Όταν η Γκρέμιο έπαιξε τρεις αγώνες σε μια μέρα
Αρχές 1994. Στην αίθουσα συνεδριάσεων της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της πολιτείας Ρίο Γκράντε ντο Σουλ δεν πέφτει καρφίτσα. Το βασικό θέμα συζήτησης έχει αποφασιστεί σε μια προηγούμενη συνεδρίαση: Οι ομάδες της 1ης κατηγορίας του Καμπεονάτο Γκαούτσο, του πρωταθλήματος της συγκεκριμένης πολιτείας δηλαδή, πρέπει να μειωθούν. Ο μεγάλος στόχος είναι η διοργάνωση του 1995 να έχει μόλις 14 ομάδες, αντί για τις 23 που συμμετέχουν στο τουρνουά του 1994.
Οι συζητήσεις κρατάνε ώρα, οι ιδέες που πέφτουν στο τραπέζι είναι πολλές και όλοι συμφωνούν πως πρέπει να βρεθεί μια δίκαιη διαδικασία ξεσκαρταρίσματος, μιας και οι ομάδες που θα υποβιβαστούν είναι πάρα πολλές. Σε κάποια ανύποπτη στιγμή, ακούγεται μια φωνή από το βάθος της αίθουσας: «Το πιο σωστό είναι να παίξουν όλοι με όλους, μέσα και έξω». Η πρόταση συνοδεύεται από επιφωνήματα επιδοκιμασίας. Όλοι με όλους. Λογικό, σωστό και απλό. Η λύση βρέθηκε, εύκολα και γρήγορα. Μόνο που πάντα υπάρχει ένα πνεύμα αντιλογίας. «Συγγνώμη ρε παιδιά αλλά αυτό που λέτε δεν γίνεται. Μιλάμε για 44 ματς για κάθε ομάδα. Και αρκετές από αυτές συμμετέχουν και σε πόσες άλλες διοργανώσεις φέτος. Πως θα προλάβουν; Δεν βγαίνει το πρόγραμμα».
Οι περισσότεροι σιωπούν. Η λήξη της συνεδρίασης αναβάλλεται προσωρινά. Ένας τύπος, από αυτούς τους μορφωμένους, «που έχουν βγάλει το σχολείο», βγαίνει μπροστά κρατώντας ένα χαρτί γεμάτο πράξεις ανώτερων μαθηματικών και ζητάει το λόγο επιτακτικά. «Συγγνώμη κύριοι αλλά γιατί δεν βγαίνει; Κάνω εδώ τους υπολογισμούς και δεν βλέπω κανένα πρόβλημα. Πόσες μέρες έχει ένας χρόνος;» «365» απαντάει κάποιος. «Τέλεια. Και πόσα περίπου παιχνίδια θα παίξει μια ομάδα που συμμετέχει σε όλες τις διοργανώσεις;» «Κάπου στα 90-100» απαντάει κάποιος άλλος. «Άψογα. Κάνω εδώ τις αφαιρέσεις και βλέπω ότι όχι μόνο προλαβαίνουν αλλά μας μένουν και πάρα πολλές κενές μέρες. Προσωπικά δεν βλέπω κανένα πρόβλημα». Ακολουθεί αποθέωση. Κάποιοι χειροκροτούν όρθιοι, κάποιοι άλλοι φωνάζουν «μπράβο». Η λογική υπερίσχυσε και πάλι, το πρόβλημα λύθηκε, το Καμπεονάτο Γκαούτσο του 1994 ξεκινάει θριαμβευτικά.
Η πρώτη σέντρα έγινε στις αρχές Μαρτίου. Τον πρώτο καιρό όλα κύλησαν ομαλά. Οι μεγάλες ομάδες της περιφέρειας, όπως η Γκρέμιο και η Ιντερνασιονάλ, προσάρμοσαν το ρόστερ τους ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει σε όλες τις διοργανώσεις (περιφερειακό πρωτάθλημα, εθνικό πρωτάθλημα, Κύπελλο Βραζιλίας, διοργανώσεις της CONMEBOL). Οι ομάδες δεν έδειχναν διάθεση να αγνοήσουν κανένα τίτλο. Εκείνα τα χρόνια τα περιφερειακά πρωταθλήματα με τα μαζεμένα τοπικά ντέρμπι αποτελούσαν συχνά μεγαλύτερο γεγονός κι από το εθνικό πρωτάθλημα της Βραζιλίας, το οποίο κρατούσε μόνο 4 μήνες.
Όταν όμως το καλοκαίρι έφυγε και τα πανηγύρια από την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου από τη ‘σελεσάο’ κόπασαν (εννοείται φυσικά πως το πρωτάθλημα δεν διακόπηκε κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ των ΗΠΑ) άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια ανησυχίας. Οι ‘μεγάλοι’ του πρωταθλήματος άρχισαν να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του φοιτητή που χρωστάει πολλά μαθήματα από διαφορετικά εξάμηνα. Οι αγώνες των διαφορετικών διοργανώσεων άρχισαν να πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλον. Στην αρχή οι αναβολές ήταν εύκολες. Με τον καιρό τα περιθώρια άρχισαν να στενεύουν. Και κάπου εκεί στο φθινόπωρο σήμανε γενικός συναγερμός.
Η αίθουσα συνεδριάσεων γέμισε και πάλι. «Κάτι δεν πήγε καλά. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι αλλά το θέμα τώρα είναι ότι το πρωτάθλημα τελειώνει σε λίγους μήνες και κάποιες ομάδες έχουν να δώσουν ακόμα πάρα πολλούς αγώνες. Τι θα κάνουμε;» Η ομοσπονδία έπεσε ξανά σε περισυλλογή. Τότε ο γνωστός μορφωμένος τυπάς, με το μικρό μολύβι περασμένο στο αυτί, βγήκε και πάλι μπροστά. «Συγγνώμη κύριοι συνάδελφοι. Αλλά ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα μας; Δεν μας φτάνουν οι μέρες; Πόσες ώρες έχει κάθε μέρα;» «24» απάντησε κάποιος με σίγουρο ύφος. «Ωραία. Και πόσο διαρκεί ένα ματς;» «2 ώρες το πολύ» πρόσθεσε κάποιος άλλος. «Ακριβώς. Άρα με μερικές απλές πράξεις βλέπω ότι σε μια μέρα χωράνε πολλά παιχνίδια. Χρόνος υπάρχει άφθονος κύριοι, γιατί πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό;». Η επιστήμη είχε μιλήσει πάλι, τα νούμερα δεν γίνεται να κάνουν λάθος, το Καμπεονάτο Γκαούτσο του 1994 θα ολοκληρωνόταν κανονικά στην ώρα του.
Λίγες μέρες μετά από αυτή την αποθέωση του ορθολογισμού, ανακοινώθηκε το πρόγραμμα των τελευταίων αγωνιστικών. Για να καλυφθούν τα κενά κάποιες ομάδες έπρεπε να παίζουν κάθε μέρα κι έναν αγώνα, αρκετές φορές και σε διαφορετικές πόλεις. Κάποιες άλλες καλούνταν να παίξουν δυο αγώνες την ίδια μέρα. Και το αποκορύφωμα: Στις 11 Δεκεμβρίου η Γκρέμιο θα αντιμετώπιζε τρεις (3) αντιπάλους μέσα σε 6 ώρες!
Ακούγεται αδύνατο αλλά δεν είναι. H Γκρέμιο είχε μείνει ήδη πολύ πίσω στη μάχη του τίτλου, άρα τα παιχνίδια εκείνης της μέρας ήταν ουσιαστικά αδιάφορα γι’αυτήν, οπότε οι άνθρωποι της αποδέχτηκαν την πρόκληση με τη λογική «μια ψυχή που είναι να βγει, ας βγει». Ο, άγνωστος τότε, Λουίς Φελίπε Σκολάρι κλήθηκε να κατεβάσει τρεις διαφορετικές ομάδες σε μια μέρα. Η αρχή έγινε στις 2 το μεσημέρι. Αντίπαλος ήταν η Αϊμορέ. Μιας και το καλοκαίρι είχε μπει για τα καλά στη Βραζιλία και η θερμοκρασία είχε ξεπεράσει τους 40 βαθμούς Κελσίου, στη μέση του πρώτου ημιχρόνου ο διαιτητής πήρε την περίεργη απόφαση να διακόψει το παιχνίδι για 3 λεπτά για να δροσιστούν οι παίκτες, μια ενέργεια που μπορεί να είναι συνηθισμένη πλέον αλλά τότε ήταν πρωτάκουστη. Η Γκρέμιο χρησιμοποίησε στο πρώτο αυτό ματς κυρίως πιτσιρικάδες και αναπληρωματικούς και ο αγώνας έληξε 0-0.
Την ώρα που οι δυο ενδεκάδες αποχωρούσαν, στον αγωνιστικό χώρο έμπαιναν 22 νέοι παίκτες. Στις 4 ήταν προγραμματισμένο το Γκρέμιο-Σάντα Κρουζ. Σ’αυτό το ματς ο Σκολάρι χρησιμοποίησε και αρκετούς βασικούς και αυτό είχε ως αποτέλεσμα το θέαμα να είναι πιο υποφερτό. Η Γκρέμιο κέρδισε με 4-3 χάρη σ’ένα γκολ που μπήκε στις καθυστερήσεις του αγώνα.
Λίγα λεπτά μετά το τέλος κι αυτού του παιχνιδιού, ακούστηκε το πρώτο σφύριγμα του τρίτου αγώνα. Αντίπαλος της Γκρέμιο ήταν αυτή τη φορά η Μπραζίλ ντε Πελότας. Η Μπραζίλ είχε φτάσει στο γήπεδο νωρίς το μεσημέρι αλλά είχε φάει πόρτα στα αποδυτήρια, καθώς δεν υπήρχε ελεύθερος χώρος για να αλλάξουν οι παίκτες της. Για να περάσει η ώρα, οι ποδοσφαιριστές της πήγαν και έκατσαν στις κερκίδες, απ’όπου και παρακολούθησαν το προηγούμενο παιχνίδι, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τα παγωτά που τους κέρασε ο προπονητής τους, Ερνέστο Γκουέδες.
Η Γκρέμιο κατάφερε να κερδίσει και αυτό το ματς, με 1-0, κλείνοντας αυτό το ποδοσφαιρικό φεστιβάλ με απολογισμό δυο νίκες και μια ισοπαλία. Για τις ανάγκες αυτής της περίεργης μέρας, ο Σκολάρι είχε καλέσει 42 παίκτες απ’όλες τις βαθμίδες του συλλόγου. Απ’αυτούς χρησιμοποίησε συνολικά 34 ποδοσφαιριστές. Τρεις εξ αυτών έπαιξαν σε ένα ματς βασικοί και σε ένα άλλο ως αλλαγή. Ανάμεσα τους και ο 18χρονος τότε Έμερσον, που στη συνέχεια της καριέρας του πέρασε από τη Ρεάλ, τη Γιουβέντους, τη Ρόμα και τη Μίλαν. Το ξεκίνημα του τρίτου παιχνιδιού καθυστέρησε λίγα λεπτά εξαιτίας του, καθώς έπρεπε να αλλάξει φανέλα, αφού από απροσεξία είχε ξεμείνει με αυτή που φορούσε στη δεύτερη αναμέτρηση. Όπως θυμάται ο ίδιος: «Χωρίς αμφιβολία ήταν μια πολύ ξεχωριστή μέρα και μια περίεργη εμπειρία. Οι ομιλίες πριν από κάθε αγώνα ήταν πάρα πολύ σύντομες γιατί ήταν τέλος της σεζόν, ο καιρός ήταν ζεστός και τα παιχνίδια δεν είχαν καμία σημασία για εμάς.» (Σε αντίθεση με τη Γκρέμιο, οι αντίπαλοι της είχαν βαθμολογικό ενδιαφέρον, αφού και οι τρεις ήταν κοντά στη ζώνη του υποβιβασμού.)
Το μαρτύριο των παικτών του Σκολάρι δεν τέλειωσε όμως εκεί. Δυο μέρες μετά χρειάστηκε να ταξιδέψουν στην Πελότας για να αντιμετωπίσουν την ομώνυμη ομάδα. Το πρωτάθλημα ολοκληρώθηκε στις 17 Δεκεμβρίου με τη Γκρέμιο να μετράει 11 αγώνες μόνο μέσα στον Δεκέμβρη και 95 συνολικά εκείνη τη χρονιά. Δεν ήταν όμως η μόνη. Το ίδιο βασανιστήριο πέρασαν κι άλλες ομάδες. Η Ζουβεντούδε, που τερμάτισε 2η, πέντε βαθμούς πίσω από την πρωταθλήτρια Ιντερνασιονάλ, έδωσε στο φινάλε της σεζόν 11 αγώνες σε 11 μέρες! Το ξεχωριστό κατόρθωμα της Γκρέμιο με τα τρία επίσημα παιχνίδια σε μια μέρα, της χάρισε μια θέση στο βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες ενώ το Καμπεονάτο Γκαούτσο εκείνης της χρονιάς έμεινε γνωστό ως «Το ατέλειωτο πρωτάθλημα».
[Encore]
(Οι αναγνώστες που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες και αυτοί που προέρχονται από δύσκολο 10ωρο στη δουλειά καλό είναι να αποχωρήσουν σ’αυτό το σημείο. Ας μείνουν μόνο οι μάχιμοι αναγνώστες, τα αρρωστάκια, οι Ι1 και Ι2 του Σομπρέρο, που διαβάζουν για «λατινοαμερικάνικο σύστημα διεξαγωγής» και αμέσως φτερουγίζει η καρδούλα τους.)
Κάποιος μπορεί σ’αυτό το σημείο να ρωτήσει: «Γιατί είπαμε έγιναν όλα αυτά;» Για να μειωθούν οι ομάδες της πρώτης κατηγορίας. «Και πως έγινε το πρωτάθλημα μετά;» Αυτή είναι μια καλή ερώτηση. Κλείστε τη μουσική, πιείτε μια καλή γουλιά αλκοόλ, πάρτε βαθιά ανάσα, συγκεντρωθείτε και ξεκινάμε. Κυρίες και κύριοι, αυτό είναι το Καμπεονάτο Γκαούτσο του 1995:
Η 1η κατηγορία αποτελείται από τις 14 ομάδες που επέζησαν από το μαρτύριο της προηγούμενης χρονιάς ενώ η 2η κατηγορία έχει 10 ομάδες. Το πρωτάθλημα ξεκινάει τον Φλεβάρη και όλοι παίζουν με όλους, μέσα και έξω. Μέχρι εδώ όλα απλά και ανθρώπινα. Μετά ξεκινάει το γλέντι. Οι 2 τελευταίοι της πρώτης κατηγορίας υποβιβάζονται αυτόματα στη 2η ενώ οι 6 πρώτοι προκρίνονται αυτόματα στην επόμενη φάση, εκεί που ουσιαστικά θα διεκδικήσουν και το πρωτάθλημα. Μια φάση που έχει το όνομα «Οκταγωνικός τελικός». Γιατί οκταγωνικός; Γιατί περιλαμβάνει 8 ομάδες. Μα πως είναι 8 ομάδες, αφού πέρασαν οι 6 πρώτοι; Μην προσπαθήσετε να προβλέψετε την απάντηση. Μάταιος κόπος. Δεν χωράει τόση φαντασία σε έναν μέσο ανθρώπινο εγκέφαλο.
Οι δυο τελευταίοι που συμπληρώνουν την οχτάδα που θα διεκδικήσει το πρωτάθλημα προέρχονται από τη 2η κατηγορία! (Επαναλαμβάνουμε την πρόταση γιατί σίγουρα θα προσπαθήσετε να την ξαναδιαβάσετε.) Οι δυο τελευταίοι που συμπληρώνουν την οχτάδα που θα διεκδικήσει το πρωτάθλημα προέρχονται από τη 2η κατηγορία! Πως προέκυψαν αυτοί οι δυο; Εννοείται πως όχι με τον κλασικό τρόπο «ήταν απλά οι 2 πρώτοι της βαθμολογίας». Οι 6 πρώτοι της 2ης κατηγορίας πέρασαν σε μια δεύτερη φάση. Εκεί, και την ώρα που οι τελευταίοι 4 έπαιζαν μεταξύ τους για το ποιοι θα υποβιβαστούν στην 3η κατηγορία, χωρίστηκαν σε δυο ομίλους των 3 ομάδων που έπαιξαν μεταξύ τους μέσα και έξω. Οι νικητές των 2 αυτών ομίλων δεν κέρδισαν απλά την άνοδο τους στην 1η κατηγορία αλλά αυτόματα μπήκαν στην τελική φάση για να διεκδικήσουν το πρωτάθλημα εκείνης της χρονιάς! Ανήκουστο; Ναι. Παράλογο; Ναι. Πτοήθηκε κανείς; Όχι.
Έτσι, στο τέλος της σεζόν οι 6 πρώτοι της 1ης κατηγορίας και οι 2 που προέκυψαν από τη 2η κατηγορία χωρίστηκαν ξανά σε δυο ομίλους, όπου όλοι έπαιξαν με όλους, μέσα και έξω. Οι 2 πρώτοι των ομίλων προχώρησαν στην επόμενη φάση, την επονομαζόμενη και ‘Τελική φάση’, εκεί που με διπλά παιχνίδια διεκδίκησαν μια θέση στον, επίσης διπλό, τελικό, τον οποίο για την ιστορία κέρδισε η Γκρέμιο, πιθανόν σαν ανταμοιβή για την ταλαιπωρία που πέρασε την προηγούμενη σεζόν.
Καταλήγοντας, και με μια προσεκτική ματιά των δεδομένων, παρατηρούμε ότι η Εσπορτίβο βρισκόταν την τελευταία αγωνιστική στην 6η θέση της 2ης κατηγορίας, μια μόλις θέση πάνω από τη ζώνη του υποβιβασμού. Με ένα λάθος αποτέλεσμα θα πάλευε στα μπαράζ για να μην πέσει στην 3η κατηγορία. Με ένα καλό αποτέλεσμα, βρέθηκε στα πλέι οφ ανόδου και από εκεί πέρασε αυτόματα και άμεσα στην τελική φάση της 1ης κατηγορίας, όπου και διεκδίκησε το πρωτάθλημα (!), ένα μόλις μήνα μετά τη μέρα που βρισκόταν μια ανάσα απ’το να υποβιβαστεί στην 3η κατηγορία! Γιατί όπως είπε κάποτε εκείνος ο έξυπνος κυριούλης με τα ατίθασα άσπρα μαλλιά (
όχι εσύ Πιερ): «Η λογική μπορεί να σε πάει από το Α στο Β. Η φαντασία σε πηγαίνει παντού».
sombrero.gr