σήμερα εδώ, αύριο εκεί κι όπου γωνία Μαγαζί
Τελικά με όλα όσα και πολύ καλώς γράφτηκαν και υπογράφτηκαν κι αποτελούν σημαντικές κριτικές για τη χρονιά που πέρασε, βγαίνει κι ένα απλοϊκό συμπέρασμα, κριτική δηλαδή με … άλλα λόγια, όπως κι η παραπάνω δυνατή παραβολή του dreven.
Η ομάδα λοιπόν περιγράφεται σαν ένα μονοπώλιο σταθερής αξίας, σαν ένα Μαγαζί πολύβουο, πολυάνθρωπο και για όλα τα γούστα, αρκεί το πορτοφόλι. Μόνο ταμεία, ράφια και πελάτες. Ωστόσο όμως είναι, ανώνυμο, απρόσωπο κι αδιαφανές, αφύλαχτο, χωρίς κάμερες και κυρτούς καθρέφτες, με κακό και πλεονάζων προσωπικό που συνεχώς μασάει κάτι καθώς εργάζεται.
Με πελάτες κράχτες τζαμπατζήδες και κλεφτρόνια που τους πετάνε και κανένα ληγμένο, έτσι να φωνάζουν, να συκοφαντούν τα άλλα Μαγαζιά και να κρατάνε την πελατεία κι ο μπακάλης το Μαγαζί του κι όσο τον πάει. Είναι τόσο φυσικό, για τέτοια Μαγαζιά, να αλλάζουν χέρια και μέσα σε μια νύχτα. Το Μαγαζί όμως παραμένει πάντα το ίδιο, με το ίδιο φτηνό ενοίκιο, ενώ οι πελάτες αυξάνονται συνεχώς σε κάθε αλλαγή ή νέα προσφορά. Ψωνίζουν από ένα Μαγαζί με αυθαίρετες τιμές, με παραπλανητικές διαφημίσεις για υψηλό καταναλωτικό ενδιαφέρον, με μαύλισμα μέσω προσφορών -δυο σ’ ένα - με κληρώσεις δόλωμα, για την εξασφάλιση του υψηλού τζίρου και των υπερκερδών, χώνοντας σκάρτο πράμα σε μόνιμους και περαστικούς πελάτες.
Μαγαζί που αγοράζει φτηνά και αμφιβόλου προελεύσεως προϊόντα και αγαθά, τα οποία τα λουστράρει και τα πουλάει ακριβά, χωρίς να υπόκειται σε κανένα αγορανομικό ή υγειονομικό έλεγχο και με διπλά βιβλία. Πουλάει τα πάντα χωρίς ηθικές αναστολές, γιατί πάνω απ’ όλα είναι η αρπαχτή και το κέρδος κι όχι η ποιότητα που πρέπει να απολαμβάνει ο πελάτης που τα ακουμπάει ταχτικά και τσιμπημένα στο ταμείο.
O πελάτης δεν υπάρχει για το αφεντικό του μονοπωλιακού υπερΜάγαζου, άμα θέλεις έρχεσαι στο Μαγαζί μου, σου λέει. Εγώ έχω το Μαγαζί, εγώ ραφιάζω το πράμα, εγώ το πουλάω κι όσο είμαι εγώ μπάστακας εδώ κι όποιος άλλος κι αν το πάρει, εσύ πάντα θα αγοράζεις, θα πληρώνεις πρώτα, θα σακουλιάζεις μετά και μούγκα και το μπούλο σου κι ότι θέλεις κάντα αυτά που ψώνισες. Εγώ ως μπακάλης είμαι, σήμερα εδώ, αύριο εκεί κι όπου γωνία Μαγαζί. Εσύ είσαι ένας άρρωστος καταναλωτής θα ψωνίζεις απ’ τα ίδια.
- Κατάλαβες κορόιδο πελάτη;
Σε τέτοια Μαγαζιά λοιπόν, ποτέ δεν κάνουν εμπάργκο οι καταναλωτές. Μπαίνουν μέσα μια μέρα και τα ανοίγουν όλα κάτω χύμα στα πατώματα, έτσι για δουν τι έχουν και πως είναι από μέσα τα σακουλάκια, τα βαζάκια, τα μπουκαλάκια κι όλα τα πραματάκια. Τα κάνουν φύλλο και φτερό και τρέχουν όλοι, μπακαλόπαιδα και μπακάλης. Αυτό λέγεται κοινωνικός έλεγχος.
- Κατάλαβες υπερμπακαλόγατε; Τέρμα τα ληγμένα.