Αποστολέας Θέμα: ARGENTINA  (Αναγνώστηκε 21651 φορές)

Αποσυνδεδεμένος Crimson Glory

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 5.558
  • Remember, remember, the Fifth of November...
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #150 στις: Δευ 06 Μάι 2024 23:42 »
“Ο κόσμος όταν πηγαίνει σε συναυλία ζητάει κι άλλο τραγούδι, όταν πηγαίνει στο γήπεδο και κερδίζει ζητάει την λήξη του αγώνα”

Σαν σήμερα πριν από 82 χρόνια γεννήθηκε ο Κάρλος Μπιλάρδο, που είναι βασικός εκπρόσωπος μιας εκ των δυο μεγαλύτερων φιλοσοφιών στο αργεντίνικο ποδόσφαιρο.
Όσο και αν τα συστήματα αλλάζουν και το ποδόσφαιρο μεταβάλλεται, γυρνάμε συχνά στα αρχέγονα ερωτήματά του. Θέαμα ή αποτέλεσμα; Nίκη ή καλή μπάλα; Αν η αιώνια μάχη μετ...


Η ποδοσφαιρική θεωρία των δύο άκρων
Όσο και αν τα συστήματα αλλάζουν και το ποδόσφαιρο μεταβάλλεται, γυρνάμε συχνά στα αρχέγονα ερωτήματά του. Θέαμα ή αποτέλεσμα; Nίκη ή καλή μπάλα; Αν η αιώνια μάχη μεταξύ καλού και κακού, πνεύματος και ύλης, φωτός και σκότους μπορούσε να μεταφερθεί στο ποδόσφαιρο, τότε κύριο ρόλο στον ποδοσφαιρικό… μανιχαϊσμό θα έπαιζε το δίδυμο των αρχιερέων Κάρλος Μπιλάρδο και Σέζαρ Λουίς Μενότι. Το ποδόσφαιρο της Αργεντινής μπορεί να ασχολείται με διλήμματα τύπου Μαραντόνα ή Μέσι, αλλά το διαχρονικό ερώτημα είναι “menottismo ή bilardismo”, μια που δεν μιλάμε απλά για δύο προπονητές, αλλά για τους μεγαλύτερους εκφραστές δύο ποδοσφαιρικών φιλοσοφιών.

Ο Μπιλάρδο γνωστός με το όνομα “μυτόγκας” γεννημένος στο Μπουένος Άιρες από γονείς Σικελούς, σε γειτονιά εργατική, το Πατερνάλ, με κόσμο σχεδόν αποκλειστικά μεσαίας προς χαμηλής τάξης. Εκεί όπου ο μόχθος ήταν η μόνη διέξοδος, μέρος όπου έπρεπε να σέβεσαι τους μεγαλύτερους, τους δασκάλους, τους αστυνόμους και γενικά τις αρχές. Ο Μενότι αντίθετα γεννημένος στο Ροσάριο, με το παρατσούκλι “ο αδύνατος” κι αυτός ιταλικής καταγωγής, αλλά μεγαλωμένος σε μια περιοχή που ζούσαν πολλοί Βρετανοί αριστοκράτες και υπήρχαν μεγάλες ταξικές διαφορές. Το κοινό τους: η αγάπη για την μπάλα. Οι διαφορές τους; Πολλές. Ο Μπιλάρδο προσπαθούσε να βολέψει μαθήματα και ποδόσφαιρο, να σπουδάσει, να προκόψει στη ζωή του, την στιγμή που ο Μενότι διάβαζε συνέχεια βιβλία, είχε ενδιαφέρον για την πολιτική και ήταν οπαδός του περονισμού. Ο ένας ξυπνάει νωρίς το πρωί, ο άλλος είναι ένας μακρυμάλλης φανατικός καπνιστής και μποέμ τύπος. Ο ένας κάποια περίοδο στη ζωή του  ταυτόχρονα δούλευε ως γιατρός, βοηθούσε την οικογενειακή επιχείρηση και ήταν και προπονητής, ο άλλος ασχολήθηκε μόνο με την μπάλα. Ο ένας άκουγε τις πιο “λαϊκές” νότες της κούμπια και ο άλλος το… αντίστοιχο “νέο κύμα” της μουσικής της Αργεντινής.



Θαρρείς πως οι ζωές τους και οι καριέρες τους ήταν προδιαγεγραμμένες για να σχηματίσουν μια τεράστια αντίθεση. Ο Μπιλάρδο έγινε γνωστός σε μια από τις πιο πετυχημένες και πιο βρώμικες ομάδες όλων των εποχών, την Εστουδιάντες Λα Πλάτα. Μια ομάδα που έκανε τα πάντα για να κερδίσει, κλωτσούσε, χτυπούσε και προκαλούσε και έφτασε να κερδίσει ακόμα και Διηπειρωτικό με αυτή την τακτική. Ήταν η ανάγκη που οδήγησε την Εστουδιάντες, καθώς έγινε η πρώτη ομάδα στην ιστορία της Αργεντινής που έσπαγε την ηγεμονία των μεγάλων 5 (Μπόκα-Ρίβερ-Ιντεπεντιέντε-Ράσινγκ-Σαν Λορένσο) και για να το καταφέρει πατούσε επί πτωμάτων. Στην ομάδα αυτή ο Μπιλάρδο ήταν ο συνδετικός κρίκος άμυνας και κέντρου, ένα αμυντικό χαφ βρώμικο μεν, που όμως παράλληλα ήταν κι ο στρατηγός της ομάδας. Ο Μενότι αντίθετα, δεν κέρδισε πολλούς τίτλους, αλλά ήταν ένας αρκετά καλός επιθετικός χαφ και επιθετικός με καριέρα κυρίως στη Ροσάριο Σεντράλ. Με ένα χρόνο διαφοράς στην ηλικία σταμάτησαν κι οι δύο το ποδόσφαιρο το 1970 και έγιναν προπονητές.

Ακολούθησαν τη φιλοσοφία τους και στους πάγκους. Ο Μπιλάρδο ανέλαβε την Εστουδιάντες κάνοντας μια ομάδα που είχε ως στόχο τη νίκη, ο Μενότι έκανε όνομα στην Ουρακάν παίζοντας για το θέαμα, παίζοντας για την επίθεση. Για τον Μενότι πάνω από τη νίκη βρίσκονταν η αναγνώριση και ο σεβασμός από τον αντίπαλο και πάνω από την τακτική, η τεχνική. Οπαδός τόσο του βραζιλιάνικου Jogo Bonito, όσο και του ολλανδικού totaalvoetbal, βάσιζε τις ομάδες του σε αυτά. Για τον Μπιλάρδο, πρέπει να κάνεις το αναγκαίο και όχι το όμορφο. Η νίκη είναι ο ένας και μοναδικός σκοπός, έστω με μισό-μηδέν. Κάθε προπόνηση ήταν αγώνας, έλιωνε τις βιντεοκασέτες για να μελετήσει την τακτική, ζητούσε θυσίες από τους παίκτες στο γήπεδο και έβαζε την τακτική πάνω από καθετί. Αμυντική σιγουριά, ακύρωση του παιχνιδιού του αντιπάλου και χτίσιμο σιγά σιγά για το γκολ και τη νίκη. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, στην εθνική η τελειομανία του έφτασε στο σημείο ώστε να προπονεί τους παίκτες ακόμα και για τον εθνικό ύμνο, “τον κάναμε πρόβα πέντε φορές πριν κάθε ματς, εκείνη την στιγμή περνάει όλη η ζωή από το κεφάλι του παίκτη”.



Για να έρθουν όλα τα πράγματα σε μια… καρμική ισορροπία, η Αργεντινή κατέκτησε τα δυο μοναδικά της Μουντιάλ με αυτούς τους δύο ως προπονητές και μάλιστα τον έναν μετά τον άλλον. Ο Μενότι μόλις στα 36 του ανέλαβε την Αργεντινή για να φέρει αυτόν τον αέρα του επιθετικού ποδοσφαίρου μετά από δυο μεγάλες αποτυχίες της χώρας το 1970 και το 1974 και τα κατάφερε το 1978. Ο Μπιλάρδο ανέλαβε αμέσως μετά. Κι όμως… Τα δυο τους Μουντιάλ τα κέρδισαν κάνοντας… εκπτώσεις στην φιλοσοφία τους. Ο αριστερός Μενότι κέρδισε το Μουντιάλ που διοργάνωσε η χούντα της χώρας του και μάλιστα με σκιές για τις συνθήκες της διοργάνωσης. Μάλιστα, παρ’ ότι ρομαντικός του ποδοσφαίρου, άφησε εκτός Μουντιάλ το νέο ταλέντο της χώρας που άκουγε στο όνομα Ντιέγκο Μαραντόνα, έναν παίκτη που θεωρητικά ήταν η μεγαλύτερη απόδειξη της φιλοσοφίας του Μενότι. Αντίθετα, ο Μπιλάρδο, ένας φαν της προσήλωσης και της ομαδικής δουλειάς, κατέκτησε το Μουντιάλ του 1986 αλλάζοντας το σύστημα για να δώσει με το 3-5-1-1 ελεύθερο ρόλο σε έναν παίκτη στον αγωνιστικό χώρο που δεν μπορούσε να μπει σε καλούπι. Παιχνίδια της μοίρας ή απόδειξη ότι τελικά στη ζωή, αλλά και στο ποδόσφαιρο δεν είναι όλα μόνο άσπρο και μαύρο; Ότι τα διλήμματα τα φτιάχνουμε πολλές φορές μόνοι μας;


Η συνάντηση που έγινε η αφορμή του πολέμου

Η κόντρα τους υπήρχε πάντα, από την στιγμή που υπήρχαν στη φύση έπρεπε να αντιπαθεί ο ένας τον άλλον, δυο αντίθετες δυνάμεις. Πέρασε σε άλλο επίπεδο όμως όταν ο ανέλαβε ο Μπιλάρδο την εθνική και ταξίδεψε στη Βαρκελώνη να συναντήσει τον Μενότι (που είχε αναλάβει την Μπαρσελόνα). Η συνάντηση ξεκίνησε και έληξε με αγκαλιές μετά από τετράωρη συζήτηση μεταξύ τους. Ο Μενότι του είπε ποιος δυο παίκτες θεωρούσε σημαντικούς και ποιον δεν θα έπρεπε να πάρει στην ομάδα. Ο Μπιλάρδο δεν πήρε τους πρώτους και διάλεξε τον τρίτο. Μετά το πρώτο ματς του Μπιλάρδο (ήττα με 4-0), ο Μενότι δήλωσε: “με τρέλανε στις ερωτήσεις, με ρωτούσε για τα πάντα και τελικά πήγε και τα έκανε όλα ανάποδα”. Ήταν και επίσημα η αρχή του πολέμου μεταξύ τους με μια σειρά καυστικών δηλώσεων που κράτησε για πολλά χρόνια. Ο Μπιλάρδο πέρασε δύσκολα (3 νίκες μόλις στα πρώτα 15 του παιχνίδια) έχοντας να αντιμετωπίσει μονίμως την κριτική του Μενότι που είχε εβδομαδιαία στήλη σε εφημερίδα και φυσικά του ασκούσε σκληρή κριτική, αλλά τελικά κατέκτησε κι αυτός ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Η απέχθεια έφτασε σε νέα ρεκόρ όταν το 2006 οι δυο 68αρηδες τότε προπονητές συναντήθηκαν στις… τουαλέτες του κέντρου Τύπου του Μουντιάλ της Γερμανίας. Ο Μενότι έπλενε τα χέρια του και είπε: “Μέχρι κι εδώ συναντάω αυτόν τον π..τάνας γιο”. Ο Μπιλάρδο άρχισε να φωνάζει στους παρόντες “Τι είπε;;; Τι είπε;;;” και αν δεν υπήρχαν δημοσιογράφοι θα βλέπαμε αγώνα μποξ βετεράνων. Τα τελευταία χρόνια η κόντρα κάπως μαλάκωσε, με τον Μενότι για παράδειγμα να παραδέχεται ότι η Εστουδιάντες του 1982 έπαιζε καλό ποδόσφαιρο και τον Μπιλάρδο ότι του άρεσε η Ουρακάν του 1973.

Και μπορεί οι δυο τους να μην ασχολούνται ενεργά με την προπονητική πλέον, οι φιλοσοφίες τους όμως ζουν. Στην Αργεντινή δεν υπάρχει προπονητής που να μην ερωτάται πού ανήκει (σαν τα πράσινα και τα μπλε καφενεία), αν και πολλοί παραμένουν ουδέτεροι ή κάνουν δικές τους “σχολές” όπως ο Μπιέλσα. Ο Πεπ Γκουαρδιόλα έχει αναφερθεί πολλές φορές στον Μενότι και τις ιδέες του, ο Μενότι έχει δηλώσει ότι βαριέται να βλέπει την Ατλέτικο του Σιμεόνε, ενώ ο Σιμεόνε έχει δηλώσει ότι πήρε πολλά από τον Μπιλάρδο. Άλλωστε, ο Ντιέγκο Σιμεόνε κέρδισε πρωτάθλημα με την Εστουδιάντες μετά από 26 χρόνια και ναι, ο προηγούμενος ήταν ο Μπιλάρδο. Πιθανότατα αν δεν υπήρχαν αυτοί οι δυο προπονητές θα έπρεπε να τους εφεύρουμε. Δεν θα μπορούσε ποτέ στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο να υπάρξουν δυο τόσο διαφορετικές προσωπικότητες που τους χώριζαν τόσα πολλά και παράλληλα όμως τους ένωσαν και πολλά.

Κλείνω αυτό το υπερμέγεθες κείμενο, ευχαριστώντας όσους άντεξαν να το διαβάσουν, με μερικές φράσεις που μιλάνε για τους δυο διαφορετικούς αυτούς κόσμους:

“Ο κόσμος όταν πηγαίνει σε συναυλία ζητάει κι άλλο τραγούδι, όταν πηγαίνει στο γήπεδο και κερδίζει ζητάει την λήξη του αγώνα”
– Κάρλος Μπιλάρδο

“Υπάρχει το ποδόσφαιρο της δεξιάς και της αριστεράς. Της δεξιάς προσπαθεί να μας πείσει ότι η ζωή είναι μια πάλη που θέλει θυσίες και να είμαστε από ατσάλι και να κερδίζουμε με κάθε τρόπο. Θέλει τους ποδοσφαιριστές να μην εκφράζουν πολιτικές απόψεις, να υπακούν και έτσι να δημιουργούνται περισσότεροι χρήσιμοι ηλίθιοι”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Στον αντίπαλο δεν πρέπει να δίνεις ούτε νερό. Το fair play είναι μια βρετανική εφεύρεση. Στο σημερινό ποδόσφαιρο δεν πρέπει να δίνεις κανένα πλεονέκτημα, γι’ αυτό οι ομάδες μου δεν δωρίζουν τίποτα”
– Κάρλος Μπιλάρδο



“Ο “μενοτισμός” είναι σαν τον Άγιο Βασίλη. Πάντα τον περιμένει κάποιος με προσμονή, χωρίς να ξέρει τι θα του φέρει. Ενώ ο “μπιλαρδισμός” είναι σαν τον τύπο που θα πει στο 4χρονο παιδάκι ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης και τα δώρα τα φέρνουν οι γονείς και θα του δώσει ένα χρήσιμο πουλόβερ για τον χειμώνα”
– Άνχελ Κάπα (προπονητής μιας εξαιρετικής Ουρακάν που έβγαλε παίκτες όπως ο Παστόρε, αλλά δεν κέρδισε τίποτε)

“Είμαι φανατικός μπιλαρδίστα. Κάθε παιχνίδι είναι ξεχωριστό και υπάρχει συγκεκριμένη στρατηγική γι’ αυτό”
– Ζοσέ Μουρίνιο

“Το ποδόσφαιρο είναι τόσο γενναιόδωρο που γλίτωσε την ιατρική από τον Μπιλάρδο”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Θα αμυνόμαστε σαν τον Μενότι και θα παίζουμε μπάλα σαν Μπιλάρδο”
– Κλαούντιο Μπόργκι (όταν ανέλαβε προπονητής της Μπόκα το 2010)



“Για μένα η Μπαρσελόνα είναι ο Ινιέστα και δέκα ακόμα”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Ο Μέσι έχει ένα ακόμα οστό στο πόδι και είναι η μπάλα”
– Κάρλος Μπιλάρδο

“Μουρίνιο έχει πολλούς, Γκουαρδιόλα έναν”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Η γυναίκα είναι σαν τον ποδοσφαιριστή, αν δεν θέλει να παίξει σε συγκεκριμένη θέση μην επιμένεις”
– Κάρλος Μπιλάρδο
sombrero.gr
Επίτηδες το κάνω παράθεση για να το διαβάσουν και άλλα παιδιά.
Τρομερό fon!
Η αλήθεια είναι ότι κάμποσες από τις πιό όμορφες και ποιητικές ποδοσφαιρικές ιστορίες είναι βγαλμένες μέσα από το Αργεντίνικο ποδόσφαιρο, το οποίο λατρεύω.
Θεωρώ την Μπόκα τη μεγαλύτερη ομάδα του πλανήτη (μετά τον Π.Α.Σ. και την Μπάρτσα). Η Εθνική Αργεντινής είναι το ποδοσφαιρικό μου πάθος (μετά τον Π.Α.Σ.).
Δώσε μου Αργεντίνικο ποδόσφαιρο και πάρε μου την ΠΑΣολέδικη ψυχή μου.
Απευθυνόμενος στη νέα (ελπίζω!) διοίκηση της Ομάδας μας, φέρτε ρε Αργεντινό προπονητή (εννοείται με μακρύ μαλλί!) στον Π.Α.Σ. και θα με κάνετε δικό σας για πάντα!
Ξυπνάτε ρε γαμώτο! Η ψυχή του ποδοσφαίρου ήταν, είναι και θα είναι για πάντα Αργεντίνικη!

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.029
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #151 στις: Δευ 06 Μάι 2024 23:54 »
Το ποδόσφαιρο δημιουργεί παντού ιστορίες.Διαφορετικές.Για αυτό δεν είναι ένα άθλημα με 22 μαντράχαλους να κυνηγούν μια μπάλα.Δεν είναι ακριβώς έτσι.

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.029
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #152 στις: Κυρ 12 Μάι 2024 15:54 »
ο καλοκαίρι του 1990 ο 35χρονος Μαρσέλο Μπιέλσα αναλαμβάνει την πρώτη του δουλειά: Γίνεται προπονητής της Νιούελ'ς. Μαζί του φέρνει και 10 παίκτες από τις ακαδημίες στις οποίες ήταν προπονητής τα προηγούμενα χρόνια (από τα χέρια του πέρασαν εκείνο το διάστημα ο Μπατιστούτα και ο Ποτσετίνο).
Η μέθοδος του είναι, από τότε, κάπως... ιδιαίτερη αλλά οι νεαροί παίκτες, που γαλουχήθηκαν μαζί του τα προηγούμενα χρόνια, αφομοιώνουν πολύ γρήγορα τις ιδέες του. Στα δυο χρόνια που θα κάτσει εκεί θα κερδίσει δυο πρωταθλήματα και θα φτάσει στον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες, όπου και θα χάσει στα πέναλτι.
Ένα άλλο στοιχείο που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι η συλλογή του από αγώνες. Σε μια εποχή που το scouting βρίσκεται σε νηπιακό επίπεδο, ο «Λόκο» συλλέγει από παντού κασέτες με ποδοσφαιρικά παιχνίδια και τρώει αμέτρητες ώρες βλέποντας και αναλύοντας τακτικές και κινήσεις. Κι όταν λέμε "από παντού", εννοούμε κυριολεκτικά από παντού.
Ο Κριστιάν Ντομίσι, που είναι τώρα προπονητής, ήταν τότε ένας 22χρονος μεσοεπιθετικός. Τον πρώτο καιρό του στη Νιούελ'ς, ο Μπιέλσα τον κάλεσε για να του δείξει σε βίντεο φάσεις από έναν άλλο μεσοεπιθετικό, ώστε να καταλάβει πώς πρέπει να κινείται στον αγωνιστικό χώρο. "Έβλεπα το βίντεο και είχα πάθει πλάκα, γιατί δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο παίκτης που παρακολουθούσα. Δεν τον ήξερε κανένας μας. Μετά ο τύπος έγινε διάσημος αλλά μέχρι και σήμερα δεν έχω καταλάβει πως βρήκε ο Μπιέλσα αυτό το υλικό τότε."
Το όνομα του παίκτη; Γιάρι Λιτμάνεν. Τα βίντεο που έβλεπε ο Ντομίσι ήταν από τα χρόνια του στη Φινλανδία, πριν πάρει μεταγραφή στον Άγιαξ.


Ο Μπιέλσα σε προπόνηση της Νιούελ'ς το 1990. Ο Ποτσετίνο έλεγε ότι με κάποιον τρόπο ήξερε πως ακριβώς θα παίξουν όλοι οι αντίπαλοι τους ακόμα και όταν ήταν μαζί στη β' ομάδα!

“O Γιάρι ήταν σαν grand master στο σκάκι, που πάντα σκέφτεται τρεις-τέσσερις κινήσεις μπροστά” έγραψε γι’αυτόν στην αυτοβιογραφία του ο Τζέραρντ. “O Μπέργκαμπ ήταν εξαιρετικός στον Άγιαξ αλλά το καλύτερο 10αρι που είχαμε ποτέ ήταν ο Γιάρι” σχολίασε κάποτε ο Ράικαρντ.
El Sombrero

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.029
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #153 στις: Κυρ 21 Ιούλ 2024 10:48 »
Το τελευταίο Κόπα Αμέρικα τελικά κατάντησε να είναι επεισοδιακό τόσο μέσα όσο κι έξω από τους αγωνιστικούς χώρους. Ο προβληματικός αγωνιστικός χώρος στα «γήπεδα μπέιζμπολ», οι ευνοϊκές συνθήκες της Αργεντινής ώστε να φτάσει ο Μέσι τον τελικό, η κατάργηση της παράτασης από τα νοκ-άουτ, η επίθεση στις οικογένειες των ποδοσφαιριστών της Ουρουγουάης, και φυσικά, ο Κλαούντιο Τάπια, πρόεδρος της Αργεντίνικης Ομοσπονδίας και αντάξιος διάδοχος του Χούλιο Γκροντόνα, να κάθεται σαν βασιλιάς στο κάθισμα με τους αυλικούς του να του σκουπίζουν τον ιδρώτα, όλα εικόνες μια τραγελαφικής πρόβας για το Μουντιάλ του 2026. Κάπου εκεί, υπήρξε ένας Μπιέλσα μόνος του να κραυγάζει σαν  «τρελός» για τη δυσωδία μιας αστείας – περισσότερο εμπορικής ανάθεσης παρά- διοργάνωσης.
Και δεν ήταν μόνο αυτά. Οι «δάφνες» της νικήτριας Αλμπισελέστε στιγματίστηκαν από τους πανηγυρισμούς των ποδοσφαιριστών της, οι οποίοι τραγούδησαν -και διέδωσαν- ένα σύνθημα ακραία ρατσιστικό/τρανσοφοβικό που κοροϊδεύει την αφρικανική καταγωγή των παικτών της εθνικής Γαλλίας (‘η μαμά από τη Νιγηρία, ο μπαμπάς από το Καμερούν, είναι όλοι από την Ανγκόλα’) αλλά και τη σύντροφο του Εμπαπέ (‘πηδιούνται με τρανσέξουαλ’).   
Αυτό όμως το σύνθημα, δεν βγήκε από το λειψό μυαλό του Ένσο Φερνάντες και των υπόλοιπων (ένας του φωνάζει μάλιστα 'κόψε τη μετάδοση'), αλλά τραγουδιόταν εν χορώ στα γήπεδα του Κατάρ, στις πλατείες της χώρας και προ λίγων ημερών στις ΗΠΑ, από εκατοντάδες Αργεντινούς. Και φυσικά δεν είναι μόνο αυτό. Μόλις στο περσινό Κόπα Λιμπερταδόρες, οπαδοί της Μπόκα συνελήφθησαν επανειλημμένα για ναζιστικό χαιρετισμό ή για συνθήματα με μαϊμούδες, συχνό φαινόμενο όταν η ομάδα του Μπουένος Άιρες και ο κόσμος της επισκέπτεται τη Βραζιλία. Πιο συγκεκριμένα, τα συνθήματα και οι ήχοι μαϊμούδων είναι «βαρετά συχνό» κάθε φορά που η Αργεντινή ή σύλλογοι της αντιμετωπίζουν τη Βραζιλία ή ομάδες από εκεί, ήδη από την εποχή του Πελέ. Βέβαια, το αίσθημα -ποδοσφαιρικής- κατωτερότητας απέναντι στη Βραζιλία διαπλέκεται όπως εύστοχα επισημαίνει μια από τις κορυφαίες πένες για το ποδόσφαιρο της Λατινικής Αμερικής, ο Τιμ Βίκερι, με τις γενικότερες ιστορικές και πολιτισμικές συνθήκες που διαμόρφωσαν την ηγεμονική κουλτούρα των δύο χωρών, και ειδικότερα στα αποικιακά συμπλέγματα «λευκής υπεροχής» που κυριαρχούν σε αυτήν της Αργεντινής.
Φαίνεται για μια ακόμα φορά, πως η άνοδος στην πολιτική εξουσία ενός τύπου όπως ο Χαβιέρ Μιλέι, δεν είναι ποτέ ξεκομμένη από τις διεργασίες και του συσχετισμούς εντός κοινωνίας, οι οποίες με τη σειρά τους είναι πρόδηλο ότι εν μέρει αποτυπώνονται και στις κερκίδες. Ο ίδιος ο Μιλέι ώθησε σε παραίτηση τον υφυπουργό Αθλητισμού, Χούλιο Γκάρο, ο οποίος ήταν ο μόνος που βγήκε να πει το αυτονόητο, ότι ο αρχηγός Λιονέλ Μέσι και ο πρόεδρος της AFA Κλαούντιο Τάπια οφείλουν να απολογηθούν δημόσια για το συμβάν. Ο Μασεράνο και άλλοι αρνήθηκαν επίσης ότι υπάρχει λόγος για οποιαδήποτε απολογία.
Ο ρατσισμός, η ομοφοβία, η τοξική ματσίλα και η κανονικοποίηση τους είναι πλέον ενοχλητικά ορατά στην ταυτότητα της συγκεκριμένης εθνικής ομάδας, των οπαδών της και των παικτών ή στελεχών της, με την απροκάλυπτη κάλυψη της πολιτικής εξουσίας. Δεν είναι απλά ένα φαινόμενο των «εθνικών ομάδων», γιατί πολύ απλά δεν έχουν όλοι οι οπαδοί εθνικών ομάδων την ίδια συμπεριφορά. Είναι καρπός όντως ορισμένων ιστορικών και προϋπαρχόντων προτύπων, αλλά κυρίως μιας αντιδραστικής κοινωνικής και πλέον πολιτικής ηγεμονίας που επικρατεί στη χώρα και εκδηλώνεται σε πολλαπλά πεδία, απλώς η ποδοσφαιρική εθνική ομάδα είναι η πιο αστραφτερή της βιτρίνα.

HUMBA με θαυμαστικό

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.029
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #154 στις: Κυρ 11 Αύγ 2024 13:41 »


Η μέρα του πατέρα: Όταν ο Μπιέλσα κατέβασε σε ντέρμπι τη δεύτερη ομάδα

Ο Μαρσέλο Μπιέλσα είναι παράξενος.

Αυτό λογικά το έχεις καταλάβει εδώ και καιρό. Το παρατσούκλι «Λόκο» που του έχει δοθεί από τα πρώτα του χρόνια στους πάγκους δεν είναι σαν τον χαρακτηρισμό “μη με βλέπεις έτσι, είμαι τρελός εγώ” που σου λέει ο λογιστής φίλος σου μετά από δυο-τρεις απανωτές μπύρες. Ο Μπιέλσα είναι περίεργος σε μια κλίμακα που ξεκινάει από το ωραία περίεργος, περνάει κάποιες φορές στο γραφικά περίεργος και φτάνει μέχρι και στο ανησυχητικά περίεργος. Οι ιστορίες και φήμες που το υποστηρίζουν είναι πολλές και σε κάποιες από αυτές κανείς δεν ξέρει με σιγουριά πού τελειώνει η αλήθεια και πού ξεκινάει η υπερβολή. Υπάρχει εκείνη που λέει ότι κάποτε τρύπωσε εκεί που κοιμόταν ο νεαρός Ποτσετίνο για να ελέγξει το μέγεθος του ποδιού του. Υπάρχει μια άλλη που λέει ότι μετά από μια συντριβή από τη Σαν Λορένσο υποδέχτηκε στο σπίτι του μερικούς εξαγριωμένους οπαδούς της Νιούελς με μια χειροβομβίδα στο χέρι. Υπάρχει μια που λέει ότι ηχογραφούσε τον εαυτό του να αναλύει τα 22 συστήματα που πιστεύει ότι υπάρχουν στο ποδόσφαιρο και στη συνέχεια έβγαινε μετά τα μεσάνυχτα και περπατούσε ακούγοντας τις αναλύσεις του. Η λίστα είναι ατέλειωτη.

Τι προκύπτει όταν ένας τέτοιος ιδιόρρυθμος προπονητής, που έχει εμμονή με τον προγραμματισμό και τη λεπτομέρεια, μπλέκει με τον χαοτικό κόσμο του λατινοαμερικάνικου ποδοσφαίρου που συχνά αδιαφορεί για βασικά… τεχνικά θεματάκια όπως “πώς θα γίνει μια ομάδα να παίξει δυο παιχνίδια μέσα σε 24 ώρες σε διαφορετικές χώρες”; Μα φυσικά μια σομπρερική ιστορία.



Το καλοκαίρι του 1990 η Νιούελς Όλντ Μπόις βρισκόταν σε δύσκολη θέση. Τα δυο προηγούμενα χρόνια είχε τερματίσει στο κάτω μισό της βαθμολογίας και με το περίεργο σύστημα υποβιβασμού της χώρας σε περίπτωση που ολοκλήρωνε και μια τρίτη σερί σεζόν με πολύ κακή συγκομιδή βαθμών κινδύνευε σοβαρά να μπλεχτεί σε σενάρια υποβιβασμού. Η ομάδα χρειαζόταν ένα ηλεκτροσόκ. Πολλοί πίστευαν ότι έπρεπε να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη και να φέρει έναν έμπειρο και καταξιωμένο προπονητή. Η διοίκηση (για την ακρίβεια κάποια συγκεκριμένα μέλη της) είχε άλλη γνώμη.

Η ανακοίνωση του ονόματος του Μαρσέλο Μπιέλσα δεν προκάλεσε κάποιο κύμα ενθουσιασμού ή έστω αισιοδοξίας. Ο Αργεντινός δεν είχε κλείσει ακόμα τα 35 και δεν είχε καμία προϋπηρεσία. Τα προηγούμενα οχτώ χρόνια τα είχε περάσει σε διάφορα πόστα των ακαδημιών της Νιούελς, από σκάουτερ και υπεύθυνος των παιδικών τμημάτων μέχρι προπονητής στη δεύτερη ομάδα. Τα μεγαλύτερα συν στο βιογραφικό του ήταν ότι ήξερε το σύλλογο σαν το σπίτι του και ότι όσοι είχαν συνεργαστεί μαζί του μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για τον επαγγελματισμό και τις γνώσεις του. Το ρεζουμέ των περισσότερων περιγραφών ήταν “είναι παράξενος αλλά πολύ ικανός”.

Οι ιδιοτροπίες του δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνιση τους και στη νέα του καριέρα. Παίκτες, οπαδοί και διοικούντες ανακάλυψαν πολύ σύντομα ότι ο καινούργιος προπονητής δεν είναι σαν αυτούς που είχαν συνηθίσει. Παρά την κακή πορεία των προηγούμενων χρόνων, ο Μπιέλσα ενημέρωσε τη διοίκηση ότι δεν χρειάζεται μεταγραφική ενίσχυση. Είχε αποφασίσει ότι θα στηριχθεί σε συγκεκριμένους παίκτες, που πίστευε ότι μπορούν να δώσουν κάτι παραπάνω από αυτό που έδιναν ως τότε, και θα καλύψει όλες τις υπόλοιπες θέσεις με νεαρούς από τη δεύτερη ομάδα. Ο μοναδικός παίκτης που ζήτησε από τη διοίκηση, ένας 21χρονος επιθετικός της Ρίβερ, ήταν κι αυτός παλιότερα ένα από τα «παιδιά» του. Η μεταγραφή όμως δεν προχώρησε γιατί τον πρόλαβε η Μπόκα. Το όνομα του; Γκαμπριέλ Μπατιστούτα.

Μέσα σε ελάχιστους μήνες πολλά άλλαξαν στο εσωτερικό της Νιούελς. Οι πιτσιρικάδες που έφερε μαζί του ο Μπιέλσα έγιναν ο βασικός πυρήνας του ρόστερ και το γεγονός ότι αυτοί ακολουθούσαν ευλαβικά τον προπονητή τους βοήθησε σημαντικά στο να αναγκαστούν να συμπλεύσουν και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία της πρώτης ομάδας. Οι προπονήσεις τροποποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό ενώ αρκετές από τις ανέσεις που απολάμβαναν οι σταρ του συλλόγου έκαναν φτερά. Οι ασκήσεις για τη βελτίωση της φυσικής κατάστασης αυξήθηκαν και οι διαμονές σε καλά ξενοδοχεία αντικαταστάθηκαν με πιο ταπεινές επιλογές. Ενδεικτικά, στη διάρκεια της προετοιμασίας ο Μπιέλσα πήγε απροειδοποίητα την ομάδα σε μια απομακρυσμένη περιοχή στα βουνά. Εκεί έκλεισε επιτόπου κάποια φιλικά με διάφορες τοπικές ερασιτεχνικές ομάδες ενώ οι παίκτες έμεναν σε απλούς ξενώνες που επιλέχθηκαν με την κλασική «carpe diem» λογική “θα μείνουμε όπου βρούμε”. Η εμμονή του νέου τεχνικού με την πειθαρχία αλλά και τη λιτότητα επηρέασε τα πάντα. Το προπονητικό κέντρο ανακαινίστηκε με βάση της επιθυμίες του και έτσι οι παίκτες μπορούσαν να μένουν πλέον εκεί για αρκετές μέρες και να δουλεύουν απερίσπαστοι χωρίς να χρειάζεται να πηγαινοέρχονται στα σπίτια τους. Το αν το προτιμούσαν είναι φυσικά μια άλλη κουβέντα, την οποία δεν επέτρεψε ποτέ να γίνει το νέο αφεντικό.

Πολύ σύντομα το πόρισμα είχε βγει και με αυτό συμφωνούσαν αρκετοί. Ο νέος προπονητής είναι πράγματι τρελός. Σύντομα όμως δικαιώθηκαν και όλοι όσοι τον περιέγραφαν ως “παράξενο αλλά ικανό”. Τον Δεκέμβρη του 1990, στο τέλος του πρωταθλήματος Απερτούρα, η μεταμορφωμένη Νιούελς ήταν στην κορυφή της βαθμολογίας έχοντας την καλύτερη επίθεση από όλους και μόνο δυο ήττες σε 19 παιχνίδια. Ως νικήτρια του Απερτούρα λίγους μήνες μετά, το καλοκαίρι του 1991, αντιμετώπισε τη νικήτρια του Κλαουζούρα, Μπόκα, για τον τίτλο του πρωταθλητή. Η ομάδα του Μπιέλσα κέρδισε το πρώτο παιχνίδι στο Ροσάριο με 1-0 αλλά ηττήθηκε εκτός έδρας με το ίδιο σκορ. Το παιχνίδι πήγε στα πέναλτι. Οι παίκτες της Μπόκα αστόχησαν σε τρία από τα τέσσερα που εκτέλεσαν. Η Νιούελς ήταν πρωταθλήτρια Αργεντινής και οι έξαλλοι πανηγυρισμοί του Μπιέλσα, των παικτών του αλλά και των οπαδών της μέσα στο λασπωμένο Μπομπονέρα θεωρούνται μια από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές στην ιστορία της.



Μετά από αυτή την απρόσμενη επιτυχία ο «Λόκο» απέκτησε φανατικούς θαυμαστές. Η Νιούελς είχε φτάσει στην κορυφή με τα δικά της παιδιά στην ενδεκάδα, με έναν δικό της άνθρωπο στον πάγκο (πέρα από τη μακροχρόνια θητεία στις ακαδημίες, είχε παίξει εκεί δυο σεζόν στα 70s ως αμυντικός) και με ένα δικό της τρόπο παιχνιδιού που κέρδιζε τη συμπάθεια αρκετών ουδέτερων. Οι προπονήσεις, οι ομιλίες και ο τρόπος που τους προετοίμαζε εντυπωσίαζαν τους ποδοσφαιριστές του που είχαν συνηθίσει σε ένα διαφορετικό, πιο ερασιτεχνικό επίπεδο και πολλοί εξ αυτών τις μνημονεύουν μέχρι και σήμερα στις συνεντεύξεις τους.

Σε μια εποχή που το scouting βρισκόταν σε νηπιακό επίπεδο, ο «Λόκο» συγκέντρωνε από παντού κασέτες με ποδοσφαιρικά παιχνίδια και αφιέρωνε αμέτρητες ώρες βλέποντας και αναλύοντας τακτικές και κινήσεις. Κι όταν λέμε από παντού, δεν υπερβάλλουμε. Αν και τότε ήταν πολύ δύσκολο να βρεις βίντεο με παιχνίδια από άλλες χώρες, πόσο μάλλον από άλλες ηπείρους, αυτός είχε βρει ανθρώπους στην Ευρώπη που κάθε μήνα του έστελναν μαζεμένα όσους αγώνες έφταναν στα χέρια τους. Η αδυναμία του Αργεντίνου ήταν τότε ο Άγιαξ, τον οποίο παρακολουθούσε συστηματικά, αλλά το ενδιαφέρον του δεν περιοριζόταν εκεί.

Ο Κριστιάν Ντομίσι, που είναι τώρα προπονητής, ήταν τότε ένας 22χρονος μεσοεπιθετικός. Τον πρώτο καιρό του στη Νιούελς, ο Μπιέλσα τον κάλεσε για να του δείξει σε βίντεο φάσεις από έναν άλλο μεσοεπιθετικό, ώστε να καταλάβει πώς θέλει να κινείται στον αγωνιστικό χώρο. “Έβλεπα το βίντεο και είχα πάθει πλάκα, γιατί δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο παίκτης που παρακολουθούσα. Δεν τον ήξερε κανένας μας. Μετά ο τύπος έγινε διάσημος αλλά μέχρι και σήμερα δεν έχω καταλάβει πώς βρήκε ο Μπιέλσα αυτό το υλικό τότε.” Το όνομα του παίκτη; Γιάρι Λιτμάνεν. Τα βίντεο που έβλεπε ο Αργεντίνος ήταν από τα χρόνια του στη Φινλανδία, πριν πάρει μεταγραφή στον Άγιαξ!



Τις περισσότερες φορές η παραμονή στην κορυφή είναι πιο δύσκολη από το να φτάσεις εκεί. Αυτή είναι μια από τις αγαπημένες φράσεις του Μπιέλσα και μάλλον όχι τυχαία. Την επόμενη σεζόν η Νιούελς εμφάνισε ένα τελείως διαφορετικό πρόσωπο και έκλεισε την Απερτούρα στη 18η θέση. Όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες που παθιάζονται υπερβολικά με αυτό το παιχνίδι, η θεοποίηση δεν απέχει πολύ από το κράξιμο. Η αμφισβήτηση της ικανότητας του προπονητή και των παικτών δεν άργησε να έρθει και τα πράγματα ξέφυγαν στις αρχές του 1992. Στα τέλη Φεβρουαρίου η ομάδα του «Λόκο» διασύρθηκε εντός έδρας από τη Σαν Λορένσο με 0-6 στο πρώτο της παιχνίδι για το Λιμπερταδόρες. Το βαρύ σκορ προκάλεσε την έκρηξη του κόσμου και τότε έλαβε χώρα το περιστατικό με την επίσκεψη των οπαδών στο σπίτι του προπονητή και την απειλή της χειροβομβίδας.

Η Νιούελς έπρεπε να βρει απαντήσεις εν μέσω τρομερής πίεσης και έπρεπε να τις βρει όσο πιο άμεσα γίνεται γιατί το πρόγραμμα που ακολουθούσε ήταν τρομερά πιεστικό. Μέσα στις επόμενες 32 μέρες καλούταν να παίξει 10 παιχνίδια. Αν αυτό ακούγεται ακραίο, υπάρχει και χειρότερο. Λίγες μόνο μέρες μετά τη συντριβή το πρόγραμμα περιλάμβανε τέσσερα παιχνίδια από την Τρίτη έως τη Δευτέρα! Ο σωστός ποδοσφαιρικός προγραμματισμός δεν ήταν ποτέ το φόρτε της νότιας Αμερικής. Η υγεία των παικτών δεν αποτελούσε ποτέ προτεραιότητα. Η έννοια «υπερβολικό ποδόσφαιρο» δεν υπήρχε. Το ποδόσφαιρο ποτέ δεν ήταν αρκετό. Όποιος αντέχει, παίζει. Όποιος δεν αντέχει, πάει σπίτι του. Τα τρία από τα τέσσερα αυτά συνεχόμενα ματς ήταν για το Λιμπερταδόρες και το ένα για το πρωτάθλημα. Αυτό το ένα όμως ήταν και το πιο σημαντικό, γιατί ήταν το μεγάλο ντέρμπι της πόλης απέναντι στη Ροσάριο Σεντράλ. Κι εδώ ξεκινούσαν τα πολύ μεγάλα ζόρια.

Το παιχνίδι με τη Σεντράλ ήταν προγραμματισμένο να διεξαχθεί την Κυριακή 8 Μαρτίου 1992. Την επόμενη ακριβώς μέρα η Νιούελς έπρεπε να βρίσκεται στη Χιλή για να αντιμετωπίσει την Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα σε ένα κρίσιμο ματς για τη συνέχεια του Λιμπερταδόρες. Η διοίκηση των «λεπρών» (όπως είναι το παρατσούκλι της) προσπάθησε να πιέσει τη διοργανώτρια αρχή να αλλάξει την ημερομηνία του ντέρμπι αλλά η απάντηση που έλαβε ήταν ότι πρέπει να συναινέσει και ο αντίπαλος. Σε μια πόλη όπως το Ροσάριο η πρόταση και μόνο ακούγεται σαν ανέκδοτο. Η Σεντράλ δεν μπήκε στη διαδικασία να συζητήσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο που θα διευκόλυνε τη γειτόνισσα της και κάπως έτσι όλο το βάρος έπεσε σε έναν άνθρωπο που έπρεπε να αποφασίσει πώς θα αντιμετωπίσει αυτή την παράλογη κατάσταση.



Τη μέρα που διέρρευσε στον Τύπο η απόφαση του ο κόσμος της Νιούελς πάγωσε. Χωρίς ποτέ να μπει σε διαδικασία επεξήγησης της επιλογής του, ο Μπιέλσα ανακοίνωσε ότι θα κατεβάσει την πρώτη ομάδα σε όλα τα παιχνίδια του Λιμπερταδόρες, που λογικά ήταν και ο μεγάλος του στόχος καθώς έλειπε από την τροπαιοθήκη της Νιούελς. Στο ντέρμπι της πόλης θα έπαιζαν οι αναπληρωματικοί με την προσθήκη κάποιων νεαρών από τη δεύτερη ομάδα!

Εκείνες τις μέρες η απόφαση του έμοιαζε με προπονητική αυτοκτονία. Σε μια εποχή που τα αποτελέσματα δεν ήταν καλά, η πίεση του κόσμου είχε φτάσει στο απροχώρητο και η ψυχολογία των παικτών ήταν στο ναδίρ ο Μπιέλσα έθετε όλο τον οργανισμό της Νιούελς σε έναν κίνδυνο βγαλμένο από τους χειρότερους εφιάλτες του. Το «κλάσικο Ροσαρίνο» μπορεί να μην έχει τη φήμη του Μπόκα-Ρίβερ αλλά δεν υστερεί καθόλου σε πάθος και μίσος. Μια συντριβή από τη μεγάλη αντίπαλο λίγες μέρες μετά την εξάρα της Σαν Λορένσο θα ήταν αυτόματα και η ταφόπλακα στην παρουσία του Μπιέλσα στον πάγκο της αγαπημένης του ομάδας. Είναι δεδομένο ότι αν την απόφαση την έπαιρνε οποιοσδήποτε άλλος, από ένα τυχαίο μέλος της διοίκησης μέχρι τον τελευταίο οπαδό, κανένας δεν θα διάλεγε να πάρει τέτοιο ρίσκο σε ένα ντέρμπι πρωταθλήματος, ειδικά όταν η εναλλακτική ήταν ένα παιχνίδι με μια ομάδα από τη Χιλή. Αλλά όπως είπαμε και στην αρχή, το παρατσούκλι «Λόκο» που τον συνοδεύει δεν προστέθηκε έτσι για πλάκα.

Ο Μπιέλσα αδιαφόρησε για τις αντιδράσεις και τις αρκετές εσωτερικές πιέσεις να αλλάξει στάση και ξεκίνησε την προετοιμασία της διαβολοβδομάδας κάνοντας ουσιαστικά δυο διαφορετικές προπονήσεις κάθε φορά. Μια για τους βασικούς και μια για τις ρεζέρβες, που καλούνταν να παίξουν για πρώτη φορά μαζί στην ενδεκάδα σε ένα παιχνίδι από αυτά που ένα λάθος μπορεί να σε στιγματίσει για μια ζωή. Αυτό πάντως για το οποίο ήταν όλοι σίγουροι ήταν ότι ο υπεραναλυτικός προπονητής τους θα έβρισκε έναν τρόπο να προλάβει να ασχοληθεί με κάθε πιθανή λεπτομέρεια και για τα τέσσερα παιχνίδια. Και ο γολγοθάς ξεκίνησε.

Τη Δευτέρα 3 Μαρτίου η Νιούελς υποδέχτηκε την Κοκίμπο Ουνίδο από τη Χιλή για τη 2η αγωνιστική των ομίλων του Λιμπερταδόρες και τη φιλοδώρησε με τρία γκολ (3-0). Τρεις μέρες μετά, στο ίδιο γήπεδο, αντιμετώπισε την κάτοχο του Λιμπερταδόρες, την Κόλο Κόλο. Το κοντέρ των γηπεδούχων σταμάτησε πάλι στα τρία γκολ (3-1). Η μεμψιμοιρία μειώθηκε και το κλίμα άρχισε σταδιακά να αντιστρέφεται. Τα δύσκολα όμως βρίσκονταν ακόμα μπροστά τους. Η πολυαναμενόμενη Κυριακή έφτασε και η αποστολή αναγκαστικά χωρίστηκε. Οι βασικοί ξεκίνησαν το ταξίδι τους για τη Χιλή ενώ οι ρεζέρβες συγκεντρώθηκαν στο προπονητικό για τις τελευταίες οδηγίες πριν το παιχνίδι της ζωής τους έως τότε.

Ξέροντας τις δυνατότητες των παικτών του καλύτερα κι από τους ίδιους, ο Μπιέλσα κράτησε μαζί του στο Ροσάριο μόνο τρεις βασικούς που πίστευε ότι ήταν ικανοί να βγάλουν και τα δυο απαιτητικά παιχνίδια. Ο ένας από τους τρεις ήταν ο Κριστιάν Ντομίσι. Ο επιθετικός της Νιούελς θυμάται ότι ακόμα και κάτω από αυτές τις συνθήκες ο προπονητής του δεν προετοίμασε την ομάδα με τη λογική «έτσι όπως μας τα έκαναν πάμε και ό,τι βγει». “Η ομιλία του ήταν πολύ παθιασμένη. Ήταν τόσο σίγουρος που φώναζε ότι «θα μπούμε, θα τους βάλουμε στα δίχτυα και θα κερδίσουμε»”. Όσοι τον γνωρίζουν καλά θεωρούν ότι όταν πήρε αυτή την παράτολμη απόφαση στο δικό του μυαλό δεν υπήρχε η σκέψη του ρίσκου. Πραγματικά πίστευε ότι μπορεί να προετοιμάσει κατάλληλα τους παίκτες και να κερδίσει και τα δυο δύσκολα παιχνίδια με δυο διαφορετικές συνθέσεις!

Ήταν Κυριακή 8 Μαρτίου 1992 όταν στη γεμάτη από οπαδούς και των δυο ομάδων έδρα της Νιούελς οι γηπεδούχοι βγήκαν να παίξουν ένα ντέρμπι με οχτώ αναπληρωματικούς. Ο μέσος όρος ηλικίας τους ήταν κοντά στα 22 με 23. Από τους οχτώ παίκτες που έπαιξαν στο κέντρο και την επίθεση, είτε εξ αρχής, είτε ως αλλαγή, οι έξι ήταν από 22 ετών και κάτω! Η μισή σχεδόν ενδεκάδα είχε λιγότερες από πέντε συμμετοχές έως τότε και σχεδόν όλες ήταν ως αλλαγές ενώ ο 19χρονος Πάμπλο Λένσι έπαιζε για πρώτη φορά με τους «μεγάλους».

Το γήπεδο πάντως δεν έγειρε, όπως περίμεναν αρκετοί. Οι παίκτες της Νιούελς κέρδισαν τις περισσότερες μονομαχίες χάρη κυρίως στο πάθος και την αποφασιστικότητα τους. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε ότι οι περισσότεροι προέρχονταν από τις ακαδημίες και ήταν ταυτόχρονα και οπαδοί της ομάδας. Αυτή ήταν η ευκαιρία που περίμεναν από παιδιά. Για να κερδίσεις ένα ντέρμπι βέβαια δεν αρκεί πάντα αυτό. Ο Μπιέλσα είχε διαβάσει εξαιρετικά το παιχνίδι της Σεντράλ (στα προηγούμενα τρία ντέρμπι με αυτόν στον πάγκο μετρούσε δυο μεγάλες νίκες, με 4-0 εντός και 3-4 εκτός, και μια ήττα με 1-0 εκτός) και είχε βρει τρόπο να κλειδώσει όλους τους παίκτες-κλειδιά της.


Η κεφαλιά που έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα

Ο αγώνας κύλησε ακριβώς στο τέμπο που ήθελε και κρίθηκε από ένα γκολ που μπήκε στο 11ο λεπτό με κεφαλιά μετά από κόρνερ. Σκόρερ ήταν ο Κριστιάν Ντομίσι. Ο εκνευρισμός των φιλοξενούμενων από την αναπάντεχη τροπή επηρέασε αναμενόμενα και τις… σωματικές επαφές της αναμέτρησης. Σε μια εποχή που η κλωτσιά έπεφτε σύννεφο στα λατινοαμερικάνικα ντέρμπι, το ότι το παιχνίδι ολοκληρώθηκε με τρεις κόκκινες δεν αποτελεί είδηση. Από το ημίχρονο κιόλας οι δυο αντίπαλοι έπαιζαν με παίκτη λιγότερο. Στα τελευταία λεπτά του αγώνα και με το σκορ να παραμένει στο 1-0 η κατάσταση ξέφυγε. Η Σεντράλ είδε και δεύτερη κόκκινη ενώ κάποιοι αγανακτισμένοι οπαδοί της στην κερκίδα τα έβαλαν με τους αστυνομικούς. Τα επεισόδια γενικεύτηκαν σε όλη την εξέδρα των φιλοξενούμενων και ο διαιτητής αναγκάστηκε να διακόψει προσωρινά τον αγώνα πριν παιχτούν οι καθυστερήσεις. Το προσωρινά έγινε στη συνέχεια μόνιμα και το φύλλο αγώνα έκλεισε με τη Νιούελς να παίρνει τους τρεις πόντους.

Οι σκηνές που ακολούθησαν δεν θα ξεχαστούν ποτέ από όσους φιλάθλους της ήταν στο γήπεδο. Την ώρα που οι απέναντι έπαιζαν ξύλο με την αστυνομία, οι παίκτες των γηπεδούχων έκαναν το γύρο του θριάμβου και σκαρφάλωναν στα κάγκελα για να πανηγυρίσουν με τον κόσμο. Για μια ημέρα οι πιτσιρικάδες και οι δευτεροκλασάτοι παίκτες ήταν οι μεγάλοι ήρωες της πόλης. Όταν τα πανηγύρια κόπασαν ο Μπιέλσα πήρε τους τρεις ακατάβλητους παίκτες που είχε επιλέξει και ταξίδεψαν εσπευσμένα στη Χιλή, εκεί που 24 ώρες μετά απέσπασαν ένα πολύτιμο 1-1 με τους τρεις «μπαλαντέρ» να βγάζουν ένα ακόμα 90λεπτο.



Στο τέλος εκείνου του ατέλειωτου μήνα, η υπό αμφισβήτηση αρμάδα του Μπιέλσα διέψευσε τους πάντες και κατέγραψε σε δέκα παιχνίδια, οχτώ νίκες και δυο ισοπαλίες. Λίγο καιρό αργότερα πήρε μια πρώτη εκδίκηση και από τη Σαν Λορένσο κερδίζοντας τη μέσα στην έδρα της και αφήνοντας την στη τρίτη θέση του ομίλου του Λιμπερταδόρες. Στα προημιτελικά οι δυο ομάδες συναντήθηκαν ξανά και αυτή τη φορά οι παίκτες του Μπιέλσα ήταν αυτοί που έκαναν περίπατο, με ένα εμφατικό 4-0 στον πρώτο αγώνα στο Ροσάριο. Στο τέλος της σεζόν οι φίλοι της Νιούελς πανηγύριζαν ένα ακόμα πρωτάθλημα, το Κλαουζούρα του 1992, ενώ την ίδια περίοδο ζούσαν και την εμπειρία ενός διπλού τελικού Λιμπερταδόρες απέναντι στη Σάο Πάουλο. Οι Αργεντίνοι κέρδισαν το πρώτο παιχνίδι εντός με 1-0, η σπουδαία τότε ομάδα του Τέλε Σαντάνα κέρδισε τη ρεβάνς με το ίδιο σκορ και η κούπα κρίθηκε στα πέναλτι, με τους Βραζιλιάνους να επικρατούν.

Περισσότερο κι από το κερδισμένο πρωτάθλημα, αυτό που έχει μείνει στον κόσμο από εκείνη τη σεζόν είναι το ντέρμπι του Μαρτίου, το οποίο έμεινε στην ιστορία από τους οπαδούς της Νιούελς ως η δική τους «μέρα του πατέρα» («Día del Padre Leproso» για την ακρίβεια, για να τονίζεται και το παρατσούκλι τους). Σε μια χώρα που οι αντιπαλότητες αυτές ξεφεύγουν συχνά από τα όρια της λογικής, η νίκη επί των μεγάλων αντιπάλων παίζοντας με τα δεύτερα γιατί «εκείνοι» φοβήθηκαν να αναβάλλουν τον αγώνα δεν μπορούσε να μην αποκτήσει μυθική διάσταση. Ο Κριστιάν Ντομίσι έφυγε εκείνο το καλοκαίρι από την ομάδα μετά από μόλις μια σεζόν αλλά παραμένει μέχρι και σήμερα ένας θρύλος στο Ροσάριο εξαιτίας εκείνου του γκολ. Κάθε χρόνο στην επέτειο του αγώνα στα κοινωνικά δίκτυα ο κόσμος (αλλά και η ίδια η ομάδα) υπενθυμίζει στους άσπονδους εχθρούς τι είχε συμβεί εκείνη τη μέρα. Κάποιες χρονιές διοργανώνεται τουρνουά 5Χ5 μεταξύ ομάδων αποτελούμενων από οπαδούς με τους νικητές να παραλαμβάνουν το τρόπαιο από τα χέρια του ήρωα Ντομίσι. Το 2012, όταν συμπληρώθηκαν είκοσι χρόνια, οργανώθηκε ολόκληρη γιορτή στο γήπεδο με συνοδεία φαγητού και αλκοόλ.


Ένας άνθρωπος με νέες ιδέες θεωρείται τρελός μέχρι οι ιδέες του να θριαμβεύσουν”

Ο Μπιέλσα αποχώρησε από τον πάγκο της Νιούελς εκείνο το καλοκαίρι μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος και τον τελικό του Λιμπερταδόρες αλλά το πέρασμα του δεν θα ξεχαστεί ποτέ, αφού ακόμα κι αυτοί που δεν ζούσαν τότε για να πανηγυρίσουν τις επιτυχίες του, πηγαίνουν σήμερα σε ένα γήπεδο που ονομάζεται «Στάδιο Μαρσέλο Μπιέλσα».

Ο Αργεντινός ήθελε πριν φύγει να κοουτσάρει την ομάδα στα δυο παιχνίδια με τη νικήτρια του Απερτούρα, Ρίβερ Πλέιτ. Αυτά θα έκριναν ποια θα έμπαινε απ’ευθείας στους ομίλους του επόμενου Λιμπερταδόρες. Μερικές μέρες μετά την κατάκτηση του τίτλου όμως οι παίκτες είχαν οργανώσει ένα μεγάλο πάρτι με αφορμή το γάμο ενός εξ αυτών. Ο Μπιέλσα, που δεν καταλαβαίνει από τέτοιες χαλαρότητες, απαίτησε από τους ποδοσφαιριστές να τηρήσουν το νυχτερινό ωράριο και να μην το τραβήξουν ως τα ξημερώματα γιατί την επόμενη ήταν προγραμματισμένο ένα φιλικό για να προετοιμαστεί η ομάδα για τα ματς με τη Ρίβερ. Η μεθυσμένη ακόμα από το θρίαμβο διοίκηση το πήρε πάνω της και αναίρεσε την εντολή του προπονητή. Οι παίκτες ήπιαν και ξενύχτησαν όσο ήθελαν αλλά όταν επέστρεψαν στις προπονήσεις ο προπονητής τους είχε φύγει. Για πάντα. Τόσο απλά και ξαφνικά.

Το είπαμε άλλωστε και στην αρχή. Ο Μαρσέλο Μπιέλσα είναι παράξενος.
blog.stoiximan.gr
el sombrero