Βασιλιάς των Μπλουζ του Δέλτα....
« Απάντηση #4 στις: Κυρ 08 Μάρ 2020 21:07 »
ΚΕΡΚΙΔΑ ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟ ΛΑΜΟΓΙΑ!!!