Γύρω απ’ τη συναυλία – γλέντι του ΝΙΚΟΥ στη Φ.Ε., υπάρχει συγκλονιστικό παρασκήνιο, σχετικά με την απλότητα και αφιρμάρστο της διαπροσωπικής σχέσης του ΝΙΚΟΥ, με τα άτομα της διοργάνωσης πριν και μετά τη συναυλία, αλλά και με όποιον τον πλησίασε για δυο κουβέντες, απλές.
Ο Νίκος , βρέθηκε να είναι πολύ ενθουσιασμένος ως φίλος και απόλυτα δοσμένος ως μουσικός, απέναντι σ’ ένα ιδιαίτερα ζωηρό και ευγενικό «κοινό», λούτσα στα κρασιά και στις ρετσίνες.
Ένιωσε ένα πρωτόγνωρο και ανεξήγητο «κλικ φλάς» μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο.
Κάτι που τον έφερνε πιο κοντά σ’ αυτό που φαινομενικά πρέσβευε και όσοι μεταχυντικά, δε χώνευαν κάτι πάνω σ' αυτόν σ’ αυτόν, ήταν ο ίδιος ο αχώνευτος ΝΙΚΟΣ και το ντύσιμό του.
Κάπου εκεί κοντά στη Θεσσαλονίκη και με αγάπη στο ΝΙΚΟ, κούρδιζαν, ο Γιώργος Χουλιάρας με το Νίκο Στρουθόπουλο, κιθάρα και μπουζούκι αντίστοιχα και Η Δώρα Στρουθοπούλου (κόρη) τραγούδι. Κι ο Μητρέτζης κι ο Χοντρονάκος σαν μεγαλύτερος, συπλήρωναν τη μουσική σκηνή της Θεσσαλονίκης.
Κι ο Τερζής, μπορεί να θυμάται κάτι από το ΝΙΚΟ.
Όπως οι Μιλάνοι στο Βόλο. Λίγοι ξέρουν για τους Μιλάνους σήμερα.
Μετά ήρθε ο Ρουβάς με τη Μούσχουρη, με το Σημίτη και με τα Πρέσπεια του Λιάνη.
Ο ΝΙΚΟΣ δεν πάντρεψε τη ροκ σκηνή με τη λαϊκή, έτσι για να γράψουν σήμερα οι βίοι και οι επικήδειοι της ρουτίνας. Δεν ήταν κουμπάρος κανενός. Σκοπός του ήταν η παντρειά των γενεών. Γι αυτό είχε φροντίσει να ‘χει το στούντιό του, τη σχολή του, για τη μέθεξη και τη μύηση κάποιων που περπατούν αναλόγως του ΝΙΚΟΥ, σήμερα.
Ο ΝΙΚΟΣ κατάφερε να βαφτίσει και να παντρέψει μουσικές γενιές και αντιστάθηκε δονκιχωνικά σ την άνευ όρων παράδοσή της τραγουδοποίησης , στο μοιραίο δισκογραφικό τάμπα τούμπα της λαιφ τσάιλ και της αρπαχτής των ψευτοροκάδων, εκ του περισσού
ΓΙΑΝΝΙΝΑ
Σχετικά με το παρασκήνιο, μια ωραία σκηνή ήταν όταν τελείωσε η συναυλία - γλέντι στη Φοιτητική Εστία Περιβλέπτου και η φιλόλογος Γεωργία μας (!), ήταν σε ωραία πίτα φάση, έτσι που δεν ανέβαινε με τίποτα στο δωμάτιό της, αν δεν την πήγαινε ο ΝΙΚΟΣ.
Με τα πολλά, πήγα στο ΝΙΚΟ, που μάζευε καλώδια και του είπα, το και το Νικόλα. Αμέσως μ’ ακολούθησε προς τη σκάλα, τη βούτηξε αγκαλιά, ανέβηκε όλες τις σκάλες τραγουδώντας, πέρασε τους διαδρόμους και την πήγαμε μαζί στο κρεβάτι της. Αυτά.
Μετά, ήθελαν και δυο ακόμα κοριτσάκια μας, ανάλογη διακομιδή, αλλά ο καημένος ήδη είχε πιαστεί από τη Γίτσα, τις βολέψαμε όμως στο περπατητό.
Σχετικά, με το συγκεκριμένο τύπο «μαντιλιού» του ΝΙΚΟΥ, αυτό το μαντίλι το «φόραγε» μια συγκεκριμένη νεολαιίστικη άποψη από ’76 – ‘82. Πράγματι, πέρα απ’ τα φουλάρια που συνήθιζε να φοράει ο ΝΙΚΟΣ από οικογενειακή παράδοση, το καθιερωμένο του κόκκινο, του το φορέσαμε στα Γιάννινα σε μια συναυλία στους παλιούς στρατώνες. (Χάρμπης (?), ξέρει καλύτερα τί και πώς τότε…)
Θα μου πείτε τι σημασία έχουν τώρα αυτά. Έχουν όμως. Έχουν την ίδια σημασία, μ’ αυτή που έχει ο ΠΑΣ και δε ξεχνάμε.
(Περίδης)
Μέσα στις λίμνες των ματιών μου
σαν των Ιωαννίνων δυο
φάντασμα η κυρά Φροσύνη
να πνίγεται κι εγώ να ζω
φάντασμα η κυρά Φροσύνη
να πνίγεται κι εγώ να ζω
Μάτια μου~Νίκος Παπάζογλου