Η ΟΦΗ «ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ»Ρατσισμός – Προκατάληψη Ρατσισμός και Προκατάληψη, ταυτόσημες ως έννοιες και εγκληματικές ως πράξεις.
Ο Ρατσισμός αναπτύχθηκε ως θεωρία με θεμελιώδη αρχή τη διάκριση των φυλών (ράτσες) σε πνευματικά ή φυσικά κατώτερες και ανώτερες ή σε υπερέχουσες και μειονεκτικές κοινωνικές τάξεις και ομάδες .
Ο Ρατσισμός εκδηλώνεται και βιώνεται ως στάση ή συμπεριφορά στην με ιδιαίτερη έξαρση, στη σύγχρονη καθημερινή πολυπολιτισμική κοινωνική πραγματικότητα, διατηρώντας και ενισχύοντας στερεότυπα, όπως και κατά το παρελθόν στο όνομά του έχουν διαπραχθεί απάνθρωπες και εγκληματικές πράξεις.
Η
Προκατάληψη είναι μια επιτηδευμένη «αρνητική κοινωνική παράδοση» με χαρακτηριστικά την αυτοεκπληρούμενη προφητεία, τη μεροληψία, την απαξίωση, την αδικία και την συντήρηση της μισαλλοδοξίας, καθώς και άλλων διχαστικών ή αντιπαραθετικών κοινωνικών κατασκευών.
Δυστυχώς και οι δυο αυτές οι έννοιες, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και στις κερκίδες των γηπέδων, άλλοτε ανεκτικά και άλλοτε υποδαυλισμένες. Ωστόσο όμως, ανεξάρτητα από τη όποια μεθόδευση ή μη, σημασία έχει ότι, αυτές οι θεωρίες – ιδέες φαίνεται να εκφράζονται απροκάλυπτα μέσα από συγκεκριμένες «κερκιδικές – φίλαθλες» κοινωνικές ομάδες και με τις γνωστές συνέπειες, από και για τις ίδιες, καθώς και για τους χώρους που τους φιλοξενούν.
Η φέρελπις πρωτοβουλία της «Όφη» Η φερέλπιδα «Όφη», προβάλλει μια όψη του προσώπου της, στον αγώνα της κατά του Ρατσισμού - Προκατάληψης, στηριγμένη στην κλασική αφίσα «Αll different - Αll equal» που ανάρτησε στην επίσημη ιστοσελίδα της, όπου στο ένα μέρος της με τον άσπρο φόντο, γράφει
«αυτή είναι μια ασπρόμαυρη μπάλα», ενώ στο άλλο με το μαύρο φόντο, γράφει,
"αυτή είναι μια μαυρόασπρη μπάλα". Με αυτόν τον πολύ απλό και άνευ κόστους ηλεκτρονικό επικοινωνιακό τρόπο, αν και βλέποντας βέβαια την ίδια μπάλα και ως «ασπρόμαυρη» και ως «μαυρόασπρη», τάσσεται κατά του Ρατσισμού και της Προκατάληψης, πιθανόν και κατά της Βίας, εκπέμποντας έτσι το κοινωνικό της μήνυμα.
Η
ίδια μπάλα, σε δύο
διαφορετικά φόντα.
Αξιέπαινη και φερέλπιδη η προσπάθεια και πολύ σωστά κάνει η «Όφη».
Ευχόμαστε να βρει ειλικρινείς και μαχητικούς μιμητές στο χώρο των γηπέδων και των υπόλοιπων φόντων του ελληνικού ποδοσφαίρου, ενός ποδοσφαίρου που παίζεται ως, σπασμένο κασετοτηλέφωνο, μεταξύ κωφάλαλων.
Ωστόσο όμως και ατυχώς για το γραφιστικό της αφίσας, από τη μεριά της σημειολογίας των συμβολισμών σχημάτων και χρωμάτων, οι μπάλες της αφίσας, όπως είπαμε, είναι και οι δυο «ασπρόμαυρες».
Με ή άνευ σκοπιμότητας, πάντως συμβαίνει να «παίζει» στην αφίσα ή ίδια μπάλα.
Η ύπαρξη μίας και μόνο
«ασπρόμαυρης» μπάλας, ακυρώνει τη διαφορετικότητα – ετερότητα και 0 επικοινωνιακός χαρακτήρας και στόχος της αφίσας, ως πρόσληψη – ανάγνωση, περιορίζεται, κάνοντας έτσι δυσδιάκριτο έως διφορούμενο το κοινωνικό της μήνυμα, λόγω της κακής σχηματικής - χρωματικής γεωμετρίας της και της αναντιστοιχίας των μη λεκτικών, με τα λεκτικά.
«Από πλευράς
σημειολογίας χρωμάτων,
το μαύρο «εμπνέει σεβασμό, πλούτο, κομψότητα και μυστήριο. Ακόμα συνδέεται με το πένθος και το άγνωστο, το θάνατο, την κατάθλιψη και τη μοναχικότητα, έλλειψη ζωντάνιας, χαράς και κοινωνικότητας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο άνθρωπος που προτιμά το μαύρο είναι σοβαρός, εσωστρεφής και κάποιες φορές μυστικοπαθής.
Οι άνθρωποι που δείχνουν
αποστροφή προς το μαύρο χρώμα, επιδιώκουν την ανεξαρτησία και την απελευθέρωση από κάθε εξάρτηση και χαρακτηρίζονται από φοβία για το άγνωστο.»
(ΜΕΝ 24, 2007)«Το
άσπρο, είναι το χρώμα του φωτός και συμβολίζει την αγνότητα.
Οι άνθρωποι που
επιλέγουν το λευκό χαρακτηρίζονται από αθωότητα, ειλικρίνεια και με προτίμηση στη λιτότητα.
Άνθρωποι που αποφεύγουν το λευκό χρώμα, χαρακτηρίζονται από ρεαλισμό κι ορθολογισμό. Γνωρίζουν και αποδέχονται τα ελαττώματά τους, αλλά συνήθως δεν επιθυμούν να τα διορθώσουν.»
(ΜΕΝ 24, 2007)Μόνο η
«μαύρη» περιοχή - φόντο της αφίσας, είναι εκείνη που προφανώς ως αντίθεση θα μπορούσε να λειτουργήσει σωστά στη συγκεκριμένη περίσταση επικοινωνίας και για το θέμα «κοινωνικό μήνυμα», εφ’ όσον βέβαια έγραφε στο μαύρο φόντο «αυτή είναι μια ασπρόμαυρη μπάλα».
Κι εδώ ακριβώς, φαίνεται να εκδηλώνεται μια κάποια
αποστροφή προ το μαύρο.
Έτσι, παραδόξως,
η αφίσα μας προτείνει να βλέπουμε ως «μαυρόασπρη» τη μπάλα στο «μαύρο» φόντο, μια μπάλα που είναι ρεαλιστικότατα «ασπρόμαυρη». Κι εδώ πάλι, είναι εμφανής η
αποστροφή προς το λευκό, όταν αυτό ερμηνεύεται και μόνον γραφιστικά ως μαύρο.
Από σημειολογίας, προκύπτει ως ιδέα απ’ το θέμα, ένα
ιδιότυπο «ασπρόμαυρο» όπου, η αθωότητα και η ειλικρίνεια, μεταστρέφονται σε κακά ελαττώματα, που δεν επιδιώκουν τη διόρθωσή τους.
Ένα ιδιότυπο «ασπρόμαυρο», όπου ο σεβασμός, ο πλούτος και η κομψότητα, ακυρώνουν την όποια τάση για ανεξαρτησία και απελευθέρωση, από κάθε μορφής εξάρτηση, διατηρώντας μόνο τη φοβία του για το άγνωστο.
Υπάρχει
σύγχυση σχέσεων και συμβόλων μεταξύ, εξωτερικής αναγνώρισης των συμβολισμών - συμβάσεων και εσωτερικής αναγνώρισης των ιδεών, δηλαδή κατανόησης και ερμηνείας, με αποτέλεσμα την απομάκρυνση απ’ τον επικοινωνιακό στόχο ή του επικοινωνιακού στόχου.
Κι όλα αυτά, για μια ίδια μπάλα «ασπρόμαυρη», που τοποθετήθηκε σε δύο διαφορετικά και απολύτως διακριτά φόντα.
Λαθεμένη ή σκόπιμη επιλογή;
Έχουμε ένα
συγκεχυμένο γραφιστικό προϊόν ως επικοινωνιακό μέσον, που φαίνεται να πιέζει και να προκαλεί το χρόνο, τη μνήμη και την αντίληψη, για μια μη αυτοματοποιημένη νοητική διαδικασία, ως προς την ανάγνωση, την κατανόηση και την ερμηνεία, ενός συνόλου σχέσεων που αξιώνουν να γίνουν άμεσα αντιληπτές οι νοηματοδοτήσεις τους.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στο
περιβάλλον κερκιδικής συνθηματολογίας, όπου τα πράματα δεν είναι ούτε καν πρωτόγονα, με τον τρόπο που εκβιάζουν, το χρόνο, τη μνήμη, την αντίληψη και την ηθική, καθώς η μια τέτοια ίδια μπάλα, εναλλάσσεται σε δυο φόντα.
Εντελώς «μαύρα» και αποκρουστικά, είναι και τα
κυρίαρχα συνθήματα που ακούγονται από τους οπαδούς της, ως δήθεν «άσπρα», στην «ασπρόμαυρη;» ή «μαυρόασπρη;» εν τέλει, έδρα της:
«ΟΦΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΟΛΩΝ ΠΟΛΕΜΟΣ + ΘΑΝΑΤΟΣ»
«ΟΦΗ ΘΑ ΜΠΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΦΥΛΑΚΗ ΤΕΛΟΣ Ή ΞΥΛΟ ΜΠΑΡΟΥΤΙ Κ ΦΩΤΙΑ»
«ΓΙΑΝΝΙΩΤΕΣ ΧΥΣΟΣΠΕΡΜΤΑΤΑ ΤΟΥΡΚΑΛΒΑΝΩΝ» (διορθωμένη βερσιόνα)
«ΓΑΜΩ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΑΣ»Αυτά τα συνθήματα, βρίσκονται στην εθιμική αυτή
κερκιδική διάταξη και ανά πάσα Αγωνιστική και δυστυχώς διαψεύδουν, διαστρεβλώνουν ή μάλλον πετάνε κυριολεκτικά στον πλησιέστερο κάδο των αχρήστων, αυτή την αφίσα με το κοινωνικό μήνυμα της «Όφη» για Ρατσισμό και Προκατάληψη.
Δυστυχώς.
Εμφανώς
ευήκοα και όψιμα ευαισθητοποιημένη η «Όφη», αλλά και συγκρουσιακά ίσως έναντι των «οπαδών» της, γύρω απ’
τα εθνοτικά, τα σοβινιστικά, τα αντεθνικά, τα ρατσιστικά ζητήματα των γηπεδικών ύβρεων και χυδαιολογιών, προσπαθεί να παρέμβει και προβληματίσει το φίλαθλο και οπαδικό περιβάλλον της, αλλά δυστυχώς γι’ αυτήν, οι ιδέες στις οποίες εναντιώνεται, τυχαίνει να κυοφορούνται και να εξαίρονται ιδιαιτέρως στους κόλπους - περιβάλλον της και να προκαταλαμβάνουν επικίνδυνα και τις νεότερες γενιές της κερκίδας.
Με
το κοινωνικό της μήνυμα, εκτιμούμε ότι, προσπαθεί προφανώς να διαχωρίζει – διακρίνει τις σχέσεις του «μαύρου» της και «άσπρου» της , όπως βέβαια και τη θέση της από «οπαδούς» της, τους «οπαδούς» της, που είναι ιστορικοί οπαδοί της Βίας (Ρόδος 17/06/2001) και υπέρμαχοι του Ρατσισμού - Προκατάληψης (μέχρι σήμερα) , γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που τα έχουν κάνει «ασπρομαυρόασπρα» εντός της πόλης των και αλλού τρις χειρότερα.
Η μπάλα όμως είναι η ίδια, με αποτέλεσμα το σημαίνον να μη ανάγεται σε αλυσιδωτά κοινά σημαίνοντα και με δυσνόητα ή απέχοντα τα αντίστοιχα σημαινόμενα, σχέση που φαίνεται να λειτουργεί καλύτερα στα λεκτικά και στα μη λεκτικά της κερκίδας, με αποτέλεσμα να προσβάλουν το νόημα και να πλήττουν την ιδέα του κοινωνικού μηνύματος, ματαιώονοντας έτσι την αποδοχή
Ενσυνείδητα, εμπνευσμένα, με παλμό, πλην άμετρα, τα «οπαδικά» λεκτικά ή μη λεκτικά – συνθήματα της κερκίδας, ως προς τις ύβρεις και τις χυδαιότητες, απέναντι στην εθνική – τοπική ιστορία και παράδοση των γωνιών της κοινής πατρίδας μας και κατά περίσταση των «αγωνιστικά» εντός έδρας αντιπάλων, με
έμφαση στην Ήπειρο.
Υποσυνείδητα βέβαια και σε λανθάνον ψυχοσεξουαλικό στάδιο κατά τον Freud τα ίδια αυτά συνθήματα, προβάλλουν ενοχο-ποιητικά τις έννοιες «γενετήσια πράξη - σεξουαλικότητα», προσδιορίζουν και ορίζουν την «εθνογραφία – καταγωγή των νεοελλήνων με την περίπτωση των Γιαννιωτών» με βάση την ανθελληνική και αποτρόπαια θεωρία του Fallmerayer, καθώς επίσης θίγουν την «ειρήνη», την «αλληλεγγύη» και την «ευνομία» της κοινωνίας.
Επίσης,
«πηδάνε» κυριολεκτικά εκείνο το κράτος και τους νόμους των ευεργετών της, που τόσα χρόνια έχουν στηρίξει ευγενικά και πολύ πιθανόν να σκέφτονται να στηρίξουν πάλι την «Όφη» και μέσα σε μια εποχή όπου, έντιμοι βιοτέχνες - μικρομεσαίοι αυτής της χώρας, έχουν χάσει την πιστοληπτική τους ικανότητα και σχέση έναντι των τραπεζών και βάζουν λουκέτο στη δουλειά και στη ζωή.
Δεν αρκεί λοιπόν μόνο και
με μια αφίσα έτσι γενικά, αόριστα και συγκεχυμένα, να
τάσσεται η «Όφη» κατά του Ρατσισμού και της Προκατάληψης, προβάλλοντας μια ιλουστρασιόν όψη προφίλ, όταν αυτός ο Ρατσισμός και η Προκατάληψη,
δεν πατάσσεται μέσα στο ίδιο της το σπίτι, εκεί στο σπίτι της, όπου σε κάθε Αγωνιστική, αυτή η ίδια ανέχεται, να απλώνεται και να στεγνώνει η τεράστια και όζουσα ρατσιστική μπουγάδα, με τα σπερματοχυμένα και αιματοβαμένα σεντόνια των "μαυρόασπρων οπαδών" της.
Κατάγγειλε λοιπόν «Όφη», το Ρατσισμό και την Προκατάληψη και θα υπάρξουν μιμητές και συνοδοιπόροι στην προσπάθειά σου, μια προσπάθεια που εδώ και καιρό σε άλλους κοινωνικούς χώρους συναφείς ή μη με το ποδόσφααιρο, έχει αποδώσει καρπούς, με κορυφαία συγκομιδή, αυτή των μεταναστών. Ποτέ δεν είναι αργά, όταν υπάρχει ειλικρινής πρόθεση και αποφασιστική βούληση.
Μα όμως "Όφη", δεν αρκούν αυτά,
για να χτηπηθεί ο Ρατσισμός, η Προκατάληψη και πιθανόν η συνεχιζόμενη Βία.
Κατάγγειλε πρώτα τους «οπαδούς» σου και καθάρισε τη «μαυροασπρόμαυρη» μπουγάδα της αυλής σου, προκειμένου, αυτό
«σου» το κοινωνικό μήνυμα κατά του Ρατσισμού – Προκατάληψης και πιθανόν κατά της Βίας, να γίνει προσλήψιμο, πιστευτό και αλληλεπιδραστικό απ’ την όποια κοινωνία των Πολιτών, των Φιλάθλων, των Μεταναστών, των Τουρκαλβανών ή μη, άμα βεβαίως με την εντός έδρας
«σου» πρώτη εφαρμογή και εμπέδωσή του.
Ελπίζμε κατ να καταφέρτε.
I believe in a long time.
Δε ξέρω, ίσως
.
(Debora Μagatha & Χαρς Mπίρμπας & Νιου Πάσπας )