Αποστολέας Θέμα: Πολιτική και ποδόσφαιρο  (Αναγνώστηκε 32252 φορές)

Αποσυνδεδεμένος mpif

  • Jr. Member
  • **
  • Μηνύματα: 87
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #100 στις: Πεμ 02 Αύγ 2018 23:12 »
Πάντως οι γαυροι ξεκίνησαν μια κίνηση φέτος σαν "αντιφασιστες ολυμπιακοι" με λινατσα για τον γοδα. Μακάρι να συνεχιστεί και να δυναμώσει, αλλά όσο συνεχίζουν να κάνουν κουμάντο μαρινακης-θυρα 7 στην κερκίδα, δύσκολο.
TZANIS VILA MVP

Αποσυνδεδεμένος papari7

  • Sr. Member
  • ****
  • Μηνύματα: 347
  • -Και από τις μεγάλες; -Μόνο ΠΑΣ ρε φλώροι
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #101 στις: Τρι 28 Αύγ 2018 17:49 »
"Δεν μας μέτρησες καλά κουφάλα, είδες τρία απ' τα περίεργα παιδιά μα έρχονται κι άλλα"

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #102 στις: Πεμ 06 Σεπ 2018 10:39 »
“Οι ναζιστικές συμμορίες λυσσάνε, το κράτος τους κάνει πλάτες. Γερμανία είσαι ένα μάτσο σκατά…”


http://www.katiousa.gr/athlitismos/oi-nazistikes-symmories-lyssane-kratos-tous-kanei-plates-germania-eisai-ena-matso-skata/
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.297
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #103 στις: Τετ 12 Δεκ 2018 23:03 »
Δυο Ισραηλινοί στρατιώτες από τη μια, δυο Παλαιστίνιοι από την άλλη και στη μέση ένα ραδιοφωνάκι που μεταδίδει έναν σημαντικό ποδοσφαιρικό αγώνα.
Πόλεμος και ποδόσφαιρο, Vol 2

«Offside is the second short film in the trilogy by Erez Tadmor & Guy Nattiv regarding the Middle East conflict. This short is a fallow-up to their last short film Strangers, Offside was shot in Israel, during September 2005, at the security zone that separates between Israel and the Palestine Authority».
sombrero.gr

Πόλεμος και ποδόσφαιρο
«Φίλοι και φίλες, διακόπτουμε την κανονικη ροη του ποδοσφαιρικού μας προγράμματος, για να σας ανακοινώσουμε ότι μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, άνθρωποι ακόμα αλληλοσκοτώνονται…»



…και δυστυχώς μια μπάλα δεν είναι αρκετή για να τους κάνει να αφήσουν κάτω τα όπλα τους!
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.297
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #104 στις: Κυρ 26 Μάι 2019 19:51 »
Παράθεση
Απόγευμα Κυριακής στο γήπεδο (ή στις κάλπες)


Εντός έδρας αγώνας με αντίπαλο μικρότερης δυναμικότητας. Λίγα λεπτά πριν το τέλος του παιχνιδιού το σκορ είναι 0-1, χάρη σε ένα τραγικό λάθος του δεύτερου τερματοφύλακα της ομάδας σου, τον οποίο ψώνισε απ’ το πανέρι, ίσα-ίσα για να πάρει τη μίζα ο ατζέντης, γιατί «έλα μωρέ, σάμπως θα παίξει και ποτέ;». Kι όμως παίζει, γιατί κανένας δεν ενημέρωσε τη ρουφιάνα την ατυχία πως λειτουργεί σ’αυτή τη χώρα το σύστημα κι έτσι αυτή έβγαλε χωρίς τύψεις νοκ αουτ τον βασικό τερματοφύλακα, αλλά κανείς δεν μπορούσε να το προβλέψει αυτό και κανείς δεν μπορούσε να κάνει κάτι γι’αυτό, γιατί η λέξη πρόβλεψη στην Ελλάδα σχετίζεται μόνο με τον καιρό και τα ζώδια.

Το νευρικό σου σύστημα έχει χτυπήσει κόκκινο και τα χέρια σου είναι κλεισμένα σε γροθιές από ώρα. Η απόγνωση είναι πολύ φτωχή λέξη για να περιγράψει την κατάσταση. Ο ήλιος σε χτυπάει κατακούτελα, γιατί τα έσοδα από την ΟΥΕΦΑ αντί να γίνουν στέγαστρο έγιναν νουμεράκια σε κάποιον ιδιωτικό τραπεζικό λογαριασμό που δεν τον βλέπει ο ήλιος, ο αντίπαλος είναι κλεισμένος καλά στο 1/3 του γηπέδου και ανά δυο λεπτά ένας παίκτης του σωριάζεται στο χόρτο, προτιμώντας να μείνει εκεί μέχρι τη γλυκιά λύτρωση της λήξης ή του θανάτου, παρά να σηκωθεί για να βγει εκτός αγωνιστικού χώρου. Ο διαιτητής σταματάει τον αγώνα κάθε εφτά πάσες για να σφυρίξει μια επαφή, μια υποψία επαφής ή μια πρώτη υποψία ότι σε λίγο θα υπάρξει υποψία επαφής και μετά ζητάει τρία τουλάχιστον λεπτά υπομονής από αρκετές χιλιάδες ανθρώπους για να στηθεί η μπάλα καλά και να σιγουρευτεί ότι ελέγχει απόλυτα κι απ’άκρη σ’άκρη την κατάσταση, ώστε να μην τον πάρει το βράδυ τηλέφωνο η θεία η Σούλα από το Παγκράτι για να του πει ότι μιλάνε απαξιωτικά γι’ αυτόν κάτι «καθηγητάδες» στην κρατική τηλεόραση. Η ομάδα σου είναι ανίκανη να δημιουργήσει μια ευκαιρία και κανείς δεν φαίνεται ικανός να αλλάξει οτιδήποτε. Από την αρχή του αγώνα παίζει μ’έναν μόνο καθαρό επιθετικό, που είναι ελάχιστα πιο ψηλός από το χόρτο και ελάχιστα πιο αλτικός από ελέφαντα που μόλις έχει φάει βαριά, κι όμως οι από πίσω προσπαθούν να τον βρούνε αποκλειστικά με σέντρες, μόνο που το πρόβλημα έχει διπλή διάσταση γιατί δεν ξέρουν και να σεντράρουν. Σκέφτεσαι ότι η ομάδα χρειάζεται επειγόντως ένα θαύμα ή έστω μια αλλαγή, κοιτάς όμως προσεκτικά τις επιλογές στον πάγκο και καταλήγεις να ελπίζεις μόνο στο θαύμα. Ο προπονητής έχει σταυρώσει τα χέρια, έχει πάρει τη φάτσα της ανίκανης απόγνωσης, που πρέπει να διευκρινιστεί πως είναι διαφορετική απ’αυτή της απεγνωσμένης ανικανότητας, μουρμουρίζει ακατάληπτα πράγματα στο βοηθό του και δείχνει πιο μπερδεμένος και από χρυσαυγίτη που του ζήτησαν να γράψει σωστά τη λέξη «συνειδητοποιώ». Ο αντίπαλος κάνει αλλαγή που μοιάζει να διαρκεί περισσότερο και από σκηνή του Αγγελόπουλου, μιας και ο παίκτης που βγαίνει έχει προηγουμένως πάρει οδηγία να απομακρυνθεί από τους πάγκους, με αποτέλεσμα να έχει φτάσει τρία τετράγωνα μακριά από το γήπεδο, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να περιμένεις να περάσει δυο φανάρια για να επιστρέψει. Η κατάσταση είναι πιο σκατένια και από το να σε πιάσει κόψιμο σε μποτιλιάρισμα στον περιφερειακό. Με τους γονείς της κοπέλας σου μέσα στο αμάξι.

Την ίδια ώρα που θέλεις να σηκωθείς να φύγεις, να πας σπίτι, να κατεβάσεις ό,τι μπουκάλι έχει πάνω από 40% αλκοόλ και να μην ασχοληθείς ποτέ ξανά με αυτό το κωλοχανείο, ένας παππούς δίπλα σου γκρινιάζει γιατί τα παλιά τα χρόνια που παίζανε Ελληνάκια τα πράγματα ήταν καλύτερα. Ή μπορεί και να μην ήταν, αλλά δεν είναι και σίγουρος γιατί η μνήμη του είναι ελαφρώς χειρότερη από του πρωταγωνιστή του ‘Memento’. Από πίσω του ένας 40αρης με φάτσα δημοσίου υπαλλήλου βρίζει τον προπονητή που έχει κάνει την ομάδα μπουρδέλο, σιχτιρίζοντας ταυτόχρονα όσους τον έβαλαν σ’αυτή τη θέση. «Βάλε τον Ψηλέα, βάλε τον Ψηλέα, ρε κοιμισμένε» είναι η πρόταση του, με ύφος σιγουριάς τέτοιο που αποκτάς μόνο μετά από δυο χρόνια εσώκλειστος σε φημισμένη σχολή προπονητικής του εξωτερικού ή από 23 συνεχόμενες ώρες παιξίματος CM. Τρία σκαλοπάτια πιο αριστερά δυο τύποι αναπολούν τον προηγούμενο προπονητή, που μπορεί να έστειλε την ομάδα στον πάτο, χάνοντας 9 παιχνίδια συνεχόμενα χωρίς καν να σκοράρει, αλλά τουλάχιστον «ήταν δικό μας παιδί και την πονούσε την ομάδα», χώρια που όλοι αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία. Κάποιοι δικοί μας και μια τρίτη. Μπροστά σου ένας ογκώδης κύριος ανακαλεί ανά μερικά δευτερόλεπτα τα ποσά του συμβολαίου κάθε παίκτη, τελειώνοντας κάθε πρόταση με την αποκαρδιωτική σκέψη «τζάμπα σε πληρώνουμε ρε κερατά».

Ο Ψηλέας μπαίνει τελικά στον αγώνα, εν μέσω αποθέωσης από τον κόσμο που βλέπει επιτέλους κάτι διαφορετικό και λίγα λεπτά μετά χάνει τεράστια ευκαιρία, αδυνατώντας να σπρώξει τη μπάλα σε άδειο τέρμα. Το παιχνίδι τελειώνει, η ομάδα χάνει, ο προπονητής ρίχνει τις ευθύνες στην ατυχία, στον προηγούμενο προπονητή, στον προηγούμενο γυμναστή, στο χόρτο και στις ηλιακές κηλίδες και υπόσχεται μια καλύτερη εμφάνιση στο επόμενο παιχνίδι, η διοίκηση στηρίζει την επιλογή της, αλλά μιλάει ψιθυριστά για ανασχηματισμό και αλλαγές κι εσύ ξεκινάς για τη μαρτυρική επιστροφή που φυσικά κρατάει μια αιωνιότητα γιατί κάποιος πανέξυπνος συνοπαδός σου έχει τριπλοπαρκάρει και έχει κλείσει και εσένα και αυτόν που έκλεισες εσύ. Στην έξοδο του γηπέδου ο 40αρης με φάτσα δημοσίου υπαλλήλου αναρωτιέται φωναχτά «ποιος άχρηστος καραγκιόζης έφερε τον ανίκανο τον Ψηλέα στην ομάδα».

(Οποιαδήποτε ομοιότητα με καταστάσεις πολιτικής δεν είναι τυχαία, δυστυχώς)
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #106 στις: Σαβ 12 Οκτ 2019 20:34 »
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.297
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #107 στις: Κυρ 20 Οκτ 2019 21:58 »
Η νύχτα ντροπής που σημάδεψε για πάντα το ποδόσφαιρο!


Η εικόνα στο «Vasil Levski» προκαλεί ντροπή, δυσπιστία για το μέλλον και αηδία! Το ματς της Δευτέρας πέρασε στην ιστορία ως μια από τις χειρότερες στιγμές στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.

Δυσπιστία και αποτροπιασμός σε μία από τις πιο ντροπιαστικές νύχτες για το ποδόσφαιρο. Είναι σίγουρα εξαιρετικά δύσκολο να κρατήσει κανείς από εκείνο το παιχνίδι της Δευτέρας τα έξι γκολ των Άγγλων και την εντυπωσιακή τους εμφάνιση. Είναι όμως ακόμα πιο δύσκολο να ξεχάσει κανείς την ρατσιστική συμπεριφορά Βούλγαρων οπαδών προς τους μαύρους παίκτες των Άγγλων. Οπως τόνισε και ο Βρετανός δημοσιογράφος, Jack Pitt-Brooke «Ας είμαστε επιτέλους ειλικρινείς στο τι σημαίνει να κάνει κάποιος ήχους μαϊμούς. Σημαίνει πως λέει στον άλλον: επειδή είσαι μαύρος είσαι ένα ζώο, όχι ένα ανθρώπινο ον. Γι αυτό υπάρχει για να... κλέψει την ανθρώπινη υπόσταση. Για να χλευάσει την διαφορετικότητα».



Το λογικό είναι να θέλει κάποιος έναν καλύτερο κόσμο. Έναν κόσμο μακριά από βασανιστήρια, σκλαβιά και γενοκτονίες. Δεν είναι έκπληξη ότι υπήρχαν νέα παιδιά που είχαν βάλει τον... μανδύα του φασισμού και του ρατσισμού. Παιδιά με κουκούλες να χαιρετούν όπως οι Ναζί. Συνιστά όμως μεγάλη ντροπή και αποτροπιασμό για τη σημερινή κοινωνία και τους νέους. Αυτός ο ρατσισμός, αυτή η βραδιά κι αυτό το κρούσμα ήταν πολύ πιο σοβαρό κι αλλιώτικο από κάθε άλλο ποδοσφαιρικό ματς. Ο ρατσισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ένα γιουχάισμα προς τον διαιτητή. Ο ρατσισμός πρέπει να αντιμετωπίζεται δραστικά, αποφασιστικά και σωστά. Πως το είπε ο δακρυσμένος Κρίστο Στόιτσκοφ; «Η λύση είναι να μην επιτρέπονται οπαδοί στα γήπεδα ή ακόμα πιο βαριές τιμωρίες! Όπως έγινε για χρόνια στην Αγγλία. Πέντε χρόνια δίχως να πηγαίνει ο κόσμος στο γήπεδο. Ο κόσμος δεν αξίζει να υποφέρει...».
 

Ήταν μία τραγική περίσταση από κάθε άποψη. Σου αφήνει ένα αρρωστημένο και άσχημο αίσθημα. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι η ποιότητα και η εικόνα της Αγγλίας ακυρώνει όλα όσα έγιναν. Εάν υπάρχει κάτι θετικό πάντως είναι ότι η UEFA «ξύπνησε» από το λήθαργό της και άρχισε να αντιδρά. Πάντα θα υπάρχει ένα debate, μία διχογνωμία, για το εάν έπρεπε να συνεχιστεί ή όχι το παιχνίδι. Είναι ένα δείγμα σαν να αγνοεί το πρόβλημα το ποδόσφαιρο. Η UEFA έχει πρωτόκολλο για κρούσματα ρατσισμού που κανονικά θα πρέπει να εφαρμόζεται. Έδειχνε τραγικό να πρέπει να διακόψει το ματς ο διαιτητής για να μιλήσει στους προπονητές, αυτοί στους παίκτες. Ο εκφωνητής προειδοποίησε πως το ματς μπορεί να σταματήσει λόγω των ρατσιστικών συμπεριφορών, αλλά το σκηνικό δεν άλλαζε. Κι όλα αυτά σε ένα γήπεδο που είχε κλειστές θύρες λόγω τιμωρίας για ρατστιστικά συνθήματα.  Το δεύτερο και το τρίτο σκέλος από το πρωτόκολλο της UEFA δεν τέθηκαν σε εφαρμογή. Το παιχνίδι τελείωσε. Παρόλα αυτά μία ώρα και δέκα λεπτά πριν την λήξη του η αίσθηση ήταν ότι δεν θα ολοκληρωνόταν ποτέ.

instagram

Ολοι είδαν τις σκηνές ντροπής, εκτός από τον Κράσιμιρ Μπαλάκοφ, τον προπονητής της Βουλγαρίας, ο οποίος επέμενε πως η Βρετανία έχει χειρότερο πρόβλημα ρατσισμού από τη χώρα του. Ναι, ένας θρύλος του βουλγαρικού ποδοσφαίρου ισχυρίστηκε ότι δεν άκουσε καμιά ρατσιστική επίθεση στους μαύρους παίκτες της Αγγλίας. Ούτε είδε τον Ποπόφ να ζητά από τους οπαδούς να σταματήσουν... «Ήμουν συγκεντρωμένος στο παιχνίδι», είπε ο Μπαλάκοφ. «Δεν άκουσα τίποτα... Αν αυτό αποδειχθεί αληθινό, είναι ντροπιαστικό και πρέπει να ζητήσουμε συγγνώμη γι 'αυτό. Αλλά πρέπει να αποδειχθεί ότι είναι αλήθεια». Κι όμως η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι η εκούσια άγνοια του Μπαλακόφ για την κατάσταση δεν περιοριζόταν σε αυτόν, μιας και μερίδα του Τύπου θεωρούσε υπερβολές τα όσα λέγονταν από τους Άγγλους.

Η συντριπτική κληρονομιά της νύχτας της Δευτέρας στη Σόφια είναι το αίσθημα δυσπιστίας και αηδίας. Τώρα ή ποτέ! Τέλος στα μισόλογα, τέλος στις υποσχέσεις, κυβερνήσεις και Ομοσπονδίες το παίρνουν πάνω τους και ας είναι το αποτέλεσμα σκληρό και για τη μεγάλη μερίδα φιλάθλων που λατρεύουν το ποδόσφαιρο.
gazzetta.gr

Αποσυνδεδεμένος my8os

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 5.408
  • live long and prosper ΠΑΣ
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #108 στις: Κυρ 20 Οκτ 2019 23:14 »

Αποσυνδεδεμένος ΛΟΚΟ

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.846
    • Προφίλ
    • Γιαννενάρα
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #109 στις: Τρι 22 Οκτ 2019 16:35 »
Και βέβαια, όσο ακριβώς και ο ΟΗΕ, η ΕΕ, ο Τραμπ, ο Πούτιν κλπ το αυτί του σουλτάνου.
Θα τους το ξεριζώσει η ΟΥΕΦΑ

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.297
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #110 στις: Σαβ 26 Οκτ 2019 10:43 »
Πανό των οπαδών της Σέλτικ με τον... κρεμασμένο Μουσολίνι (pic)


Η Σέλτικ υποδέχθηκε την Λάτσιο για το Europa League και οι οπαδοί της ανέβασαν πανό με τον Μουσολίνι... κρεμασμένο.

Οι οπαδοί της Λάτσιο ταξίδεψαν μέχρι την Σκωτία για το ματς με την Σέλτικ για το Europa League, όμως εκείνοι τους περίμεναν με ένα ξεχωριστό πανό. Οι Κέλτες σήκωσαν μία εικόνα του Μπενίτο Μουσολίνι κρεμασμένου, ένα αστέρι με παραπομπή στις «ερυθρές ταξιαρχίες», που έγιναν... πράσινες, καθώς και υβριστικό πανό για τους λατσιάλι.
twitter
gazzetta.gr

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.297
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #114 στις: Πεμ 06 Φεβ 2020 19:42 »
Στo τρίτο #HUMBAonAir της περιόδου, κινηθήκαμε μεταξύ Αιγύπτου και Χιλής. Σε δύο χώρες όπου οι ultras εκτός από τις κερκίδες βρέθηκαν και βρίσκονται και στους δρόμους αγωνιζόμενοι ενάντια στο καθεστώς, και μάλιστα με πρωταγωνιστικό ρόλο στις διαδηλώσεις και τις συγκρούσεις με την αστυνομία.
Αφορμή η θλιβερή επέτειος της 2ας Φεβρουαρίου 2012 όπου 74 οπαδοί της Αλ Αχλί βρήκαν τραγικό θάνατο ύστερα από επεισόδια στο ματς με την Αλ Μαρσί, που δεν ήταν τα κλασσικά οπαδικά επεισόδια, αλλά κάτι πολύ παραπάνω, κάτι πολύ περισσότερο... (βλέπετε και #HUMBA08).
Οι μουσικές που "ντύνουν" την εκπομπή είναι αποκλειστικά από τους Gang of Four, τιμώντας έτσι τον κιθαρίστα της μπάντας Andy Gill που πέθανε στις 2 Φεβρουαρίου 2020.

Κάθε Δευτέρα στις 23:00,στον MusicSociety WebRadion
https://www.mixcloud.com/HUMBAzinegr/humbaonair-season-7-003-03022020-74-never-forget/
HUMBA

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #115 στις: Δευ 17 Φεβ 2020 22:33 »
Μουσά Μαρεγκά: «Οι ηλίθιοι που ήρθατε εδώ να κάνετε ρατσιστικές κραυγές, πάτε να γ….»
Ευχαριστώ τους διαιτητές που δεν με υπερασπίστηκαν και που μου έδωσαν κίτρινη κάρτα επειδή υπερασπίστηκα το χρώμα του δέρματος μου. Ελπίζω να μην σας συναντήσω ξανά σε ποδοσφαιρικό γήπεδο. ΕΙΣΤΕ ΜΙΑ ΝΤΡΟΠΗ


Ο άσος της Πόρτο από το Μάλι έγινε το πρόσωπο της αγωνιστικής στην Πορτογαλία και όλα τα γήπεδα της Ευρώπης, όταν αποχώρησε από τον αγωνιστικό χώρο, γιατί δεν ανεχόταν τις ρατσιστικές κραυγές της αντίπαλης κερκίδας, από οπαδούς της Γκιμαράες.

Όπως φαίνεται βέβαια, το επεισόδιο είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, με αποδοκιμασίες από την κερκίδα των γηπεδούχων και τον Μαρεγκά να απαντά με ένα γκολ και να πανηγυρίζει, δείχνοντας το χρώμα του δέρματός του. Στο βίντεο φαίνεται μάλιστα να εκτοξεύονται καρέκλες από κάποιους οπαδούς που τον είχαν βάλει στο στόχαστρο, με τον Μαρεγκά να παίρνει μία από αυτές που έπεσαν δίπλα του και να την φοράει στο κεφάλι σαν τρόπαιο. Δέκα λεπτά αργότερα όμως, ξεχείλισε το ποτήρι της οργής και της δικής του ανοχής.

Ο ίδιος φρόντισε πάντως να δώσει συνέχεια στο προφίλ του στο Instagram και δε φαίνεται διατεθειμένος να δώσει τόπο στην οργή.

Εκτός από την εύγλωττη χειρονομία του προς τους ρατσιστές, δεν ξεχνάει να ευχαριστήσει κατάλληλα και τους διαιτητές που δεν έκαναν το παραμικρό για να τον προστατέψουν, αλλά του έδειξαν κίτρινη κάρτα για την ανάρμοστη συμπεριφορά του…

«Θα ήθελα απλά να πω σε αυτούς τους ηλίθιους που ήρθαν στο στάδιο και έκαναν ρατσιστικές κραυγές, πηγαίνετε να γαμ@@@@@@. Επίσης, ευχαριστώ τους διαιτητές που δεν με υπερασπίστηκαν και που μου έδωσαν κίτρινη κάρτα επειδή υπερασπίστηκα το χρώμα του δέρματος μου. Ελπίζω να μην σας συναντήσω ξανά σε ποδοσφαιρικό γήπεδο. ΕΙΣΤΕ ΜΙΑ ΝΤΡΟΠΗ».

https://ellinofreneianet.gr/documents/mousafirides/19472-moysa-maregka-oi-ilithioi-poy-irthate-edo-na-kanete-ratsistikes-krayges-pate-na-g.html
« Τελευταία τροποποίηση: Δευ 17 Φεβ 2020 22:41 από fon7 »
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #116 στις: Τρι 12 Μάι 2020 16:43 »
Simon Martin: Ποδόσφαιρο, Φασισμός και Οπαδισμός στην Ιταλία Σήμερα
Αρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Revista Crítica de Ciências Sociais 116. Ο Simon Martin είναι ερευνητής στη Βρετανική Σχολή της Ρώμης και στο Πανεπιστήμιο του Χερντφορντσάιρ. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας.

Το άρθρο αυτό μελετά την σχέση μεταξύ φασισμού και ποδοσφαίρου (calcio) στην Ιταλία από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 και την άνοδο του ιταλικού φασιστικού καθεστώτος μέχρι το σήμερα, εστιάζοντας στο πως το γήπεδο έχει γίνει βασικό όχημα τόσο για την αναζωογόνηση της μνήμης τους καθεστώτος και του Mussolini και για την έκφραση και διάχυση εξτρεμιστικής ιδεολογίας. Ο σκοπός είναι να εντοπίσουμε πως αναπτύχθηκε η σύγχρονη σχέση της ακροδεξιάς με το άθλημα και το κατά πόσο μπορεί να εντοπιστούν οι ρίζες της στον Ιταλικό Φασισμό της δεκαετίας του 1930. Το χρονολόγιο της ανάλυσης θα δείξει τα βασικά σημεία της υφαρπαγής του αθλήματος από το φασισμό πριν συγκειμενοποιήσει την εξέλιξη του στην ιστορία της μεταφασιστικής Ιταλίας. Με βάση την υπάρχουσα γνώση αναφορικά με την φασιστική μνήμη, θα προσφέρει νέο υλικό για την κατανόηση ττου ποδοσφαίρου και της πολιτικής στη σύγχρονη Ιταλία με την τοποθέτηση της σχέσης της ανθεκτικής σχέσης μεταξύ του αθλήματος με την ακροδεξιά μέσα στο πλαίσιο της σύγχρονης ιταλικής ιστορίας. Ενώ υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την πολιτικοποίηση του ιταλικού ποδοσφαίρου και των οπαδικών οργανώσεων, δεν υπάρχει ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για την μακροχρόνια σύνδεση μεταξύ ιταλικού φασισμού και ποδοσφαίρου, λες και ο ισχυρός δεσμός μεταξύ των δύο έσπασε μετά την πολιτική αλλαγή που πραγματοποιήθηκε το 1945. Μετά την κατάρρευση του φασισμού στην Ιταλία το 1943 και του ναζιστικού/φασιστικού κράτους μαριονέτα της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας (RSI, ΣτΜ: επίσης γνωστή ως Ιταλική Δημοκρατία του Σαλό) το 1945, η επαναδημιουργία του φασιστικού κόμματος έγινε παράνομη με το Ιταλικό Σύνταγμα του 1947, και η απολογία του φασισμού με τον λεγόμενο νόμο Σκέλμπα του 1952 (ΣτΜ: από τον Mario Scelba που τον εισήγαγε ως υπουργός δικαιοσύνης). Εξτρεμιστικές ακροδεξιές ιδεολογίες ωστόσο επιβίωσαν στην μεταπολεμική δημοκρατική Ιταλία, και το ποδόσφαιρο έχει προσφέρει από τότε ένα εμφανή χώρο για την έκφραση των απόψεων τους. Δεν είναι ένα απλό πολιτικό/αθλητικό ζήτημα, ωστόσο, είναι ενδεικτικό μιας σειράς από άλυτα προβλήματα  μέσα στο μεταπολεμικό κράτος που επέτρεψαν στην ακροδεξιά να διατηρήσει τη παρουσία και την ορατότητα της. Μέσα από την ανάλυση της δευτερεύουσας βιβλιογραφίας  γύρω από τη φασιστική μνήμη και τις σημερινές αναφορές στις ειδήσεις  που έχουν δείξει την εκμετάλλευση των σταδίων ως ιδιαίτερα ορατά πολιτικά οχήματα, το άρθρο αυτό θα προσφέρει μια εξήγηση για το γιατί η σχέση φασισμού και ποδοσφαίρου είναι τόσο ανθεκτική στην Ιταλία. Ξεκινώντας από το 2017 και την υπόθεση με τα αυτοκόλλητα που παρουσίαζαν την Anne Frank να φορά φανέλα της AS Roma, το άρθρο θα δείξει τις ρίζες του φασισμού στο άθλημα και πως η μνήμη και η διαρκής δημοφιλία του δημιουργήθηκε και εξηγήθηκε. Η αποτυχία της Ιταλίας να κόψει πλήρως σχέσεις με το φασισμό και ακόμη και να συμβιβαστεί με το παρελθόν της θα φανεί πως συνέβαλλε στην ακραία πολιτικοποίηση της Ιταλικής κοινωνίας κατά τη δεκαετία του 1970, η οποία μεταφέρθηκε στα στάδια και τις οργανώσεις οπαδών. Μια από τις οργανώσεις οπαδών που συνδέεται ιδιαίτερα με το νεοφασισμό είναι οι Irriducibili ultraS της SS Lazio, που έχουν αποκτήσει στενές σχέσεις με τους πρώην ποδοσφαιριστές Paolo Di Canio και Sinisha Mihajlovic. Οι πολιτικές τους ταυτότητες θα μελετηθούν πριν τέλος μελετηθεί η δημιουργία της πρόσφατης αλληλεξάρτησης μεταξύ ποδοσφαιρικών ομάδων, τηλεόρασης, επιχειρηματικών συμφερόντων και πολιτικής που διαμόρφωσαν την παραγωγή και τη κατανάλωση του αθλήματος και που το μετέτρεψαν σε μια ψυχαγωγική «Άγρια Δύση» όπου σχεδόν τα πάντα επιτρέπονται με ελάχιστες ή καθόλου κυρώσεις, ανάμεσα τους και η ανενόχλητη διάχυση της φασιστικής ιδεολογίας.

Anne Frank

Τον Οκτώβριο του 2017, κάποιοι οπαδοί της Lazio παρακολούθησαν στον αγώνα της Serie A με την Cagliari Calcio από την άγνωστη curva sud του Stadio Olimpico, το «σπίτι» των αιώνιων εχθρών τους της Roma. Οι ταυτότητες κάθε ομάδας και οι οργανώσεις των οπαδών είναι διακριτές και εντοπίζονται στη προέλευση τους, όπως αναφέρει ο Francesco Ricatti στην ανάλυση του πάνω στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Η Roma, η οποία έχει υιοθετήσει το σύμβολο της πόλης, τη λύκαινα και τα χρώματα της πόλης (σκούρο κόκκινο και κίτρινο) ανέπτυξε ένα έντονο δεσμό με το αστικό κέντρο και την εργατική του τάξη ενώ η Lazio – το όνομα είναι ίδιο με την επαρχία στην οποία βρίσκεται η Ρώμη – κατέληξε να αντιπροσωπεύει την γύρω περιοχή. Ενώ οι οπαδοί της Roma αντλούσαν ευχαρίστηση από το να αναφέρονται στους αντιπάλους τους της SS Lazio ως burini, εκείνοι που έρχονταν από την επαρχία για να πουλήσουν βούτυρο, οι οπαδοί της Lazio αναφέρονται με τον ίδιο τρόπο στη Roma ως ομάδα χασάπηδων και Εβραίων, με βάση τον αρχικό πυρήνα των περιοχών που την υποστήριζαν στη Ρώμη, που περιλάμβανε τα σφαγεία και το γκέτο.

Αποκλεισμένοι από την εθιμοτυπική τους πλευρά (curva nord) του Olimpico μετά τα ρατσιστικά συνθήματατης προηγούμενης εβδομάδας, η ομάδα της Lazio εκμεταλλεύτηκε ένα παραθυράκι για να επιτρέψει στους οπαδούς της να παρακολουθήσουν τον αγώνα με το να ακυρώσουν τα εισητήρια διαρκείας για ένα αγώνα και να αγοράσουν εισιτήριο για την curva sud στη συμβολική τιμή του 1€. Αυτή η απατεωνιά  εσκεμμένα υπέσκαψε την τιμωρία που υποβλήθηκε από την αθλητική δικαιοσύνη της Ιταλίας και έφερε τους Irriducibili ultraS στην «εχθρική περιοχή», όπου έκαναν αυτό που ο πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας (FIGC) Carlo Tavecchio περιέγραψε ως «απερίγραπτη πράξη». Ένας άνδρας που δεν είναι γνωστός για την χρήση πολιτικά ορθού λόγου, που το 2014 μιλώντας για το ζήτημα των ξένων παιχτών στη Serie A, ο Tavecchio αναφέρθηκε στον «’ Opti Poba (ΣτΜ: μη υπαρκτό πρόσωπο)’ που έτρωγε μπανάνες πριν έρθει εδώ και τώρα παίζει για την Lazio»

Οι φανεροί εβραϊκοί δεσμοί της Roma, σε συνδυασμό με την απάτη των εισιτήριων, εξηγεί πως και γιατί κάποια μέλη των Irriducibili (Αμετακίνητοι, Ανίκητοι) ultraS επέλεξαν να κολλήσουν αυτοκόλλητα στην curva sud που έγραφαν «romanista ebreo» (οι οπαδοί της Roma είναι Εβραίοι) και ακόμη ένα με την εικόνα της Anne Frank, ένα από τα πιο διάσημα θύματα του Ολοκαυτώματος, να φορά μια φανέλα της Roma. Η «λογική» – η χρήση του χαρακτηρισμού Εβραίος είναι προσβλητικός – δεν είναι αποκλειστικότητα όμως των οπαδών της Lazio· και οι οπαδοί της Roma έχουν επίσης γράψει «η Anne Frank υποστηρίζει την Lazio» σε τοίχους της πόλης. Όπως είπε και μια εβραϊκής καταγωγής γυναίκα: «Οι ultras της Lazio και της Roma που τους χωρίζει  συνήθως η ηλιθιότητα του ποδοσφαίρου, συνδέονται παρόλα αυτά από την κοινή χρήση τυφλού αντισημιτισμού».

Ο πρόεδρος της SS Lazio, Claudio Lotito έκανε μια εμφανώς απολογητική επίσκεψη στη Συναγωγή της Ρώμης για να καταθέσει ένα στεφάνι στα χρώματα της Lazio, κάτι για το οποίο επικρίθηκε από το ραβίνο της Ρώμης, Riccardo Di Segni. Η δήλωση του πως «η εβραϊκή κοινότητα δεν είναι πλυντήριο» μοιάζει να είναι άμεση αναφορά στο πως η ιταλική ακροδεξιά επιχειρεί να ξεπλυθεί από το εξτρεμιστικό και αντισημιτικό της παρελθόν μέσα από ανοιχτά απολογητικές χειρονομίες, θέμα που θα επιστρέψουμε ξανά αργότερα. Η επίσκεψη του Lotito δεν είχε ιδιαίτερο αποτέλεσμα. Λαθώς αποσπάσματα από το Ημερολόγιο της Anne Frank διαβάζονταν δυνατά στα γήπεδα της Serie A πριν από τα παιχνίδια της επόμενης αγωνιστικής και οι ποδοσφαιριστές φορούσαν μπλούζες κατά του αντισημιτισμού, μια μικρή μειοψηφία οπαδών της Lazio τραγουδήσαν το φασιστικό ύμνο «Me ne frego».

Η σύγχρονη σχέση του ποδοσφαίρου με το νεοφασισμό φάνηκε ξανά σε λίγες εβδομάδες με την πανηγυρική χειρονομία του Eugenio Maria Lupi μετά από γκολ για την ομάδα του στην Seconda Categoria, Futa 65. Βγάζοντας τη φανέλα της ομάδας του φανερώθηκε μια μπλούζα με τη σημαία της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας, ο παίχτης έκανε επίσης ρωμαϊκό χαιρετισμό με τεντωμένο χέρι. Επίσημα μέρος του φασιστικού κινήματος από το 1925, ο χαιρετισμός υιοθετήθηκε ως υποκατάστατο αυτού που θεωρούνταν η αστική χειραψία το 1932. Σύμφωνα με την Simonetta Falasca­-Zamponi, έγινε «το εκ των ων ουκ άνευ του πραγματικού φασίστα, το στοιχείο δίχως το οποίο κάποιος δεν μπορούσε να θεωρείται φασίστας». Αρκετά προκλητική από μόνη της, η χειρονομία του Lupi ήταν ακόμη πιο σκανδαλώδης λόγω των αντιπάλων της ομάδας του, της Marzabotto. Το 1944, στη περιοχή γύρω από το χωριό αυτό στα νότια της Μπολόνια, πραγματοποιήθηκε η μαζική δολοφονία τουλάχιστον 770 πολιτών από δυνάμεις των ναζιστικών Waffen SS. Οι «λόγοι για τη σφαγή δεν εξηγήθηκαν ποτέ πλήρως» αλλά οι ιστορικοί «συμφωνούν πλέον πως η σφαγή δεν ήταν ‘αντίποινα, αλλά μια πράξη αποτρεπτικής τρομοκράτησης προς τον άμαχο πληθυσμό’». Αν και το παιχνίδι έγινε σε μια σχετικά χαμηλή κατηγορία του ιταλικού ποδοσφαίρου, η προσοχή που δόθηκε από τον Πρόεδρο της Περιφερειακής Επιτροπής για τη Μνήμη των Πεσόντων του Μαρτσαμπότο, Valter Cardi, που διαμαρτυρήθηκε πως η περιοχή «αναγκάστηκε να δεχτεί για πολλοστή φορά την απαράδεκτη προσβολή στη διάρκεια ενός ποδοσφαιρικού αγώνα». Σε μια απόπειρα να πάρει αποστάσεις από το περιστατικό, η ομάδα και οι παίχτες της, δίχως τον Lupi, επισκέφτηκε το ναό στο Μνημείο του Μαρτσαμπότο μια εβδομάδα αργότερα.

Υπάρχουν πολλά σε αυτά τα επεισόδια για να εξηγήσουν γιατί και πως η Ιταλία έχει τόσες δυσκολίες να διαχωρίσει το ποδόσφαιρο από το φασισμό, μεταξύ τους η άγνοια, μια βαθιά απέχθεια προς την εξουσία, την αναποτελεσματική φύση της ιταλικής δικαιοσύνης, έλλειψη ηγεσίας, και την σημαντική σχέση μεταξύ ποδοσφαιρικών ομάδων και οργανώσεων των ultras. Πριν πάμε εκεί όμως, πρέπει να καθοριστούν οι ρίζες της σχέσης αυτής.

Ποδόσφαιρο και Φασισμός

Το ποδόσφαιρο και ο φασισμός συνδέονται από την εποχή που το καθεστώς του Mussolini αναδιαμόρφωσε το αγώνισμα το 1926 με την Χάρτα του Βιαρέτζο. Ο φασισμός ενδιαφέρθηκε όταν το ποδόσφαιρο έγινε πολύ γρήγορα η πιο σημαντική πολιτισμική εκδήλωση στην Ιταλία. Σε απάντηση στην ταχύτατη διάδοση του αθλήματος σε ολόκληρη τη χώρα και την επακόλουθη έλλειψη κανόνων, ο φασισμός βάλθηκε να αναδιαμορφώσει το αγώνισμα ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του καθεστώτος ως εργαλείο προπαγάνδας και εθνικής ταυτότητας. Κατά κύριο λόγο έγινε με την επιβολή μιας νέας φασιστικής ιεραρχίας αξιωματούχων, ένα νέο γενικό κανονισμό που επέβαλε πειθαρχικά μέτρα  και κανόνες γύρω από τους ξένους παίχτες, και τη δημιουργία του πρώτου εθνικού πρωταθλήματος της Ιταλίας, αυτό ενθάρρυνε τη δημιουργία νέων ομάδων όπως η AS Roma και η AC Fiorentina. Αν και δεν υπήρχε μόνο ένα κίνητρο για την παρέμβαση, ο έλεγχος ενός αθλήματος που που γινόταν όλο και πιο χαοτικό ήταν βασικό ζήτημα για ένα καθεστώς που εκβίασε τον εαυτό του σε θέση εξουσίας με την υπόσχεση της αποκατάστασης της τάξης στην ιταλική κοινωνία: η Serie A θα πρόσφερε ένα εθνικό πρωτάθλημα με το οποίο μπορούσαν να ταυτιστούν όλοι οι Ιταλοί, ενώ βελτίωνε το επίπεδο και έτσι την ανταγωνιστικότητα της εθνικής ομάδας στη διεθνή αρένα. Η παρέμβαση του φασισμού άλλαξε για πάντα το ποδόσφαιρο στην Ιταλία και άφησε το ανθεκτικό του αποτύπωμα πάνω στο παιχνίδι με την οργάνωση, τα στάδια και τις επιτυχίες του. Η Ιταλία φιλοξένησε και κέρδισε Παγκόσμιο Κύπελο του 1934, διατηρώντας το τρόπαιο στη Γαλλία το 1938· στο ενδιάμεσο μια ομάδα από Ιταλούς φοιτητές πανεπιστημίου κέρδισε το ολυμπιακό ποδοσφαιρικό τουρνουά του 1936. Έτσι η παρέμβαση του φασισμού και η επένδυση του ξεκάθαρα ενίσχυσε τις προϋπάρχουσες  συμπαγείς βάσεις  του αθλήματος ενώ οι μυθικοί ήρωες, αγώνες και νίκες της Ιταλίας φιλτράρονταν προς το ευρύ κοινό μέσα από ένα ιδιαίτερα ελεγχόμενο τύπο και αργότερα επαναλαμβάνονταν, δημιουργώντας έτσι μια αναπόφευκτα μακρόχρονη σχέση με το καθεστώς. Ωστόσο, η «ξεκάθαρα φανερή ταύτιση πτυχών του καθεστώτος με την ποδοσφαιρική επιτυχία επίσης οδήγησε σε αμήχανη σιωπή για πολλές από αυτές τις νίκες […] η σχέση της Ιταλίας με το ποδόσφαιρο της δεκαετίας του 1930, σε πολλά πεδία, ήταν δύσκολη».

Φασιστική Μνήμη

Η πτώση του φασισμού στις 25 Ιουλίου 1943 ήταν η αφετηρία της αποφαστικοποίησης του ιταλικού αθλητισμού καθώς η Ιταλική Ολυμπιακή Επιτροπή (Comitato Olimpico Nazionale Italiano – CONI) ήταν διαιρεμένη σε δύο τμήματα μεταξύ της απελευθερωμένης Ιταλίας και της Δημοκρατίας του Σαλό. Ο πρώην διεθνής αθλητής του τένις, παγοδρόμος, δημοσιογράφος και αθλητικός αξιωματούχος κόμης Alberto Bonacossa έγινε επικεφαλής της CONI. Ένθερμος μοναρχικός, ήταν ο τέλειος υποψήφιος για να ηγηθεί της CONI στη διάρκεια της δύσκολης μεταβατικής περιόδου μεταξύ της πτώσης του φασισμού στις 25 Ιουλίου 1943 και της υπογραφής της ανακωχής στις 8 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Σήμαινε πολλά για την αλλαγή, ή την απουσία της, στη μετακαθεστωτική Ιταλία. Αν και δεν κατείχε ποτέ θέση ευθύνης υπό το φασισμό, ήταν μάλλον θετικός ως προς τη διακυβέρνηση του, και ο διορισμός του από τη κυβέρνηση του στρατάρχη Badoglio έδειχνε πως η «μεταφασιστική» Ιταλία θα ήταν αυτή της συνέχειας και ασυνέχειας παρά μια χώρα που θα αποκοπτόταν πλήρως από το παρελθόν. Αντί να αλλάξει βαθιά την παλιά τάξη και να θέσει δύσκολα ερωτήματα γύρω από την ευθύνη των απλών Ιταλών για το τι συνέβη υπό το φασισμό, η εστίαση της αλλαγής ήταν στο να απομακρύνει τα στολίδια του παλιού καθεστώτος και εκείνων που θεωρούνταν υπεύθυνοι για την ηγεσία του. Αν και ο Bonacossa εγκατέλειψε την θέση του μετά από λίγο περισσότερο από ένα μήνα, επανατοποθετήθηκε ως μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (IOC) το 1946. Υπεύθυνος για μεγάλο μέρος της άμεσης μεταπολεμικής αθλητικής διπλωματίας της Ιταλίας, προστάτεψε την συμμετοχή της στη ΔΟΕ και απέφυγε τον αποκλεισμό της από διεθνείς διοργανώσεις, αντίθετα με ότι συνέβη στη Γερμανία και την Ιαπωνία.

Τοποθετημένος αρχικά ως εντολοδόχος της CONI στις 20 Ιουνίου 1948, και στη συνέχεια Ανώτερος Επίτροπος τον Οκτώβριο του 1944, ο Giulio Onesti επανεκκίνησε τον ιταλικό αθλητισμό. Δέχτηκε κριτική για διορισμό ατόμων που ήταν γνωστά για τη συνεργασία τους με το φασισμό, κατηγορήθηκε πως έκανε την CONI περισσότερο ολιγαρχική από ότι ήταν υπό το καθεστώς. Το θέμα έδειχνε το ευρύτερο πρόβλημα του τι να κάνεις με τους πρώην υποστηρικτές του καθεστώτος που παρέμειναν μέσα στη διοίκηση και το κρατικό μηχανισμό. Σε μια χώρα όπου η εγγραφή στο Φασιστικό Κόμμα ήταν υποχρεωτική, η απόλυτη εκκαθάριση εκείνων που είχαν εργαστεί στη δημόσια διοίκηση υπό το καθεστώς ήταν αδύνατη. Η «εκκαθάριση» που πραγματοποιήθηκε ωστόσο, ήταν εκείνη από παρτιζάνους και αντιφασίστες που μπήκαν στη δημόσια διοίκηση αμέσως μετά την απελευθέρωση. Η κατάσταση μεγεθύνθηκε από την έλλειψη κάποιας επίσημης δικαστικής διαδικασίας για επιφανή στελέχη της πολιτικής, στρατιωτικής, δικαστικής και οικονομικής ηγεσίας της Φασιστικής Ιταλίας που είχαν σχεδιάσει ή εκτελέσει εγκλήματα πολέμου, αντίθετα με τους ναζί ηγέτες στις δίκες της Νυρεμβέργης.

Η συνέχεια ήταν επίσης ευθύνη και του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας (PCI). Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930 επιφανή στελέχη του PCI όπως ο Palmiro Togliatti και ο Antonio Gramsci είχαν αρχίσει να θεωρητικολογούν τη φασιστική διακυβέρνηση με το να αναγνωρίζουν τη δημοφιλία της μεταξύ των μελών της μεσαίας τάξης. Στηρίζοντας τη κατασκευή μακροπρόθεσμων συμμαχιών με τις μεσαίες τάξεις αντί μιας άμεσης επίθεσης στο κράτος, «η ιταλική οδός προς το σοσιαλισμό» είχε σκοπό να αποφύγει την επανάσταση και την πιθανότητα ο ιταλικός κομμουνισμός να συμβάλλει ξανά στην κατάρρευση της δημοκρατίας. Αφοσιωμένοι στο να συνεργαστούν με τους πολιτικούς τους αντιπάλους, η συμφωνία του PCI με άλλες αντιφασιστικά κόμματα επιβεβαιώθηκε με την «στροφή του Σαλέρνο» (Svolta di Salerno) του Togliatti το Μάρτιο του 1944, στην οποία το θεωρητικά ακόμη επαναστατικό PCI δέχτηκε την άμεση διακυβέρνηση του βασιλιά και την πιθανότητα από κοινού κυβέρνησης με τους καθολικούς και τους μοναρχικούς. Επιπλέον ως υπουργός δικαιοσύνης στην μεταπολεμική αντιφασιστική συμμαχία, ο Togliatti προώθησε μια αμνηστία που έδωσε τη δυνατότητα σε πολλούς φασίστες να αποφύγουν τη τιμωρία. Καθώς δεν υπήρχε ολική μεταρρύθμιση του ποινικού κώδικα του Rocco από το 1930, πολλοί δικαστές ήταν είτε φασίστες ή είχαν εργαστεί μέσα στο σύστημά του και παρέμεινα στη θέση τους μετά το 1945, και παρά την ευρεία στήριξη της κατάργησης τους, οι Έπαρχοι επιβίωσαν αν και πολλοί από αυτούς ήχαν υποστηρίξει το φασισμό κατά τη περίοδο της ανόδου και της εξουσίας του.

Ο αθλητισμός το αντικατόπτριζε αυτό, με ιδιαίτερη συνέχεια μεταξύ των αξιωματούχων του καθεστώτος και της δημοκρατίας. Μια ιδιαίτερη περίπτωση ήταν εκείνη του φλωρεντινού ευγενούς, του μαρκησίου Luigi Ridolfi, που εντάχθηκε στο φασιστικό κίνημα την άνοιξη του 1921. Συμμετείχε «ενεργά στις δραστηριότητες των φασιστικών οργανώσεων και ήταν υποδιοικητής της 2ης Φλωρεντινής Λεγεώνας στη Πορεία στη Ρώμη», το 1922 που ανέβασε τον Mussolini στην εξουσία. Γραμματέας του τοπικού Φασιστικού Κόμματος, από το 1926 ως το 1929, ο Ridolfi ήταν βουλευτής το 1934 και επανεκλέχθηκε το 1939 και το 1943. Ήταν επίσης ιδρυτής (1926) και ο πρώτος πρόεδρος της AC Fiorentina και η κινητήριος δύναμη πίσω από τη κατασκευή του πρωτοποριακού σταδίου της, το πρώην «Giovanni Berta», πλέον «Artemio Franchi». Αντίθετα από τον προπονητή της εθνικής ομάδας Vittorio Pozzo του οποίου «οι υποτιθέμενοι δεσμοί με το καθεστώς […] οδήγησαν στην απομόνωση του στα 1950 και 1960 και στο νέο στάδιο στο Τορίνο να μη πάρει το όνομά του το 1990», ο Ridolfiσυνέχισε να έχει σημαντικές θέσεις μέσα στον μεταφασιστικό ιταλικό αθλητισμό. Το 1951 έγινε ο επικεφαλής του τεχνικού κέντρου της FIGC και επαναδιατύπωσε την ιδέα για ένα «πανεπιστήμιο» για παίχτες και προπονητές που είχε διατυπώσει κατά το μεσοπόλεμο. Εγκαινιάστηκε λίγους μήνες μετά το θάνατο του το 1958, το κέντρο στο Κοβερτσιάνο, στη περιφέρεια της Φλωρεντίας, αφιερώθηκε σε αυτόν.

Πρόεδρος της Ιταλικής Αθλητικής Ομοσπονδίας (FIDAL) από το 1930 ως το 1942, ο Ridolfi εκλέχθηκε ομόφωνα το 1957, μένοντας στη θέση του μέχρι τοι θάνατό του. Από το 1954, ήταν επίσης μέλος του συμβουλίου της CONI που ασκούσε ιδιαίτερη διεθνή επιρροή μέσω τριών μελών από την Ιταλία στην Εκτελεστική Επιτροπή της ΔΟΕ – ο πρώην διεθνής τενίστας Giorgio De Stefani, ο πρώην φασίστας δήμαρχος (Podestà) του Τορίνου, Έπαρχου και υπουργού οικονομικών Paolo Thaon di Revel, και ο Alberto Bonacossa. Αριστοκράτες και αυτοχρηματοδοτούμενοι, ήταν ομοϊδεάτες μεταξύ της ολιγαρχικής ελίτ της ΔΟΕ και ε΄παιξαν καίριο ρόλο στην επιτυχημένη υποψηφιότητα της Ιταλίας για να διοργανώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960 που ήρθε «πάνω από όλα, χάρη στην επιλογή μιας αθλητικής πολιτικής της συνέχειας από την CONI».

Η παρουσία πρώην φασιστών και υποστηρικτών σε όλα τα επίπεδα της κυβλέρνησης, της δημόσιας διοίκησης και της κρατικής οργάνωσης συνέβαλε στη δημιουργία μιας διαδεδομένης αντίληψης των Ιταλών ως καλλών ανθρώπων – brava gente – που ήταν θλυματα παρά οι συνεργοί ή υποστηρικτές του φασισμού. Μεταθέτοντας τις ευθύνες για τις ακρότητες μετά το 1938 στην επιρροή της ναζιστικής Γερμανίας δημιουργείται ένα αφήγημα «κακός Γερμανός/καλός Ιταλός» που μεταθέτει ή εξαφανίζει κάθε αίσθηση ευθύνης για ότι συνέβη, δημιουργώντας έτσι την εικόνα ενός καλοήθους καθεστώτος και ηγέτη. Αυτό φυσικά έχει σχέση με το αν η βάρβαρη αποικιοκρατική εκστρατεία της φασιστικής Ιταλίας στην Ανατολική και Βόρεια Αφρική, η φυλετική πολιτική, και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, για παράδειγμα, αναγνωρίζονται πόσο μάλλον αναλύονται. Η μακροχρόνια επίπτωση που προκάλεσε ήταν:

«μια αποκατάσταση του φασισμού και του Mussolini, σαν να μη συνέβη τίποτα στην ιταλική ιστορία. Ενώ ο φασισμός δεν έχει γίνει ακριβώς ‘καλός’, δεν παρουσιάζεται πλέον ως κάτι εντελώς ‘κακό’. Αυτό το ουδέτερο προφίλ νομιμοποιεί πολλές από τις αξίες, ιδανικά και αναφορές που χρησιμοποιούνταν ή και ακόμη χρησιμοποιούνται από κάποια δεξιά κόμματα».

Η αποτυχία της μεταπολεμικής δημοκρατίας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικα τη κληρονομιά του καθεστώτος ήταν εμφανής στην αποδοχή της «δημιουργίας το 1946 από τους ηττημένους φασίστες ενός πολιτικού κόμματος , το οποίο, αν και δεν αποκαλούνταν φασιστικό, ξεκάθαρα θεωρούσε τον εαυτό του διάδοχο της RSI με το ονομαστεί Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (Movimento Sociale Italiano – MSI). Έτσι η καταστολή και η διαστρέβλωση της μνήμης ήταν σημαντική για τη διατήρηση και ανάπτυξη του μεταπολεμικού νεοφασισμού και του MSI. Η αμετανόητη σχέση του του κόμματος με το καθεστώς κράτησε μέχρι το κομματικό συνέδριο του 1995 στο Φιούγκι όπου, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει μια νομότυπη δύναμη ικανή να κυβερνήσει διαλύθηκε και αντικατάστάθηκε από την μεταφασιστική Εθνική Συμμαχία (Alleanza Nazionale, AN). Υπό την ηγεσία του Gianfranco Fini, απέρριψε τις προηγούμενες αναφορές του MSI στο φασισμό, καταδίκασε τον αντισημιτισμό και τους φυλετικούς νόμους του 1938, επισκέφτηκε το Μαυσωλείο στο Φόσε Αρντεατίνε (Fosse Ardeatine) για να τιμήσει τους παρτιζάνους και τους Ιταλούς στρατιώτες που εκτελέστηκαν εκεί, πριν πάει στο Άουσβιτς σε μια πράξη αναγνώρισης εκείνων που δολοφονήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης και επιπλέον των Ιταλών στρατιωτών που απελάθηκαν ή σκοτώθηκαν στο Ρωσικό Μέτωπο. Ενισχύοντας τις εκλογικές και κυβερνητικές πιθανότητες του κόμματος, ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενος μεταξύ της βάσης του, και μια φράξια του παλιού MSI παρέμεινε πιστή στα ιδανικά της. Αρνούμενη να ενωθεί με την Alleanza Nazionale, σχημάτισαν την Τρίχρωμη Φλόγα (Movimento Sociale Fiamma Tricolore, MSFT). Όπως σημειώνουν οι Testa και Armstrong, αυτή «η κινηματική μερίδα του φασισμού είναι παρούσα σήμερα στη πλειοψηφία των νεοφασιστικών νεανικών οργανώσεων και σίγουρα είναι αναγνωρίσιμη μεταξύ των UltraS».

Ultras

Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο και πρέπει να δοθεί προσοχή στη σημειολογική διαφορά μεταξύ ultrà και ultraS. Το πρώτο σημείο που πρέπει να υπογραμμιστεί είναι πως αυτές οι αφοσιωμένες οργανώσεις οπαδών δεν είναι κατ’ ανάγκη, εκ φύσεως βίαιες. Διαφοροποιώντας μεταξύ των δύο όρων, ο Ricatti είπε πως ο όρος ultrà υποκαθίσταται κάποιες φορές από τον όρο ultras, και οι δύο «είναι συνήθως συνώνυμοι, αν και μερικές φορές χρησιμοποιούνται με διαφορετική έννοια από οπαδούς της Roma, που δείχνουν με τον πρώτο τους παραδοσιακούς Ιταλούς φανατικούς οπαδούς ποδοσφαίρου, και, με τον δεύτερο, οργανώσεις ποιο κοντά στο αγγλικό μοντέλο των χούλιγκανς». Οι Testa και Armstrong επίσης αμφισβητούν την συχνή υπόθεση πως οι πρωτύτερα καθιερωμένοι ultrà και οι πιο πρόσφατοι ultraS είναι συνώνυμοι με τον αγγλικό όρο «hooligan»: «Στο ιταλικό πλαίσιο, οι ultraS είναι ίσως χούλιγκανς, αλλά πολύ διαφορετικού είδους, επειδή είναι πλέον αναπόσπαστα συνδεδεμένοι με τον ιταλικό νεοφασισμό του τέλους του 20ου αιώνα».

Μια επιπλέον γέφυρα που συνδέει το φασιστικό ποδόσφαιρο της δεκαετίας του 1930 με το νεοφασισμό των γηπέδων σήμερα ήταν η περίοδος της έντονης και ακραίας πολιτικής βίας στην Ιταλία από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 ως τις αρχές εκείνης του 1980. Αποτέλεσμα τόσο του ανολοκλήρωτου εμφυλίου πολέμου από το 1943-945 και η αποτυχία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος να εισάγει μεταρρυθμίσεις σε αντίδραση του δραματικού εκμοντερνισμού της ιταλικής κοινωνίας στη διάρκεια του «οικονομικού θαύματος», η πόλωση της ιταλικής πολιτικής, η πολιτικοποίηση των πλατειών (piazzas) και η βία που τη συνόδευε μεταφέρθηκε στα ποδοσφαιρικά γήπεδα.

Το κίνημα διαμαρτυρίας που ξεκίνησε από τα πανεπιστήμια το 1968 και μεταφέρθηκε στα εργοστάσια την επόμενη χρονιά ριζοσπαστικοποίησε μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας και άφησε μια παράδοση μικρών και ιδιαίτερα πολιτικοποιημένων ομάδων νεαρών Ιταλών από τις οποίες προήλθαν οι ultrà. Ταυτιζόμενοι έντονα με το στάδιο, την ομάδα και την εντοπιότητα τους, πήραν τη σύγκρουση που ήταν αισθητή στην ιταλική δημόσια ζωή στα γήπεδα, έδωσαν στο ποδόσφαιρο ένα πολιτικό πλαίσιο και σημασία, και πρόσφεραν στους υποστηρικτές πολιτική ταυτότητα. Διαιρεμένοι από την υποστήριξη τους για το κομμουνισμό ή το νεοφασισμό, ενώθηκαν γύρω από μια απόρριψη και αντίσταση σε όλες τις μορφές οργάνωσης και ελέγχου. Μιμούμενοι το στυλ, τις δομές και τα χαρακτηριστικά αντικουλτούρας πολιτικών οργανώσεων, η δημιουργία των κολεκτίβων των ultrà και στα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος αντικατοπτρίζονταν στα ονόματά τους, όπως οι αριστεροί Fossa dei Leoni (Η Φωλιά του Λιονταριού) της Milan, η πρώτη σύγχρονη οργάνωση ultrà που ιδρύθηκε το 1968, και η «Brigate Rossonere» (Κόκκινες και Μαύρες Ταξιαρχίες), και οι δεξιοί αντίπαλοι τους στη πόλη, οι Boys SAN (Ένοπλη Μαύρη και Μπλε Ομάδα) της Inter «δημιουργήθηκαν από μέλη του Fronte della Gioventù – της νεολαίας του ιταλικού νεοφασιστικού κόμματος MSI».

Η επίπτωση της ριζοσπαστικοποίησης της Ιταλίας μετά το 1968 αντικατοπτρίστηκε στην ομάδα της SS Lazio που κέρδισε το πρώτο της τίτλο το 1974 με ένα σύνολο από εκκεντρικούς παίχτες φνωστούς για το πάθος τους για όπλα, μιλιταρισμό, αλεξιπτωτισμό και μερικούς που στήριζαν το MSI. Η επιτυχία του πρωταθλήματος προσέλκυσε νέους υποστηρικτές  και οπαδούς στην curva nord όπου οργανώσεις όπως οι Folgore, που είχαν πάρει το όνομά τους από ένα τάγμα αλεξιπτωτιστών του ιταλικού στρατού που θαύμαζε η νεοφασιστική νεολαία, άρχισαν να εμφανίζονται. Κάποιες από αυτές τις οργανώσεις ενώθηκαν για να σχηματίσουν τους Eagles Supporters το 1976, που οργάνωναν θεαματικές επιδείξεις τις μέρες των παιχνιδιών. Αφοσιωμένοι άλλα σχετικά ειρηνικοί` και απολίτικοι, ήταν διαφορετικοί και περιστασιακά συγκρούονταν με τους πιο ακραίους Vikings που κυριαρχούσαν στην curva μέχρι το 1987 και την εμφάνιση των Irriducibili, που έγιναν η βασική του δύναμη.

Οι συγκρούσεις εξουσίας μέσα στην curva nord ήταν ενδεικτικές του πως, στη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980, πολλοί παλιότεροι ηγέτες έχασαν τον έλεγχο καθώς οι οργανώσεις άρχισαν να διασπώνται σε μικρότερες φράξιες. Ενώ κάποιοι έγιναν πολιτικά ουδέτεροι ή απολίτικοι, άλλοι ανέπτυξαν τοπικές και εθνικές πολιτικές ατζέντες. Σε πόλεις με δυο ομάδες, αυτές  συχνά είχαν διακριτές πολιτικές ταυτότητες, όπως η AC Milan ήταν η παραδοσιακή ομάδα των εργατών του σιδηροδρόμου και της εργατικής τάξης και οι αντίπαλοί τους της Internazionale αντιπροσώπευαν τους πιο συντηρητικούς αστούς. Οι ταυτότητες των ομάδων επίσης αντικατόπτριζαν περιοχές με διακριτές πολιτικές τοποθετήσεις, πιο ιδιαίτερα στα οχυρά της Lega Nord στη Λομβαρδία και στο Βένετο που συχνά επιδείκνυαν έντονη ρατσιστική και κατά του νότου ρητορική. Καθώς τοπικές και περιφερειακές ταυτότητες έγιναν πιο ισχυρές από την επίπτωση της παγκοσμιοποίησης πάνω σε μάλλον εσφαλμένες ιδέες της ιταλικής ομοιογένειας, πολλές οργανώσεις οπαδών μετατοπίστηκαν προς το δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος. Με τις πόλεις να ερμηνεύονται όλο και περισσότερο ως piccole patrie (μικρές πατρίδες), υπήρχε και μια αντίστοιχη αύξηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.

Τέτοιες ιδέες και συμπεριφορές έγιναν όλο και πιο εμφανείς μεταξύ των Boys της AS Roma, που έφτασαν στη κυριαρχία στα τέλη της δεκαετίας του 1980 καθώς η παλιά φρουρά της curva sud άρχισε να υποχωρεί. Υιοθετώντας το διπλό πέλεκυ ως σύμβολο τους, οι πυλώνες της ιδεολογίας τους είναι εξίσου προβλέψιμοι και λαϊκίστικοι: η εξύμνηση του Mussolini ως το σπουδαιότερο πρόσωπο της ιταλικής ιστορίας και η τιμή προς την αρχαία Ρώμη και τη φασιστική εποχή, ενωμένες μαζί από την πολιτισμική μνήμη που ερμηνεύει και εφευρίσκει εκ νέου το παρελθόν. Το 2005 στο Λιβόρνο, μια μισητή αντίπαλο εξαιτίας της έντονης κομμουνιστικής ιστορίας και της ομάδας και της πόλης, άπλωσαν σημαίες που είχαν πάνω τους σβάστικες και κέλτικους σταυρούς (το σύμβολο του νεοφασισμού) και τραγουδούσαν όλοι μαζί «Duce, Duce», αναφερόμενοι στον Mussolini. Τα γεγονότα επαναλήφθηκαν στο Stadio Olimpico τον επόμενο Ιανουάριο όταν η Roma φιλοξενούσε τη Livorno και περιλάμβανε και ένα ασπ΄ρομαυρο πανό που έγραφε: «Lazio­Livorno: stessa iniziale, stesso forno» (Lazio- Livorno: ίδια ρίζα, ίδιος φούρνος).

Επιδιώκοντας ξανά να προσβάλλουν μέσα από τη σύνδεση με την εβραϊκότητα, το πανό έκανε λογοπαίγνιο με την ομοιοκαταληξία μεταξύ των λέξεων «Livorno» και «forno». Δείχνοντας πως οι πρόεδροι των ομάδων ήταν προσεκτικοί να μη προσβάλουν τους ακραίους υποστηρικτές, ο πρόεδρος της AS Roma, Franco Sensi ζήτησε απλά «η πολιτική μένει έξω από το γήπεδο». Μιλώντας με ένα παρόμοιο τρόπο αναφορικά με το άθλημα και τη πολιτική, ο δήμαρχος της Ρώμης, Walter Veltroni συνέδεσε παρόλα αυτά το συμβάν με το παρελθόν της πόλης: «η πολιτική πρέπει να μείνει εκτός γηπέδου […] αλλά ακόμη περισσότερο η απολογία για το ναζιστικό καθεστώς που έφερε τόσο τρόμο και θάνατο στο κόσμο […] η Ρώμη είναι πόλη του εκτοπισμού των Εβραίων, η Ρώμη είναι η πόλη του Φόσε Αρντεατίνε. Τέτοιου είδους συμπεριφορά δεν μπορεί να γίνει ανεκτή». Ο εκπρόσωπος της εβραϊκής κοινότητας της Ρώμης, ο Riccardo Pacifici απαίτησε μια απάντηση από τον υπουργό εσωτερικών Beppe Pisanu και τον επικεφαλής της αστυνομίας Marcello Fulvi, γιατί ο νόμος Mancino (ΣτΜ: από τον υπουργό εσωτερικών που τον εισηγήθηκε) που καταδικάζει την διάχυση φυλετικού, εθνοτικού ή εθνικού μίσους δεν εφαρμόστηκε όταν πολλοί εβραϊκής και μη καταγωγής οπαδοί στο κοινό του σταδίου διαμαρτυρήθηκαν απευθείας στην αστυνομία.  Δεν ήταν καθόλου το πρώτο τέτοιο περιστατικό, ένα παρόμοιο πανό εμφανίστηκε στη διάρκεια του ντέρμπι της Ρώμης το 1998: «Το Άουσβιτς η πατρίδα σας, οι φούρνοι τα σπίτια σας». Το είχαν ξεδιπλώσει οι Irriducibili της Lazio, μια από τις οργανώσεις ultrà που σχετίζεται περισσότερο με το νεοφασισμό.

Υιοθετώντας τον αετό ως σύμβολο τους, ο οποίος είναι κοινός με εκείνο της ομάδας αν και διαφορετικός στυλιστικά, το σύνθημα των Irriducibili – Τόλμα, Πίστευε, Ρίσκαρε – που απαιτεί μικρή φαντασία όταν συσχετίζεται με το γνωμικό του φασιστικού καθεστώτος για την ιταλική νεολαία – Πίστευε, Υπάκουε, Πολέμα. Θαυμάζοντας την αρχαία Ρώμη, το αυτοκρατορικό παρελθόν και εξυμνώντας το Mussolini, μοιράζονται αυτές τις συμπάθειες με τους νεοφασίστες αντιπάλους τους της Roma. Τέτοιες ιδέες είναι κεντρικές στην ιδιαίτερα παραδοσιακή και συμβολική αντίληψη που έχουν για το κόσμο οι ultraS, και μέσα στο πλαίσιο αυτό, η σημασία του Mussolini προχωρά πέρα από τις σημαίες στα γήπεδα. Αντιμετωπιζόμενος ως ο σπουδαιότερος άνδρας της ιταλικής ιστορίας, ένα άτομο που αντιπροσώπευε και εφάρμοζε τη θέληση του λαού, αυτή η αναθεώρηση της ιστορίας προσφέρεται έξω από το πλαίσιο της έμφυτης βίας του καθεστώτος και την εμπλοκή του σε θηριωδίες. Παρουσιάζεται επίσης συχνά ως αγνότερη, πιο έντιμη περίοδος και έτσι διαφέρει με την διαφθορά της σύγχρονης πολιτικής.

Ερχόμενοι αμέσως μετά την πτώση των Κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη, το σκάνδαλο διαφθοράς «Tangentopoli» στις αρχές της δεκαετίας του 1990 έφερε στο τέλος της την μεταπολεμική Πρώτη Δημοκρατία και έκανε κάποιους ιστορικούς να αναθεωρήσουν τα γεγονότα του 1943-1945 και την απελευθέρωση της Ιταλίας. Αντί για ένα κίνημα συλλογικής ταύτισης, η επαναξιολόγηση της Αντίστασης κατηγόρησε το PCI για «χειραγώγηση την ιστορική καταγραφή για τα δικά του χυδαία πολιτικά κίνητρα» και ελαχιστοποίησε το ρόλο των κομμουνιστών παρτιζάνων στη γέννηση του δημοκρατικού κράτους. Την ίδια στιγμή, πρόσφερε επίσης μια αποκατάσταση του καθεστώτος και του Mussolini.

Ένα ξεκάθαρο παράδειγμα αυτής της τάσης ήταν η υπομονή του πρωθυπουργού Silvio Berlusconi, το 2003, πως «ο Mussolini δεν σκότωσε ποτέ κανένα. Ο Mussolini έστελεν κόσμο σε διακοπές σε εσωτερική εξορία». Επικίνδυνα παραπλανητικό και εντελώς υποκριτικό, είναι ψεύτικη ιστορία. Παρουσιάζοντας μια φαινομενικά έγκυρη ανάγνωση του παρελθόντος, η παραμόρφωση δημιουργεί μεγαλύτερό σεβασμό/αποδοχή για αυτό που προηγουμένως θεωρούνταν ως ηθικά απεχθές, κάτι που ήταν σημαντικό για την κυβερνητική συμμαχία του Berlusconi που περιλάμβανε τη δεξιά Alleanza Nazionale.

Paolo Di Canio

Η αναθεώρηση του φασισμού διευκολύνει κάθε δυσκολία που ίσως υπάρχει για οπαδούς που εξυμνούν μια ρομαντικοποιημένη εκδοχή του φασιστικού παρελθόντος της Ιταλίας. Το να βλέπει το παρόν μέσα από το παρελθόν ήταν κάτι που άρεσε και στον Mussolini, που υιοθέτησε το τίτλο Il Duce. Το λατινικό του DUX (ηγέτης), το πρώην μέλος των Irriducibili και πρώην παίχτης της Lazio, Paolo Di Canio έχει κάνει τατουάζ στο δικέφαλό του μαζί με ένα ρωμαϊκό αετό και το κρανοφορεμένο κεφάλι του Mussolini στη πλάτη του. Ανοιχτά υποστηριχτής του φασισμού και του ηγέτη του, τον Ιανουάριο του 2005 έκανε το ρωμαϊκό χαιρετισμό προς τους Irriducibili μετά τη νίκη της Lazio στο ντέρμπι της Ρώμης, μια κίνηση που εκτιμήθηκε από την Alessandra Mussolini, εγγονή του Il Duce και βουλευτίνα εκείνη την εποχή: «Τι όμορφος ρωμαϊκός χαιρετισμός, μου άρεσε πολύ. Με συγκίνησε και θα του στείλω ευχαριστήρια κάρτα». Ενώ ο Di Canio προσπάθησε να πάρει αποστάσεις από τα σχόλια της, επανέλαβε τη χειρονομία εναντίον της Siena, της Livorno και της Juventus στις 17 Νοεμβρίου. Τιμωρημένος με μια αγωνιστική αποκλεισμό και πρόστιμο 10000€, η Lazio πέτυχε την ανάκληση του αποκλεισμού. Απαιτώντας «αναγνώριση της νομιμότητας και την πλήρη απουσία απαγόρευσης του ρωμαϊκού χαιρετισμού», η έφεση έδειξε τη γκρίζα περιοχή που καλύπτει την απολογία του φασισμού στην Ιταλία. Όπως είπε η υπεράσπιση του Di Canio, ενώ το σύνταγμα απαγορεύει ξεκάθαρα τον επανασχηματισμό του απαγορευμένου Φασιστικού Κόμματος, προστατεύει επίσης ξεκάθαρα την ελευθερία της έκφρασης και της σκέψης. Έτσι, το έγκλημα της φασιστικής απολογίας μπορεί να υπάρχει όταν υπάρχει στόχος επανασχηματισμού του Φασιστικού κόμματος. Ο ρωμαϊκός χαιρετισμός από μόνος του έτσι δεν είναι έγκλημα. Δίχως σαφή διευκρίνηση να έχει επιτευχθεί αναφορικά με την νομιμότητα ή το αντίθετο, έγινε ενδεικτικό του εθνικού προβλήματος της Ιταλίας.

Ο Di Canio επίσης εξήγησε τι σήμαινε η χειρονομία για τον ίδιο: «Κάνω το ρωμαϊκό χαιρετισμό ως χαιρετισμό σε συντρόφους, είναι αφιερωμένος στους ανθρώπους μου. Με το τεντωμένο χέρι δεν υποκινώ βία, ούτε φυλετικό μίσος […] Ο χαιρετισμός μου […] δεν είναι πολιτικός αλλά αποκλειστικά αθλητικός». Ορίζοντας τον εαυτό του ως φασίστα αλλά όχι ρατσιστή, έχει χρησιμοποιήσει αυτή την υπεράσπιση σε δύο περιπτώσεις που δημοσιοποιήθηκαν ιδιαίτερα. Το Μάρτιο του 2013, μια αντιπαράθεση ξέσπασε στο Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ) μετά τη πρόσληψη του ως προπονητή της Sunderland AFC, που προκάλεσε την άμεση παραίτηση του πρώην υπουργού εξωτερικών του ΗΒ, David Milliband από τη θέση του ως αντιπροέδρου της ομάδας. Το Σεμπτέμβριο του 2016, απομακρύνθηκε από παρουσιαστής της εκπομπής του ιταλικού Sky Sport για το αγγλικό ποδόσφαιρο με τίτλο Di Canio Premier Show όταν εμφανίστηκε στον αέρα με ένα κοντομάνικο πόλο που άφηνε να φανεί το τατουάζ του που έγραφε DUX. πιο σημαντικό για το γεγονός πως το Sky τον είχε προσλάβει αρχικά, με δεδομένο πως τα τατουάζ και οι απόψεις του δεν μπορούσαν να θεωρηθούν καλά κρυμμένο μυστικό, έδειξε ξανά έδειξε ξανά τα στραβά μάτια που κάνει το ιταλικό ποδόσφαιρο στο φασισμό, εκτός και αν υπάρχουν οικονομικές επιπλοκές.

Το σχόλιο του Di Canio που δήλωνε φασίστας αλλά όχι ρατσιστής μπορεί να ριπωθεί για μερικούς από τους πρώιμους ιδεαλιστές του φασισμού: ο Mussolini αρχικά ήταν αντίθετος στις ιδέες του Νορδικού ρατσισμού μέχρι που οι επιστήμονές του βρήκαν πως οι Ιταλοί είναι στη πραγματικότητα Άρειοι. Δεν έχει σημασία όμως, είναι μια πολύπλοκη υπόθεση να αναλυθεί που απαιτεί το είδος επιλεκτικής ανάγνωσης του παρελθόντος που είναι εμφανής στην αυτοβιογραφία του. Ισχυριζόμενος πως ο Mussolini ήταν ϊδιαίτερα παρεξηγημένο άτομο», ο Di Canio τον παρουσιάζει ως άνθρωπό αρχών που τιμωρήθηκε επειδή έλεγε τη γνώμη του. Ελεύθερος να εκφράσει την άποψη του, όπως λέει, είναι ωστόσο ιστορικό γεγονός πως ο «Mussolini κατάφερε να συντάξει μια ολόκληρη χώρα γύρω του». Η άποψη για το καθεστώς, είναι στη πραγματικότητα, μια από τις μεγαλύτερες ιστορικές συζητήσεις για τον ιταλικό φασισμό. Ιδιαίτερα ανησυχητικά δηλώνει:

«Αν και θαυμάζω το τρόπο που έχτισε την εξουσία του, είμαι εντυπωσιασμένος από το τρόπο που την εδραίωσε και την χρησιμοποίησε. Ο Mussolini ήταν πεπεισμένος πως έπρεπε να σώσει τη χώρα από τους άλλους. Για εκείνον, οι κίνδυνοι ήταν τεράστιοι, υπήρχε ένα υψηλότερος σκοπός που δικαίωναν τα μέσα του […] Παραπλάνησε ανθρώπους, συχνά οι πράξεις του ήταν αισχρές ή υπολογισμένες. Αλλά όλα αυτά γίνονταν χάρη σε ένα ανώτερο σκοπό. Αυτό που κινδύνευε ήταν η μοίρα του έθνους. Θυσίασε άτομα για αυτό που θεωρούσε μεγαλύτερο καλό. Και έκανε πολύ καλό, από την καθιέρωση της εθνικής σύνταξης, τον εκσυγχρονισμό των σιδηροδρόμων ως την αποκατάσταση της περιφάνιας ενός ολόκληρου λαού».

Είναι μια ενδιαφέρουσα υπεράσπιση του Mussolini που δικαιολογεί τα μέσα, όπως ο φόνος του σοσιαλιστή βουλευτή Giacomo Matteotti και η πλήρης κατάργηση της δημοκρατίας και των πολιτικών δικαιωμάτων, για το σκοπό, της προφανούς σωτηρίας της χώρας. Είναι ανόθευτος λαϊκισμός στη καλύτερη περίπτωση, ψεύτικη ιστορία στη χειρότερη, αν και τέτοια που αποκτά όλο και μεγαλύτερη υποστήριξη στην Ιταλία  όπου η έκφραση σεβασμού για το φασισμό και τις πράξεις του δεν είναι πλέον ασυνήθιστη.

Siniša Mihajlović

Ο Christian Bromberger έχει πει πως «Αν το γενικό σ
« Τελευταία τροποποίηση: Τετ 13 Μάι 2020 01:26 από fon7 »
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.297
    • Προφίλ
Απ: Πολιτική και ποδόσφαιρο
« Απάντηση #118 στις: Δευ 29 Μάι 2023 22:28 »
Η καταπολέμηση του Ρατσισμού στον Αθλητισμό και η μάχη κατά των διακρίσεων (vids)


Ο ρατσισμός συνεχίζει να μαστίζει τον κόσμο, αλλά πρόσφατα έχουν γίνει πολλά τα σημάδια ότι έχει εισχωρήσει για τα καλά στον αθλητισμό.
Αυτές οι πράξεις υπονομεύουν τις βασικές αξίες της συμμετοχικότητας, της δικαιοσύνης και πάνω από όλα του σεβασμού της ανθρώπινης ύπαρξης. Πρόσφατα περιστατικά ανέδειξαν για ακόμα μια φορά την επείγουσα ανάγκη για συντονισμένες προσπάθειες εξάλειψης αυτού του φαινομένου από τον αθλητισμό. Αυτές τις ημέρες κυριαρχεί το θέμα του Βινίσιους, ο οποίος αντιμετώπισε ρατσιστικές επιθέσεις κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης της Ρεάλ Μαδρίτης για το ισπανικό πρωτάθλημα.

Η… μονιμοποίηση του ρατσισμού στον αθλητισμό
Μπορεί να έχουν γίνει κάποια βήματα προόδου στην αντιμετώπιση των φυλετικών διακρίσεων, ωστόσο εξακολουθούν να αμαυρώνουν τον χώρο του αθλητισμού περιστατικά ρατσισμού. Χειρονομίες διακρίσεων, αποδοκιμασίες και αντικείμενα γίνονται… όπλο στους ανεγκέφαλους της εξέδρας απέναντι σε αθλητές διαφορετικής καταγωγής καταστρατηγώντας έτσι το πνεύμα του δίκαιου ανταγωνισμού. Η περίπτωση του Βινίσιους της Ρεάλ Μαδρίτης μας υπενθυμίζει πως ακόμα και οι αθλητές τέτοιου βεληνεκούς δεν μένουν απρόσβλητοι από τέτοιες απεχθείς πρακτικές και γίνονται δέκτες συμπεριφοράς που δημιουργεί λανθασμένα πρότυπα και παράλληλα καλλιεργεί τη διαίρεση και την αίσθηση του αποκλεισμού μεταξύ διαφορετικών φυλετικών ομάδων. Φυσικά δεν είναι μόνο ο Βραζιλιάνος άσος της «βασίλισσας». Δεν πρέπει να ξεχνάμε τις περιπτώσεις του Μάλκομ από τους φιλάθλους της νέας του ομάδας όταν πήρε μεταγραφή στη Ζενίτ, ή ακόμα και του Λιούις Χάμιλτον, όταν τον διέσυραν στο διαδίκτυο υποστηρικτές του Φερνάντο Αλόνσο την εποχή που οι δύο πιλότοι απλά προσπαθούσαν να κυριαρχήσουν στη Formoula 1.



Οι συνέπειες του ρατσισμού  εκτείνονται πέρα από το πεδίο του αθλητισμού και αγγίζει την κοινωνία μας. Τα θύματα αυτού του φαινομένου μπορεί να βιώσουν στη συνέχεια ψυχολογικές και συναισθηματικές επιπτώσεις, βάζοντας σε κίνδυνο την καριέρα τους, καθώς δεν μπορούν να διαχειριστούν την πίεση και τα συναισθήματά τους από την εχθρότητα που βίωσαν εντός ή εκτός γηπέδου.  Επίσης, μπορεί να μειώνει την ευχαρίστηση και την αγάπη που νιώθουν για το άθλημα, επηρεάζοντας την απόδοσή τους και σε κάποιες περιπτώσεις να βάζουν τέλος στην καριέρα τους ή να ανυπομονούν να συμβεί, όπως στην περίπτωση του Ντάνι Ρόουζ, ο οποίος δύο φορές μέχρι τώρα έχει πέσει θύμα ρατσιστικής συμπεριφοράς. Σε δηλώσεις του μετά τον αγώνα της Εθνικής ομάδας της Αγγλίας κόντρα στο Μαυροβούνιο είχε πει χαρακτηριστικά, «Ανυπομονώ να αποσυρθώ από το ποδόσφαιρο μετά από όσα έζησα σήμερα».

Ο ρατσισμός στον αθλητισμό έχει μεγάλο αντίκτυπο και στην κοινωνία
Αυτές οι κατάπτυστες συμπεριφορές δεν επηρεάζουν μόνο τους αθλητές, αλλά έχουν και ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις, στέλνοντας ένα επιζήμιο μήνυμα στην κοινωνία μας, διαιωνίζοντας παράλληλα επιβλαβή στερεότυπα. Οι εξέδρες γίνονται η βάση για την εκδήλωση ενεργειών που υπονομεύουν τις αρχές της ισότητας και δημιουργούν εμπόδια για την κοινωνική συνοχή και την οικοδόμηση μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς και ανισότητες.



Στις 14 Οκτωβρίου του 2019 μία μικρή μερίδα Βουλγάρων φιλάθλων χαιρετούσαν ναζιστικά μαύρους παίκτες της Αγγλίας στην αναμέτρηση των δύο ομάδων. Ο Ιβελίν Ποπόφ πήγε προς το μέρος τους και μάταια τους ζητούσε να αλλάξουν τακτική. Διακοπές υπήρξαν πολλές μέχρι το τέλος του αγώνα, αλλά το κακό είχε γίνει, αφού αυτή η συμπεριφορά μπήκε στα σπίτια όλου του κόσμου, είτε μέσω της τηλεόρασης, είτε μέσω του διαδικτύου. Οι δράστες πέτυχαν τον σκοπό τους διαφημίζοντας μία πρακτική που δηλητηριάζει το μυαλό αδύναμων χαρακτήρων και σπέρνουν το μίσος έναντι των συνανθρώπων μας που έχουν διαφορετικό χρώμα στο δέρμα τους ή διαφορετική καταγωγή.

Ο ρόλος των διεθνών ομοσπονδιών και των εγχώριων οργανισμών

Τα ανησυχητικά αυτά φαινόμενα έχουν θορυβήσει τις αθλητικές ομοσπονδίες και τους διεθνείς οργανισμούς με αποτέλεσμα να διοργανώνουν δράσεις για την καταπολέμηση του ρατσισμού. Τα Ηνωμένα Έθνη μέσω των μηχανισμών τους για τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν χαράξει στρατηγικές προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον ρατσισμό στην κοινωνία και τον αθλητισμό. Οι δράσεις έχουν ως στόχο τη νεολαία, καθώς τα παιδιά και οι νεαροί άνθρωποι θα βάλουν τα θεμέλια για την εξάλειψη της παγκόσμιας πανδημίας του ρατσισμού. 

Η FIFA, η UEFA, η FIBA και η Euroleague έχουν εφαρμόσει αρκετά σχέδια δράσης για να προωθήσουν την ποικιλομορφία και να βάλουν τέλος σε αντιλήψεις περί φυλετικής ανωτερότητας, ενώ έχουν ορίσει αυστηρές ποινές για τους… παραβάτες.

Εκστρατείες ευαισθητοποίησης πραγματοποιούν και οι εγχώριες λίγκες. Κάθε χρόνο η Super League, η Basket League και άλλα πρωταθλήματα ή διοργανώσεις αφιερώνουν αγωνιστικές και περνάνε μηνύματα μέσω των αθλητών κατά των διακρίσεων.

twitter

Είναι αυτό όμως αρκετό; Φυσικά όχι, καθώς ο ρατσισμός είναι ένα παγκόσμιο, βαθιά ριζωμένο κακό που μολύνει τις κοινωνίες και υπερβαίνει γενεές.

Αντιμετώπιση και ευαισθητοποίηση
Χρειάζονται πολλά περισσότερα από μηδενική ανοχή σε οποιαδήποτε ενέργεια ρατσισμού ή υποβάθμισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, προκειμένου να εξαλειφθούν αυτά τα φαινόμενα στον αθλητισμό. Χρειάζεται συλλογική ευθύνη όλων των εμπλεκόμενων φορέων, δηλαδή από τους πρωταγωνιστές που είναι οι αθλητές και οι προπονητές μέχρι και τους παράγοντες ή τους προέδρους των ομοσπονδιών. Όλοι πρέπει να συμβάλλουν ενεργά στη δημιουργία μιας κουλτούρας ανεκτικότητας, σεβασμού και να ενθαρρύνονται πρωτοβουλίες που προωθούν την ισότητα και πάνω από όλα την ενότητα.

Η εκπαίδευση πρέπει να βρίσκεται στην πρώτη θέση της λίστας με την οργάνωση προγραμμάτων, σεμιναρίων και άλλων τέτοιων μορφών δράσεων που θα βοηθούν την αντιμετώπιση των βαθιά ριζωμένων προκαταλήψεων. Όλα αυτά και ακόμα περισσότερα θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα επίπεδα του αθλητισμού, προωθώντας την ενσυναίσθηση, την κατανόηση και τον σεβασμό μεταξύ των συμμετεχόντων.

Ο δρόμος της λύσης
Το περιστατικό με τον Βινίσιους έφερε ξανά στην επιφάνεια το επίμονο πρόβλημα του ρατσισμού στον αθλητισμό. Είναι επιτακτική ανάγκη να ληφθούν άμεσα και ολοκληρωμένα μέτρα για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων στον κόσμο των σπορ. Όλοι πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον χωρίς αποκλεισμούς που να αντέχει τη διαφορετικότητα και να στηρίζεται στις αρχές της ισότητας. Η ενότητα θα ανοίξει το δρόμο όπου όλοι οι αθλητές θα αγωνίζονται με ίσους όρους, χωρίς την παρενόχληση και την επιθετική συμπεριφορά ανεγκέφαλων, αλλά με ίσους και δίκαιους όρους ανταγωνισμού.
https://www.novasports.gr/sport/podosfairo/event/laliga-division/article/12904484/i-katapolemisi-tou-ratsismou-ston-athlitismo-kai-i-maxi-kata-ton-diakriseon-vids/

Ένας δικός μας είχε βιώσει για τα καλά τον ρατσισμό στο γήπεδο
http://www.pas.gr/forum/index.php?topic=8516.msg233746#msg233746