Αποστολέας Θέμα: ARGENTINA  (Αναγνώστηκε 22245 φορές)

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #50 στις: Πεμ 07 Νοέ 2019 22:28 »
Παράθεση
Το 1928 η οικογένεια Γκοσινί μετακομίζει από το Παρίσι στο Μπουένος Άιρες για επαγγελματικούς λόγους. Ο γιος τους Ρενέ είναι μόλις 2 χρονών. Στην Αργεντινή ο πατέρας του διαλέγει να υποστηρίξει τη Ράσινγκ και ο μικρός αναμενόμενα τον ακολουθεί πιστά. Όταν ενηλικιώνεται, και μετά το θάνατο του πατέρα του, επιστρέφει στο Παρίσι και γνωρίζει τον Αλμπέρ Ουντερζό. Μαζί θα δημιουργήσουν ένα από τα πιο διάσημα και πολυαγαπημένα κόμικ του κόσμου. Σύμφωνα με τους Αργεντινούς, η αγάπη του για τη Ράσινγκ θα αποτυπωθεί στο παντελόνι του Οβελίξ, το οποίο επιλέγει να βάψει με τα χρώματα της ομάδας.
El Sombrero

Αποσυνδεδεμένος PAS and stale bread

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.039
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #51 στις: Τρι 12 Νοέ 2019 17:27 »
Estudiantes. Εγκαίνια στο ανακαινισμένο της γήπεδο της, με το ολόγραμμα λιονταριού να τρελαίνει όλο τον κόσμο. Μόνο εγώ ζήλεψα και ονειρεύτηκα ένα μεγάλο μπλε ταύρο να κάνει το ίδιο στο δικό μας νέο γήπεδο; Όνειρα...

 

     

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #52 στις: Δευ 09 Δεκ 2019 20:43 »
Παράθεση
Στα 35 του ο Χαβιέρ Μαστσεράνο επέστρεψε στην Αργεντινή για χάρη της Εστουντιάντες, του φίλου του Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν. Για να μπορέσουν οι οπαδοί της ομάδας να δούνε την παρουσίαση του, έπρεπε να φέρουν μαζί τους ένα παιχνίδι. Με αυτόν τον τρόπο συγκεντρώθηκαν μέσα σε λίγες ώρες πάνω από 10.000 παιχνίδια, τα οποία θα δοθούν τα Χριστούγεννα σε παιδικά ιδρύματα, σχολεία και νοσοκομεία.


El Sombrero

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #53 στις: Πεμ 16 Ιαν 2020 21:36 »
Το ποδόσφαιρο είναι αντρικό άθλημα… Not
&feature=emb_title

Ζούμε σε μια χώρα στην οποία οι γυναίκες  σε μεγάλο ποσοστό είτε δεν ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, είτε ασχολούνται εντελώς επιδερμικά (περιμένοντας να δείξει η κάμερα τον Τζόρβα) που ίσως είναι ακόμα χειρότερο. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώντας ότι αυτό είναι το φυσιολογικό, αγνοούμε ότι σε άλλα μέρη του κόσμου η κουλτούρα είναι τελείως διαφορετική.

Μια ακόμα απόδειξη είναι το παραπάνω βίντεο από την Αργεντινή, το οποίο είναι από τα επικότερα που έχω δει. Οι συμπαθείς κυριούλες δεν είναι αυτό που λέμε “καθωσπρέπει κυρίες”. Είναι μιας κάποιας ηλικίας και τις ενώνει η αγάπη για την ομάδα τους, την Μπάνφιλντ, την οποία παρακολουθούν όρθιες και κολλημένες στα κάγκελα (μασουλώντας και κάτι). Οι σκηνές είναι από τον αγώνα Μπάνφιλντ-Μπόκα στον οποίο οι ομάδες ήρθαν ισόπαλες 1-1 και τελικά δεν βοήθησε την Μπάνφιλντ να γλιτώσει τον υποβιβασμό. Αν κρίνουμε από προηγούμενα γεγονότα και από τα επεισόδια που έγιναν μετά τον υποβιβασμό της ομάδας, η Μπάνφιλντ πρέπει να έχει αρκετά τρελούς οπαδούς. Το βίντεο μπορείς απλά να το βλέπεις, αλλά για ευκολία έχω μεταφράσει μερικές από τις ατάκες τους γιατί το περιεχόμενο είναι ακόμα πιο θεϊκό:

“Έχουν μεγάλο κώλο. Όλο κερδίζουν με πέναλτι. Μόνο έτσι κερδίζουν”
“Αυτός ο Σομόσα της Βέλεζ (σ.Σ. γιατί ξέρουμε και που έπαιζε παλιά ο καθένας) είναι π.τάνας γιος. Πρέπει να τον σκοτώσουν. Βλάκες… Κλέφτη. Λωποδύτη ! Να επιστρέψεις το ψαλίδι που έκλεψες.”
“Ποιος;” (ρωτάει η διπλανή κυριούλα)
“Ο Βιάτρι, ο Βιάτρι. Αυτός ο λωποδύτης.(σ.Σ. o Βιάτρι κατηγορείται για συμμετοχή σε ένοπλη ληστεία μαζί με τον αδερφό του , η ληστεία έγινε σε ένα… κομμωτήριο). Π.τάνας γιε, κλέφτη ! Έκλεψε το κομμωτήριο.”

“Πού πας π.τάνας γιε. Φανφαρόνε. Την π.τάνα που σε γέννησε. Α, πώς τον χτύπησε ο μαύρος. Α, ο π.τάνας γιος. Κοίτα πώς το χτύπησε το παιδί (σ.Σ. γιατί υπάρχει και μητρικό φίλτρο μέσα μας παρ’ ότι βρίζουμε σαν λιμενεργάτες). Το χτύπημα που του έκανε ο κλέφτης. Ο π.τάνας γιος, την π.τάνα που τον γέννησε. Λωποδύτη.”

“Π.τανας γιε Ερβίτι. Π.τάνας γιε !”
“Κλαψιάρη” (η διπλανή κυρία που σιγοντάρει)
“Βγάλτους κάρτα τους π.τανας γιους. Πέταξέ τους έξω. Βγάλτους κάρτα. Πέταξέ τους τους π.τάνας γιους.”

“Μην τον αγκαλιάζεις Λουκέτι (σ.Σ. τερματοφύλακας της Μπάνφιλντ που πέρασε από την Μπόκα και έχει κάποιες καλές σχέσεις με παλιούς συμπαίκτες) τον π.τάνας γιο!”

“Μην ξεχνάς ποιος σου έδωσε να φας. Τσβίτανιτς ! (σ.Σ. ο Νταρίο Τσβίτανιτς ξεκίνησε την καριέρα του από την Μπάνφιλντ και έπαιξε 5 χρόνια εκεί μέχρι να τον πάρει ο Άγιαξ) Μην ξεχνάς την Μπάνφιλντ π.τάνας γιε! Μην ξεχνάς ποιος σου έδινε να φας όταν δεν είχες τίποτα. Τσβίτανιτς. Π.τάνας γιε. Και τώρα νομίζεις ότι είσαι πάνω από όλους και τριγυρνάς με αυτή την π.τάνα, αυτή την τσούλα. Το παίζει γκόμενα του Τσβίταντις, κάνει την κυρία. Π.τάνα χαμένη.”

Και όπως έγραψε και κάποιος: “Σε 3 λεπτά η κυρία είπε 18 φορές “π.τάνας γιος”, σε όλο το πρωτάθλημα πανηγύρισε 15 γκολ της Μπανφιλντ”. Η ιστορία όμως έχει και συνέχεια. Μερικούς μήνες αργότερα ο Νταρίο Τσβίτανιτς βρέθηκε στο προπονητικό κέντρο της Μπάνφιλντ κατά τη διάρκεια των διακοπών του και έκανε εκεί προπόνηση. Η Μάρτα (το όνομα της κυρίας) ήταν παρούσα, κολλημένη και πάλι στο κάγκελο. Αυτή τη φορά όμως με τη διάθεση να ζητήσει συγγνώμη από τον παίκτη και να αυτοσαρκαστεί, καθώς έγινε viral σε όλη τη χώρα.

&feature=emb_title

“Συγχώρα με, συγχώρα με. Πότε θα γυρίσεις πίσω στη Μπάνφιλντ; Γύρνα γρήγορα Τσβίτα. Γύρνα γρήγορα στην Μπάνφιλντ. Πόσο ωραία κοπέλα έχεις, είναι μια κούκλα, μια κούκλα. Μην ακούς το αντίθετο.” Και φυσικά το κλου, η αγκαλιά του καλού παιδιού Τσβίτα με την Μάρτα, σαν να είναι η αθυρόστομη θεία του. Με την Μάρτα να ζητάει συγγνώμη και από τον Τσβίτανιτς και από την κοπέλα του και να περιγράφει την ντροπή που ένιωσε όταν είδε τη φάτσα της στην τηλεόραση. Μέσα σε όλα αυτά, υπάρχει και η ατάκα της κυρίας Μάρτα για τον επιθετικό Ρικάρντο Νοΐρ, που τη γνώρισε από κοντά όταν ήρθε στην Μπάνφιλντ δανεικός από την Μπόκα και έντρομος τη ρώτησε: “Θα τα λες και σε μένα αυτά;” για να πάρει την απάντηση από την Μάρτα: “Όοοοχι, όσο είσαι στην Μπάνφιλντ όχι. Όταν είσαι στην Μπόκα ναι”. Η τρυφερή στιγμή έληξε με την κυρα-Μάρτα να στέλνει θερμούς χαιρετισμούς στην μαμά του Νταρίο, ναι αυτή που την έβρισε περίπου είκοσι φορές πριν ένα χρόνο.
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #54 στις: Πεμ 23 Ιαν 2020 19:09 »


Ναπολέων, ο σκύλος σύμβολο
Η γειτονιά της Βίγια Κρέσπο στο Μπουένος Άιρες ήταν γεμάτη με αδέσποτα σκυλιά που τριγύριζαν στους δρόμους τη δεκαετία του 1930. Οι κάτοικοι εκεί όμως τα φρόντιζαν, τα τάιζαν και πολύ συχνά τις κρύες νύχτες του χειμώνα τα έβαζαν μέσα στα σπίτια τους για να κοιμηθούν. Σε αντάλλαγμα, οι αδέσποτοι σκύλοι είχαν γίνει οι φύλακές τους. Ένας από αυτούς περιπλανήθηκε στις εγκαταστάσεις της ποδοσφαιρικής ομάδας Τσακαρίτα Τζούνιορς και τον περιμάζεψε ο επιστάτης Καμίλο ντι Μπέγια. Δεν είχε ιδέα όμως πόσο σημαντικός θα γινόταν αυτός ο σκύλος, ένας κοντοστούπης… λουκάνικος μαύρου χρώματος, μάλλον της ράτσας Ντάχσουντ.

Ο Καμίλο δεν μπορούσε να τον κρατήσει και τον έκανε δώρο στον γείτονά του Φρανσίσκο Μπελόν που ήταν οπαδός της μεγάλης αντιπάλου της Τσακαρίτα, της Ατλάντα. Παρά την μεγάλη τους ποδοσφαιρική κόντρα, οι δυο γείτονες περνούσαν άπειρες ώρες μιλώντας για το ποδόσφαιρο. Ο Φρανσίσκο δεν ήταν απλά οπαδός, ήταν το μέλος Νο84 της Ατλάντα, ένας άνθρωπος που ζούσε για την ομάδα του και μέχρι τότε δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις με τα σκυλιά. Όταν είδε όμως τον σκύλο μέσα στην κουζίνα, να του κουνάει την ουρά και να του δείχνει την φθαρμένη δερμάτινη μπάλα για να παίξουν, ήταν κεραυνοβόλος έρωτας. Ο Φρανσίσκο ονόμασε τον σκύλο Ναπολέοντα και μια μεγάλη φιλία θα ξεκινούσε. “Δραπέτευσες από την Τσακαρίτα ε; Θα γίνεις Ατλάντα, είναι η καλύτερη ομάδα του κόσμου.”

Η αγάπη του Ναπολέοντα για την μπάλα και η τρέλα του Φρανσίσκο οδήγησαν σε προπονήσεις που κρατούσαν ώρες. Γρήγορα ο σκύλος άρχισε να κάνει διάφορα εντυπωσιακά κόλπα με την μπάλα. Η ποδοσφαιρική διαπαιδαγώγηση του Ναπολέοντα όμως δεν έμεινε εκεί. Ο Φρανσίσκο άρχισε να τον παίρνει στο γήπεδο για να βλέπει την Ατλάντα μαζί του και ο Ναπολέων κέρδιζε συμπάθειες ανάμεσα στους φιλάθλους της ομάδας. Σε μια από αυτές τις επισκέψεις, ένα τυχαίο γεγονός άλλαξε την ιστορία του σκύλου και του ιδιοκτήτη. Στις 22 Νοεμβρίου του 1936, η Ατλάντα υποδεχόταν την Ταγιέρες και οι οπαδοί έριξαν τις αντίστοιχες κροτίδες της εποχής. Ο Ναπολέων τρόμαξε και μέσα στον χαμό έφυγε και ο Φρανσίσκο δεν τον είδε ξανά σε ολόκληρο το πρώτο ημίχρονο. Με την ομάδα του να χάνει με 1-5 (!) και τον σκύλο του εξαφανισμένο, ήταν τα χειρότερα λεπτά της ζωής του. Μέχρι, που στην ησυχία της ανάπαυλας, ο Ναπολέων εμφανίστηκε και ο Φρανσίσκο τον αγκάλιασε δακρυσμένος. Για να ηρεμήσει, αποφάσισε να του πετάξει μια μπάλα και ο Ναπολέων άρχισε τα κόλπα του στο γρασίδι του γηπέδου, ξετρελαίνοντας τον κόσμο ειδικά όταν έκανε κεφαλιές. Οι ομάδες βγήκαν για το δεύτερο ημίχρονο και η Ατλάντα με μια αντεπίθεση διαρκείας κατάφερε να ισοφαρίσει σε 5-5 τον αγώνα. Αυτό ήταν, στο μυαλό του κάθε προληπτικού οπαδού στη Ν. Αμερική δεν έφταιγε τίποτα άλλο παρά το γούρι που έφερε ο Ναπολέων.



Από εκείνη την μέρα και μετά, ο Ναπολέων έμπαινε στο γήπεδο μαζί με τους παίκτες, πόζαρε σε φωτογραφίες, έκανε ζέσταμα κανονικά μαζί τους και… τρομοκρατία στους φιλοξενούμενους τους οποίους και γάβγιζε. Ακόμα και όταν ξεκινούσε το παιχνίδι, έκοβε βόλτα δίπλα στις πλάγιες γραμμές τρέχοντας παράλληλα με τους παίκτες της Ατλάντα. Σε ένα φύλλο του περιοδικού El Grafico υπάρχει περιγραφή της απόδοσης του Ναπολέοντα σε αγώνα τον οποίο και είχε διακόψει με την είσοδό του. Ο Ναπολέων έκανε τούνελ ανάμεσα στα πόδια όσων πήγαιναν να τον πιάσουν και να τον βγάλουν έξω και με φοβερή γκαμπέτα ντρίμπλαρε. Όπως κάθε σωστός οπαδός όμως, ο Ναπολέων άρχισε να ταξιδεύει και στα εκτός μαζί με τον Φρανσίσκο και άλλους φίλους. Σε κάθε ματς της Ατλάντα ο σκύλος ήταν παρών. Για δυο χρόνια περίπου κράτησε αυτό το φαινόμενο και ο Ναπολέων έγινε η πραγματική μασκότ της ομάδας. Μέχρι τον Απρίλιο του 1938. Ο Φρανσίσκο και οι φίλοι του βρίσκονταν στο σπίτι του και κανόνιζαν την επόμενη εκδρομή στην Λα Πλάτα για το ματς με την Εστουδιάντες. Πώς θα μετέφεραν τον Ναπολέοντα, πώς θα τον έβαζαν μέσα και τι θα έκανε η Ατλάντα στον αγώνα. Μέχρι που ένα δυνατό φρενάρισμα ακούστηκε απ’ έξω. Βγαίνοντας, είδαν τον σκύλο στον δρόμο νεκρό, χτυπημένο από ένα μαύρο αυτοκίνητο. Το σοκ ήταν μεγάλο για όλους τους φίλους της ομάδας και περισσότερο από όλους για τον απαρηγόρητο Φρανσίσκο.



Αμέσως έπεσε η ιδέα να αποτρεφρωθεί ο σκύλος και οι στάχτες του να σκορπιστούν πάνω στο γήπεδο της Ατλάντα. Ένας γείτονας είπε να τον θάψουν στον κήπο του για να πηγαίνει όποτε θέλει ο Φρανσίσκο και οποιοσδήποτε άλλος. Ο Φρανσίσκο όμως είχε άλλη ιδέα. “Θα τον βαλσαμώσω. Έτσι, θα ζει για πάντα.” Η ιδέα έγινε πραγματικότητα, ο ταριχευτής έκανε εξαιρετική δουλειά και ο Ναπολέων βρέθηκε στην τροπαιοθήκη της Ατλάντα, σαν ζωντανός, με ένα λουράκι με το σήμα της ομάδας και τα δυο πόδια του πάνω σε μια μπάλα. Εκεί έμεινε για αρκετά χρόνια, μέχρι που κάποια στιγμή ο Φρανσίσκο ήρθε για πολιτικούς λόγους σε διαμάχη με τη διοίκηση του συλλόγου και τον πήρε. Μετά τον θάνατο του Φρανσίσκο το 1980, ο γιος του Οσβάλντο πήρε στην κατοχή του τον Ναπολέοντα. Στη γιορτή όμως για τα 100 χρόνια της ομάδας το 2004, ο Ναπολέων μπήκε μαζί με άλλα ιερά τέρατα της Ατλάντα στο hall of fame της ομάδας και έστω και… νεκρός αποθεώθηκε από ολόκληρο το γήπεδο κάνοντας το γύρο του θριάμβου.
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #55 στις: Πεμ 06 Φεβ 2020 18:19 »
Η μοίρα το φέρνει κι ο μισητός αντίπαλος σηκώνει το πρωτάθλημα μέσα στο σπίτι σου. Εσύ τι κάνεις; Οι οπαδοί της Σαν Λορένσο το πήγαν κομματάκι μακριά, σε μια ιστορία λατινοαμερικάνικης γραφικότητας με ένα ντέρμπι απέναντι στην Ουρακάν που πέρασε από χίλια κύματα μέχρι να γίνει.
Μέχρι πού θα έφτανες για να μη δεις τους αντιπάλους σου να πανηγυρίζουν; Ποια είναι τα όρια μεταξύ του «κάνω κακό στην ομάδα μου» και του «κάνω μεγαλύτερο κακό στους...




Όταν οι οπαδοί της Σαν Λορένσο σταμάτησαν ένα γύρο του θριάμβου στο γήπεδό τους
Μέχρι πού θα έφτανες για να μη δεις τους αντιπάλους σου να πανηγυρίζουν; Ποια είναι τα όρια μεταξύ του «κάνω κακό στην ομάδα μου» και του «κάνω μεγαλύτερο κακό στους αντιπάλους»; Στο μαγικό κόσμο της Νότιας Αμερικής οι απαντήσεις μάλλον διαφέρουν από αυτές σε άλλα μέρη. Το πρωτάθλημα Τορνέο Μετροπολιτάνο του 1973 στην Αργεντινή είχε μια μεγάλη πρωταγωνίστρια. Την Ουρακάν του Σέζαρ Λουίς Μενότι, στη δεύτερη μόλις δουλειά του ως κόουτς. To 1971 ο πρόεδρός της Ουρακάν ταξιδεύει στο Ροσάριο και έρχεται σε συμφωνία με το νεαρό Μενότι που ήταν βοηθός/τεχνικός διευθυντής στους Νιούελ’ς Ολντ Μπόιζ. Ο Μενότι, λάτρης του όμορφου ποδοσφαίρου, που έβαζε το “ωραίο” παιχνίδι πάνω και από τη νίκη ακόμα, βρήκε στην Ουρακάν (μια ομάδα με τελευταίους τίτλους τη δεκαετία του 1920) τις ιδανικές συνθήκες για να μπορέσει να περάσει τις ιδέες του στους ποδοσφαιριστές.

Με παίκτες που πέρασαν στην ιστορία του αργεντίνικου ποδοσφαίρου όπως οι Μπάμπινγκτον, Μπαζίλε, Μπριντίσι και Χάουσμαν, η Ουρακάν έφτιαξε μια ομάδα που ακόμα και σήμερα, πάνω από 40 χρόνια μετά, μνημονεύεται ως μια από τις θεαματικές και επιθετικές στην πλούσια ποδοσφαιρική ιστορία της χώρας. Τη 10η αγωνιστική κέρδισε μέσα στο Ροσάριο τη Σεντράλ με το απίστευτο 0-5, απέναντι σε μια αξιόλογη ομάδα και ένα δύσκολο κοινό. Μετά το 0-3, οι οπαδοί των γηπεδούχων χειροκρότησαν τους αντιπάλους. «Ήταν ένας απίστευτος χορός στο χορτάρι, σηκωθήκαμε όρθιοι και τους αποθεώσαμε» θυμάται ένας από τους παρόντες. Μπορεί η υπόλοιπη Αργεντινή να την αποθέωνε, η μοίρα όμως έφερε την Ουρακάν να έχει διαλέξει ανάμεσα στα 48 barrios (τις 48 “γειτονιές” σε ελεύθερη μετάφραση) του Μπουένος Άιρες το Πάρκε Πατρίσιος για έδρα της. Μην παρεξηγηθούμε. Το Πάρκε Πατρίσιος είναι γεμάτο δημόσια πάρκα και πολύ πράσινο και θεωρείται ένας από τους πνεύμονες της πόλης, από τότε που περίπου στα 1900 η κυβέρνηση μετέφερε τα δημόσια σφαγεία και τους αποτεφρωτήρες σκουπιδιών, ώστε η περιοχή να καθαρίσει. Η μόνη “ατυχία” για τους κατοίκους του Πάρκε Πατρίσιος και τους οπαδούς της Ουρακάν είναι ότι συνορεύουν με το barrio του Μποέδο στα δυτικά:

&feature=emb_title
Όλοι έχουμε έναν φασαριόζο γείτονα.
Στην Ουρακάν έλαχε να έχει αυτούς τους παλαβούς.

Εκεί, το 1908, την ίδια χρονιά που ιδρύθηκε κι η Ουρακάν, γεννήθηκε η Σαν Λορένσο ντε Αλμάγκρο και από το 1915, όταν οι δύο σύλλογοι συναντήθηκαν για πρώτη φορά σε ένα φιλικό, ξεκίνησε ένα από τα όχι τόσο διάσημα εκτός χώρας, αλλά πιο παλιά και σημαντικά “κλάσικο” του Μπουένος Άιρες, με ιστορία που εκτείνεται σε πολλές δεκαετίες. Όπως ήταν φυσικό, οι οπαδοί της Σαν Λορένσο το 1973 δεν ήταν ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι με την καλή πορεία των αντιπάλων τους, ειδικά όταν η Ουρακάν δεν ήταν απλά πρωτοπόρος, αλλά και η ομάδα που κέρδιζε τα θετικά σχόλια των ουδέτερων. Παρ’ ότι κι οι “κυανέρυθροι” είχαν καλή ομάδα εκείνα τα χρόνια, η αρμάδα του Μενότι ήταν σαφώς καλύτερη. Κι αυτό δεν το αντέχει ο οπαδός.

Καθώς λοιπόν οι αγωνιστικές περνούσαν και οδεύαμε προς το τέλος του πρωταθλήματος, η Ουρακάν φαινόταν ότι δεν μπορούσε να χάσει το πρωτάθλημα με τίποτα. Η κληρωτίδα όμως την έφερε να αγωνίζεται δυο αγωνιστικές πριν το τέλος στο (παλιό, μια που τώρα δεν υπάρχει) Γκασόμετρο, την παραδοσιακή έδρα της Σαν Λορένσο. Οι οπαδοί της ομάδας του Μποέδο άρχισαν να αγχώνονται ότι οι αντίπαλοι θα στέφονταν πρωταθλητές μέσα στο σπίτι τους. Την αμέσως προηγούμενη χρονιά είχε γίνει το αντίστροφο. Η Σαν Λορένσο είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα και την επόμενη αγωνιστική έπαιζε στην έδρα της Ουρακάν. Η Ουρακάν κέρδισε μεν με 3-0, αλλά οι αντίπαλοι έκαναν το γύρο του θριάμβου στην έδρα της, σε μια στιγμή υπέρτατης χαράς και ταπείνωσης του αντιπάλου. Το να πάρει μέσα σε ένα χρόνο εκδίκηση η Ουρακάν δεν έπρεπε να περάσει, δεν μπορούσε να συμβεί, έπρεπε με κάποιον τρόπο να εμποδιστεί. Η επιφοίτηση ήρθε στον Αντόλφο Ρες, μετέπειτα συγγραφέα και ιστορικό του συλλόγου. «Γιατί δεν τιμωρούμαστε για εκείνο το ματς; Να μην πατήσουν το πόδι τους στην έδρα μας».


Ένα γκράφιτι που λέει είμαστε “κλάσικο”, δεν είμαστε εχθροί.

Η παρανοϊκή ιδέα έγινε αμέσως αποδεκτή εν μέσω ενθουσιασμού από τους συνοπαδούς του κι έτσι στις 3 Αυγούστου του 1973, κατά την 25η αγωνιστική όπου και η Σαν Λορένσο υποδεχόταν την Μπόκα, πολλοί οπαδοί της χωρίς κανέναν προφανή λόγο άρχισαν να πετούν πέτρες και μπουκάλια στο δύσμοιρο μυστακοφόρο τερματοφύλακα της Μπόκα με το όνομα Βινταγιέ, που σίγουρα αναρωτιόταν τι τους είχε κάνει. Το παιχνίδι διακόπηκε στο 10′ για αρκετή ώρα και τελικά έληξε με νίκη της Μπόκα με 2-3. Οι οπαδοί των γηπεδούχων, σίγουροι για την επιτυχία του πλάνου τους, γύρισαν ευτυχισμένοι στα σπίτια τους. Οι υπολογισμοί όμως για την εκδίκαση της υπόθεσης και την τιμωρία δεν βγήκαν σωστοί.

Η “Σικλόν” τιμωρήθηκε μεν από την Ομοσπονδία να δώσει αγώνες σε ουδέτερο γήπεδο, αλλά εξέτισε την ποινή ένα ακριβώς ματς πριν υποδεχτεί τους γείτονες. Το σχέδιο κατέρρευσε. Την ίδια στιγμή, η Ουρακάν στέφθηκε και μαθηματικά πρωταθλήτρια μία αγωνιστική πριν το τοπικό ντέρμπι, όταν η Μπόκα δεν κέρδισε το δικό της παιχνίδι. Έτσι, ο γύρος του θριάμβου θα γινόταν στο Γκασόμετρο. Η Σαν Λορένσο δεν είχε άλλους αγώνες στο ενδιάμεσο για να ξανατιμωρηθεί κι οι οπαδοί ήταν απογοητευμένοι που δεν μπορούσαν να κάνουν νέα επεισόδια (ναι, τα πράγματα ήταν τόσο τρελά). Η λύση όμως ήρθε ξανά από τους πολυμήχανους οπαδούς των κυανέρυθρων. Κάποιοι από αυτούς μπήκαν με φτυάρια στο γήπεδό τους, έσκαψαν μέσα στην περιοχή, ενώ παράλληλα πήραν μαζί τους και εξαφάνισαν τη μια εστία. Προφανώς, μέσα στο κόλπο ήταν και η ίδια η διοίκηση του συλλόγου, που πήγε αμέσως στην Ομοσπονδία και ζήτησε το ματς να γίνει αλλού, καθώς στο Γκασόμετρο «έπρεπε να γίνουν έργα ανακαίνισης». Όταν ο πρόεδρος ρωτήθηκε γιατί δεν ήθελε η Ουρακάν να κάνει το γύρο του θριάμβου στο γήπεδό του, απάντησε αφοπλιστικά: «Θα έμεναν στο γήπεδο δυο μέρες για να γιορτάσουν».


Εξώφυλλο οπαδικής εφημερίδας της Σαν Λορένσο μετά το ματς. «Ο γύρος του θριάμβου, όχι εδώ» με φωτογραφία των επτά ηρωικών σκαφτιάδων «Και τώρα κλάψτε πίσω στην Πομπέγια» (μια ακόμα γειτονιά της Ουρακάν)

Κάπως έτσι, στις 21 Σεπτεμβρίου, το ντέρμπι Σαν Λορένσο-Ουρακάν έγινε στο ουδέτερο Χοσέ Αμαλφιτάνι. Έξω από το γήπεδο υπήρχε πάρα πολύς κόσμος, μέσα όμως ελάχιστοι φίλοι των γηπεδούχων. Όποιος πήγαινε να αγοράσει εισιτήριο στα εκδοτήρια, άκουγε τις παροτρύνσεις των συνοπαδών του να περιμένει αρκετή ώρα πριν μπει. Πράγματι, η Ουρακάν μπήκε μέσα στον αγωνιστικό χώρο και έκανε το γύρο του θριάμβου μπροστά σε ελάχιστους θεατές των “γηπεδούχων” και με τους παίκτες της Σαν Λορένσο να αγνοούν επιδεικτικά τους αντιπάλους τους (κάτι που την περασμένη σεζόν είχε γίνει αντίστροφα). Η πλειοψηφία του κόσμου μπήκε μετά τη σέντρα για να σιγουρευτεί ότι δεν θα δει αυτό το… φριχτό θέαμα, τραγουδώντας: “Αχ Ουρακάν πόσο γελάω, δεν θα κάνεις ποτέ γύρο του θριάμβου στο σπίτι του μπαμπά“.  Οι γηπεδούχοι κέρδισαν μάλιστα με 1-0, πανηγυρίζοντας έξαλλα τη νίκη απέναντι στους πρωταθλητές. Το ιστορικό «παλιό» Γκασόμετρο γκρεμίστηκε μερικά χρόνια αργότερα, σε μια βρώμικη ιστορία που άφησε τη Σαν Λορένσο χωρίς γήπεδο για πολύ καιρό, αλλά όπως ο πρωτεργάτης των συμβάντων Ρες έγραψε σε ένα άρθρο του: «Το Βιέχο Γκασόμετρο ήταν ένας Ναός και στα 63 χρόνια ζωής του κανένας αντίπαλος δεν μπόρεσε να κάνει γύρο του θριάμβου μπροστά μας».


Η φωτογραφία μυρίζει 70s

Μπορεί όμως οι οπαδοί της Σικλόν να θυμούνται ένα γύρο του θριάμβου, ο υπόλοιπος κόσμος θα θυμάται το ποδόσφαιρο της δίκαιης πρωταθλήτριας Ουρακάν. Με τις ιδέες του Μενότι, ιδέες που χρόνια αργότερα θα δημιουργούσαν το “κίνημα” του Μενοτίσμο και θα ενέπνεαν προπονητές όπως ο Μαρσέλο Μπιέλσα, αλλά και ο Πεπ Γκουαρδιόλα. Ήταν εκείνη η Ουρακάν που έκανε το Μενότι τόσο διάσημο προπονητικά, ώστε η Π.Ο. της Αργεντινής να τον επιλέξει ως προπονητή της εθνικής μετά το φιάσκο του 1974 και να την οδηγήσει στην κατάκτηση του Μουντιάλ του 1978. «Αυτός ο τίτλος ήταν η εκπλήρωση ενός ονείρου. Για το πώς φτιάχτηκε η ομάδα, για το πώς έπαιξε, για όσα έκανε και γιατί έγινε σε έναν σύλλογο που προχωράει με βάση τους ανθρώπους στη γειτονιά. Η Ουρακάν του 1973 ήταν ένα κομμάτι της ιστορίας του ποδοσφαίρου της Αργεντινής και μια ιδεολογική σημαία για πολλούς από μας».
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #56 στις: Πεμ 06 Φεβ 2020 20:29 »
Προσπερνούσε τους αντιπάλους όποτε ήθελε, έβαλε γκολ που μνημονεύονται ακόμα αλλά πέθανε πάμφτωχος, ζώντας στα αποδυτήρια του γηπέδου που κάποτε τον αποθέωνε! Η ιστορία του "Γκαρίντσα της Αργεντινής", που μέσα στο γήπεδο έκανε μαγικά αλλά έξω από αυτό υπέφερε.



Ντρίμπλες, μαγικά και αλκοόλ: η καριέρα και η ζωή του Ορέστε Κορμπάτα
Αν κάποιος έχει την τύχη να επισκεφτεί ένα από τα πιο ιστορικά γήπεδα του κόσμου, το Ελ Σιλίντρο, την έδρα της Ράσινγκ Κλουμπ θα δει ότι ο ένας δρόμος δίπλα του μετονομάστηκε σε οδό Ντιέγκο Μιλίτο. Αν τύχει και πάει από την αντίθετη πλευρά του γηπέδου θα βρει ένα άλλο δρομάκι, πιο στενό, πετρόστρωτο, με χαμόσπιτα κι αρκετά πιο βρώμικο. Το δρομάκι Ορέστε Κορμπάτα. Βγαλμένο από έναν από τους σπουδαιότερους παίκτες της Ράσινγκ και της Αργεντινής, ένα ατελείωτο ταλέντο, αλλά και έναν άνθρωπο με θλιβερή ζωή και θάνατο, γνήσιο εκπρόσωπο ενός ποδοσφαίρου που δεν υπάρχει πια.

Ο Κορμπάτα γεννήθηκε στο Ντερό, λίγο έξω από το Μπουένος Άιρες κι όταν έχασε τον πατέρα του μόλις στα πέντε του μετακόμισε στη Λα Πλάτα με την μητέρα του και τα επτά αδέρφια του. Όπως και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, δούλευε κι αυτός από το πρωί, κάνοντας ότι μπορεί, για να φέρει κάποιο εισόδημα στο πάμφτωχο σπιτικό του που δεν είχε καν πόρτα. Ο Ορέστε ξυπόλητος τριγύριζε στο δρόμο με τυλιγμένα σκόρδα στο λαιμό του, όχι για να μην τον ματιάσουν, αλλά για να τα πουλήσει μαζί με φρούτα και ό,τι άλλο μπορούσε να βρει. Η μητέρα του Ισαμπέλ ήταν πλύστρα και καθαρίστρια. Ο μικρός, όταν δεν έβγαζε το ψωμί του, ήταν πάντα ξυποληταρία, μέσα στις λάσπες να παίζει μπάλα. Στο σχολείο πήγε μέχρι 2α δημοτικού, δεν το τελείωσε ποτέ, όχι τόσο γιατί δεν ήθελε, αλλά γιατί δεν είχε χρόνο με τις δουλειές που έκανε το πρωί. Ποτέ δεν έμαθε να γράφει ή να διαβάζει κι αυτό τον στοίχειωσε.



Ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στην Εστουδιάντες και το 1955 πηγαίνει στη Ράσινγκ Κλουμπ. Στην πόρτα των ακαδημιών τον ρωτάνε πού είναι η βαλίτσα του. Εκείνος με αφοπλιστική ειλικρίνεια απαντάει: “Ποια βαλίτσα;” Όλα τα υπάρχοντά του είναι τα ρούχα που φοράει. Περπατάει στην οδό Μότσαρτ (κάθετη στο δρόμο που χρόνια αργότερα θα πάρει το όνομά του) και ξεκινά μια ιστορία αγάπης με την “Ακαδημία”.

Ο Κορμπάτα δεν εντυπωσιάζει κανέναν με την εξωτερική του εμφάνιση. Είναι κοντούλης, ατημέλητος και αδύνατος σε σημείο υποσιτισμού. Όταν παίρνει την μπάλα όμως, όλα αλλάζουν. Παίζει δεξί εξτρέμ κι αυτός είναι κι ο τίτλος του βιβλίου του Αλεχάντρο Γουόλ: “Corbatta, El Wing” από το οποίο προέρχονται αρκετές από τις πληροφορίες του κειμένου. Ο Κορμπάτα είναι ταχύτατος, εξαιρετικός ντριμπλέρ, ξεσηκώνει το κοινό με τις προσπάθειές του, αλλά και με ιδιαίτερη τεχνική, καθώς ήξερε ακριβώς πώς να χτυπάει την μπάλα για να τη στείλει συστημένη στην καρδιά της περιοχής. Έπαιζε πάντα με κατεβασμένες κάλτσες, χωρίς επικαλαμίδες, με το μαλλί να ανεμίζει, το πρόσωπο συχνά λασπωμένο κι ένα πονηρό χαμόγελο. Γρήγορα έγινε ο “Λόκο” των οπαδών και ο κόσμος άρχισε να μιλά γι’ αυτόν. Το δεύτερο παρατσούκλι του ήταν “ο Αρλεκίνος”.

&feature=emb_title
Ελάχιστα πλάνα υπάρχουν από την καριέρα του δυστυχώς

Οι ιστορίες πολλές. Όπως τότε που άρχισε να τρέχει προς την εστία της Ράσινγκ, μέχρι να καταλάβει ότι απέναντί του ήταν ο δικός του τερματοφύλακας. Οι αντίπαλοι επιθετικοί ήρθαν πάνω του, εκείνος τους ντρίμπλαρε και έκανε κούρσα προς τη σωστή περιοχή. Ή όταν τον μάρκαρε ασφυκτικά ο Σιλβέιρα σε ένα ντέρμπι με την Ιντεπεντιέντε. Ο Κορμπάτα για να ξεφύγει βγήκε εκτός γραμμής, πήγε πίσω από τους αστυνομικούς, κρύφτηκε για λίγο εκεί και βγήκε από την άλλη. Αλλά από όσες ιστορίες κυκλοφορούν, δύο είναι κατ’ εμέ οι κορυφαίες. Μία για το παιχνίδι του και η άλλη για τον χαρακτήρα του. Η πρώτη έγινε σε ένα “φιλικό” (με πολλά εισαγωγικά) απέναντι στην Ουρουγουάη. Ο 21 ετών μόλις Κορμπάτα αποφάσισε να κάνει χαζό τον σέντερ μπακ της Ουρουγουάης Χοσέ “Πέπε” Σασία με το παρατσούκλι “ο Σκληρός”. Μόνο από αυτό ανατριχιάζεις, αν σκεφτείς ότι ο Κορμπάτα ήταν 1.65 και 62 κιλά κι ο Πέπε κοντά στο 1.81. Η φάση θύμιζε κάτι από Βέγγο και Τρύφωνα. Ο Ορέστε όμως είχε άγνοια κινδύνου. Έκανε ένα σομπρέρο και πέρασε τον Σασία. Στη συνέχεια σταμάτησε και τον περίμενε. Ο Σασία ξαναήρθε πάνω του, ο Κορμπάτα του έκανε ένα τούνελ (ή γέφυρα όπως το λένε εκεί) με την μπάλα και έφυγε και πάλι λίγο πιο μπροστά. Εκεί κοντοστάθηκε, με την πλάτη του προς τον Σασία. Ο Ουρουγουανός πλησίασε ξανά και αυτή τη φορά ο Κορμπάτα του έκανε ακόμα ένα τούνελ, με πλάτη και χωρίς να βλέπει. Ο Σασία φυσικά είχε φουντώσει και περίμενε την εκδίκησή του. Λίγο αργότερα, ένας συμπαίκτης του έριξε τον Κορμπάτα στο έδαφος. Ο Σασία πλησίασε κάνοντας ότι θέλει να δει τι είχε πάθει ο συνάδελφός του και του έχωσε μια μεγαλοπρεπή μπουνιά στο πρόσωπο. Ο Κορμπάτα έχασε δύο μπροστινά δόντια, τα οποία φυσικά δεν αναπλήρωσε ποτέ


Το κενό στα δόντια του Κορμπάτα (που έμοιαζε και αρκετά με το Μανόλο Χιμένεθ)
Πηγή: Ντοκιμαντέρ “El Arlequin”

Ο Κορμπάτα όμως δεν ήταν κάποιος που λόγω κακίας ήθελε να εξευτελίζει τους αντιπάλους. Απλά λάτρευε το παιχνίδι, το σόου και το θέαμα. Για να καταλάβουμε τι παλικάρι ήταν, θα αναφέρουμε και μία δεύτερη ιστορία. Εκείνα τα χρόνια το trash talking ήταν στα φόρτε του στη Λ. Αμερική. Σε ένα ματς με τη Ρίβερ τον μάρκαρε ο Φεντερίκο Βάιρο. Μόλις τον πλησίασε, ο Κορμπάτα τον ρώτησε: “τι κάνει η μάνα σου;”. Ο Βάιρο στράβωσε. Ο Κορμπάτα επέμεινε: “η αδερφή σου είναι καλά;”. “Σκάσε και παίζε” απάντησε ο Βάιρο και για τα υπόλοιπα 90 λεπτά τον πελεκούσε όπου τον έβρισκε (κι όταν τον προλάβαινε). Ο Κορμπάτα δεν αντέδρασε σε κανένα χτύπημα. Μετά το τέλος του παιχνιδιού, ο Βάιρο είδε έκπληκτος τον Κορμπάτα να έρχεται στα αποδυτήρια της Ρίβερ. Η πρώτη σκέψη ήταν ότι ήρθε για… καβγά. Ο Κορμπάτα όμως απλά ήρθε να του πει να βγουν βόλτα μαζί. Οι ερωτήσεις για την μαμά και την αδερφή του Βάιρο δεν ήταν προσβολές. Ήταν κανονικό ενδιαφέρον, ήθελε απλά να κάνει κουβέντα.

Παίζει για 7 χρόνια στη Ράσινγκ, φοράει το 7 και σκοράρει 7 φορές σε ντέρμπι με την Ιντεπεντιέντε. Αν τα μαγικά του δεν αρκούν, αυτά τα γκολ τον κάνουν ίνδαλμα στον κόσμο. Συνολικά βάζει 72 γκολ και δίνει πολλές ασίστ. Σπεσιαλίστας στα πέναλτι, έχασε ελάχιστα στην καριέρα του. Κάποτε έβαλε στοίχημα με τον τεράστιο τερματοφύλακα της εποχής Αμαντέο Καρίσο. Αν ο Καρίσο απέκρουε 10 από τα 50 πέναλτι θα κέρδιζε. Ο Κορμπάτα του έβαλε τα 49 και το ένα το έστειλε στο δοκάρι. Στη Ράσινγκ κερδίζει δύο πρωταθλήματα Αργεντινής, ενώ στα 20 του μόλις καλείται στην εθνική.



Το 1957 κατακτά το Καμπεονάτο Σουνταμερικάνο (όπως λεγόταν τότε το Κόπα Αμέρικα) με μια από τις καλύτερες ομάδες που είχε ποτέ η Αργεντινή. Σε 6 ματς η αλμπισελέστε σκοράρει 25 φορές, κερδίζοντας μάλιστα και τη Βραζιλία με 3-0. Μια Βραζιλία που ένα χρόνο αργότερα με τον Πελέ θα κέρδιζε το Μουντιάλ. Ο Κορμπάτα δίνει το παρόν κι αυτός στο Μουντιάλ, αλλά η ομάδα του έχει ελλείψεις κυρίως λόγω των πολιτικών εξελίξεων. Ο ίδιος σκοράρει τρεις φορές, αλλά η Αργεντινή βγαίνει τελευταία στον όμιλο και αποκλείεται. Το 1959 κατακτά ξανά το Καμπεονάτο Σουνταμερικάνο, παρά τα 8 γκολ του Πελέ. Παίζει στα προκριματικά του Μουντιάλ του 1962, αλλά δεν ταξιδεύει στη διοργάνωση.


Τα καρέ του απίστευτου γκολ από τη στιγμή που ο Κορμπάτα πάτησε περιοχή.

Σκόραρε 18 φορές σε 43 αγώνες με την εθνική, αλλά το ένα από τα γκολ έμεινε αξέχαστο και μέχρι ο Μαραντόνα να περάσει όλη την Αγγλία το 1986 ήταν αυτό που θεωρούσαν στην Αργεντινή ως το καλύτερο γκολ της εθνικής. Τον Οκτώβριο του 1957 μέσα στο Μπομπονέρα απέναντι στη Χιλή για τα προκριματικά του επόμενου Μουντιάλ. Η Αργεντινή είχε βάλει ήδη τρία γκολ μέσα σε δεκαπέντε λεπτά, τα δύο ο Κορμπάτα. Το επόμενο όμως ήταν η μαγεία. Πήρε την μπάλα λίγο κάτω από το κέντρο, πέρασε δύο παίκτες και έφτασε στην περιοχή της Χιλής. Εκεί σταμάτησε, περίμενε αυτόν που είχε περάσει να τον φτάσει και του έκανε νέα ντρίμπλα. Βρέθηκε απέναντι στον τερματοφύλακα εκ νέου, αλλά και πάλι δεν εκτέλεσε. Σαν τον ταυρομάχο απέναντι στον ταύρο περιμένει να πλησιάσουν ο δόλιος Αστόργκα (αυτός με τις δύο ντρίμπλες) κι ακόμα ένας κι όταν ο τερματοφύλακας αποφασίζει να κάνει έξοδο, προσποιείται, τον ρίχνει κάτω τελειώνει τη φάση και γράφει το 4-0. Το γκολ απέκτησε μυθικές διαστάσεις και όχι άδικα.

Μετά την απουσία του από το Μουντιάλ του 1962 αρχίζει κι η πτώση του. Κι αυτό, γιατί πέρα από το γήπεδο, υπήρχε και το έξω. Ο “Αργεντίνος Γκαρίντσα” δεν έμοιαζε μόνο στο παιχνίδι του, έμοιαζε και στη ζωή του με τον σπουδαίο Βραζιλιάνο αντίπαλό του. Όπως λέει κι ο Αλεχάντρο Γουόλ: “Η ζωή ήταν πολύ σκληρή μαζί του, αλλά κι αυτός ήταν σκληρός με τη ζωή. Η Αγία Τριάδα της ζωής ήταν η φτώχεια, ο αναλφαβητισμός και το αλκοόλ”. Όλοι τον θυμούνται και χαμογελούν και αμέσως μετά μελαγχολούν. Ο αρχηγός τότε της Ράσινγκ “Τίτο” Πιτούτσι λέει ότι ήταν ένα παιδί έξω καρδιά που το αγαπούσαν όλοι. Αλλά ήταν πολύ μόνος. Τον ενοχλούσε πολύ που δεν ήξερε να διαβάζει. Πήγαινε όταν είχε ρεπό στο πάρκο με μια εφημερίδα και απλά κοιτούσε τις γελοιογραφίες, τα σχέδια. Ντρεπόταν πάρα πολύ γι’ αυτό. Συχνά έβαζε συμπαίκτες του που το ήξεραν να του διαβάζουν άρθρα που μιλούσαν γι’ αυτόν και το απολάμβανε.

&feature=emb_title
Το γκολ του απέναντι στη Δ. Γερμανία

Η φτώχεια ήταν κάτι που βίωνε πάντα και με τα χρήματα δεν είχε καλή σχέση. Όταν τον ρωτούν τι τα έκανε τα λεφτά, εκείνος απαντάει: «Είναι μεγάλη ιστορία. Πάντα έδινα χρήματα, χωρίς αντάλλαγμα. Έτσι μου έμαθαν οι γονείς μου. Αν κάποιος έρθει και μου πει ότι δεν έχει χρήματα για το λεωφορείο γίνεται να μην του δώσω;» Έπαιρνε έναν πενιχρό μισθό και είχε και ένα σπίτι από τη Ράσινγκ, αλλά ήταν ένας γενναιόδωρος άνθρωπος με μεγάλη ψυχή. Δυστυχώς όμως υπήρχε και το αλκοόλ. Από τα χρόνια της Ράσινγκ έπινε. Πολλές φορές έπαιζε σε αγώνες μετά από μεθύσι. Οι συμπαίκτες του θυμούνται ένα ματς απέναντι στην Εστουδιάντες που τους έλεγε ότι δεν έβλεπε μπροστά του τίποτα και να μην του δίνουν την μπάλα. Είχε σκαρφαλώσει τον τοίχο, πίσω από το σπίτι που έμεναν οι μικροί της Ράσινγκ, σουρωμένος στις έξι το πρωί. Ακόμα κι έτσι, κατάφερε και σκόραρε δυο φορές χάρη και στη βοήθεια πολλαπλών μπουγέλων με παγωμένο νερό. Όσο τα χρόνια περνούσαν όμως, τα προβλήματα μεγάλωναν. Ο Κορμπάτα κάποιες φορές είχε καταλήξει στο νοσοκομείο από το ποτό.

Ο αλκοολισμός όπως είναι φυσικό του προκαλούσε προβλήματα και στην προσωπική του ζωή. Μέχρι που μια μέρα γύρισε και βρήκε τη γυναίκα του να λείπει, μαζί με ότι μπορούσε να πάρει από το σπίτι και φυσικά τη νεογέννητη κόρη της. Δεν του έμεινε σχεδόν τίποτα. Παντρεύτηκε τέσσερις φορές και χώρισε ισάριθμες. Το ποτό τον έσπρωχνε μακριά τους, αυτές έφευγαν κι αυτός έπινε περισσότερο. Ένας φαύλος κύκλος. Όπως, με χιούμορ, δήλωσε κάποτε πάντως: «Με την πρώτη γυναίκα μου τα πράγματα ήταν πολύ άσχημα, με τη δεύτερη άσχημα, με την τρίτη άσχημα και με την τέταρτη άσχημα. Όλες με παράτησαν, αλλά εγώ τις αγαπώ ακόμα.»



Το 1962 έρχεται μια μεγάλη πρόταση και η Ράσινγκ έξυπνα πράττοντας, τον πουλάει στην Μπόκα που τον θέλει για το Λιμπερταδόρες. Από τα 12 εκατομμύρια πέσος που παίρνει η Ράσινγκ για να φτιάξει το γήπεδο, ελάχιστα φτάνουν στον ποδοσφαιριστή. Ο Κορμπάτα δυστυχώς όμως δεν είναι ο ίδιος παίκτης. Το αλκοόλ έχει αυξηθεί πολύ, το ίδιο και τα νυχτοπερπατήματα. Σκοράρει 7 φορές και κερδίζει δύο πρωταθλήματα με την Μπόκα, αλλά η συμμετοχή του είναι ελάχιστη. Παίζει σε μόλις 18 αγώνες πριν φύγει για την Κολομβία που ζει την περίοδο του Ελ Ντοράντο. Εκεί κάνει το δεύτερο γάμο του, εκεί πίνει δεκαπέντε μπύρες την ημέρα, εκεί κάνει δύο ακόμα παιδιά, εκεί τον αφήνει και η δεύτερη γυναίκα του. Εκεί όμως τον λατρεύει κι ο κόσμος της Ιντεπεντιέντε του Μεντεγίν (πολύ πριν την εποχή των Narcos). Μπορεί να μην έχει σχέση με τον παίκτη του παρελθόντος, αλλά κάνει τα μαγικά του. Δυστυχώς όμως ό,τι χρήματα βγάζει τα σκορπάει.


Επική φωτογραφία από το αρχείο του El Grafico.
Ο Κορμπάτα κοιμάται στα αποδυτήρια λίγο πριν ένα φιλικό Αργεντινής-Τσεχοσλοβακίας.

Στα 34 του επιστρέφει στην Αργεντινή και παίζει πλέον σε μικρότερες ομάδες, ίσα ίσα για να έχει να φάει και να μείνει κάπου. Και φυσικά να αγοράσει τσιγάρα και αλκοόλ. Παίζει στην Σαν Τέλμο και καταλήγει σε ακόμα μικρότερες ομάδες και κατηγορίες. Φυσικά δεν έχει φράγκο. Τελικά γυρίζει πίσω εκεί που όλα ξεκίνησαν. Στην πόλη Αβεγιανέδα του Μπουένος Άιρες. Η Ράσινγκ του έδωσε ένα μικρό δωματιάκι στα αποδυτήρια για να μείνει. Κοιμάται κάτω από τις εξέδρες που ο κόσμος τον αποθέωνε. Αυτός σε αντάλλαγμα προπονεί πιτσιρίκια όποτε είναι νηφάλιος. Και φυσικά όταν δεν είναι στο νοσοκομείο Φιορίτο εξαιτίας του κατεστραμμένου συκωτιού του. Στις 6 Δεκεμβρίου του 1991 ο Ορέστε Ομάρ Κορμπάτα φεύγει από τη ζωή, φτωχός (όπως πάντα) και ταλαιπωρημένος από καρκίνο στο λάρυγγα. Πεθαίνει σε μια κλινική της Λα Πλάτα, ανάμεσα μόνο στις αδερφές του που βρέθηκαν κοντά του. Θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους εξτρέμ στην ιστορία της Αργεντινής και είναι ένας θρύλος για τη Ράσινγκ Κλουμπ.

«Ξέρεις γιατί δεν μπορούν να μου πάρουν την μπάλα; Γιατί δεν θέλει να φύγει από το πλάι μου. Άλλα πράγματα έφευγαν από μένα, η μπάλα όχι».
– Ορέστε Ομάρ Κορμπάτα, 11 Μαρτίου 1936 – 6 Δεκεμβρίου 1991


Το δρομάκι Κορμπάτα δίπλα στο Ελ Σιλίντρο
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #57 στις: Τρι 11 Φεβ 2020 00:37 »
Μια ομάδα που έμεινε με 9 παίκτες μόλις στο 45' κι όμως κέρδισε. Ένα ντέρμπι που είχε 4 αποβολές, δοκάρι κι ένα γκολ. Ένα παπούτσι που προσγειώθηκε στο χορτάρι, ένας σκόρερ που έτρεχε στο γήπεδο τρώγοντας μπανάνα, εξαφανισμένες μπάλες, χαλκέντερα σέντερ μπακ με ματωμένα κεφάλια. Το χθεσινό Ράσινγκ-Ιντεπεντιέντε ήταν ό,τι καλύτερο είδαμε αυτό το ΣΚ:
Πιθανότατα δεν θα το βρεις στις ευρωπαϊκές λίστες με τα καλύτερα ντέρμπι του κόσμου. Αλλά στη Λ. Αμερική γνωρίζουν τη σημασία του. Και για να ευλογήσουμε και τα γένι....


Το καλύτερο ντέρμπι του Σαββατοκύριακου
Πιθανότατα δεν θα το βρεις στις ευρωπαϊκές λίστες με τα καλύτερα ντέρμπι του κόσμου. Αλλά στη Λ. Αμερική γνωρίζουν τη σημασία του. Και για να ευλογήσουμε και τα γένια μας, εδώ και χρόνια το γνωρίζουν κι οι αναγνώστες μας. Το κλάσικο της πόλης Αβεγιανέδα έξω από το Μπουένος Άιρες, το ντέρμπι μεταξύ Ράσινγκ Κλουμπ και Ιντεπεντιέντε, έγραψε ακόμα μια χρυσή σελίδα στην ιστορία του. Στην ιστορία που έκανε δυο αδέρφια να μη μιλιούνται, με δυο ομάδες που έχουν μια ιστορία συναντήσεων με τρομερά γεγονότα, ένα παιχνίδι που έχει βγάλει ιερά τέρατα του ποδοσφαίρου, από τον Ντιέγκο Μιλίτο μέχρι τον Κουν Αγκουέρο. Ένα τέτοιο ματς που τα είχε όλα έγινε και χθες.

&feature=emb_title
Αυτή είναι η σύντομη έκδοση του ματς. Αν θέλετε να απολαύσετε τα υπόλοιπα συνεχίστε παρακάτω.

Υπό το αυστηρό βλέμμα του εμβληματικού Ντιέγκο Μιλίτο, το σχεδόν κατάμεστο Ελ Σιλίντρο υποδέχτηκε τις δύο ομάδες. Παρ’ ότι πολύ συχνά αυτά τα ματς έχουν μόνο… εξωποδοσφαιριστικό ενδιαφέρον, το χθεσινό παιχνίδι είχε πολλές φάσεις. Ο ρυθμός ήταν εξαιρετικός και στο 21′ είχαμε τη μεγαλύτερη φάση, με το σουτ του Μοντόγια που παραλίγο να σπάσει το οριζόντιο δοκάρι της Ιντεπεντιέντε. Στο 24′ είχαμε την πρώτη αποβολή της ημέρας. Ο Ματίας Βιγιαβισένσιο, βοηθός προπονητή της Ιντεπεντιέντε, πήγε δίπλα στην εστία λες και παιζόταν μπάλα στη γειτονιά του για να μεταφέρει οδηγίες στον τερματοφύλακα της ομάδας Μαρτίν Καμπάνια, πιάνοντας κουβεντούλα. Ο διαιτητής τον έστειλε στα αποδυτήρια, κάτι που ο καράφλας Ματίας δεν είδε με θετικό μάτι.

https://www.ole.com.ar/futbol-primera/ayudante-Pusineri-expulsado_3_2396190400.html
Αφήστε με σας λέω, δεν έκανα κάτι…

Το παιχνίδι συνεχίστηκε με μια ευκαιρία του αειθαλή Λισάντρο Λόπες και στη συνέχεια είχαμε την πρώτη κόκκινη κάρτα για παίκτη. Η Ιντεπεντιέντε βγήκε στην αντεπίθεση, ο τερματοφύλακας Άριας βγήκε με τα χέρια και έκοψε την μπάλα εκτός περιοχής και φυσικά αποβλήθηκε πανηγυρικά στο 40′. Οι δυο ομάδες πήγαν χωρίς γκολ στα αποδυτήρια, αλλά με τους κόκκινους να έχουν την αριθμητική υπεροχή. Μια υπεροχή που αυξήθηκε πολύ σύντομα, αφού μόλις στα 5” (ΣΤΑ ΠΕΝΤΕ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ) από την έναρξη του 2ου ημιχρόνου ο Σιγκάλι της Ράσινγκ έριξε μια αγκωνιά σε αντίπαλό του και αποβλήθηκε (η κόκκινη κατ’ εμέ υπερβολική, για κίτρινη ήταν). Ο κόουτς της Ράσινγκ Μπεκασέσε (ντυμένος για να είναι έτοιμος για ένα μικρό ρόλο στο Miami Vice) ήταν έξαλλος, το ίδιο κι ο κόσμος που έβλεπε την ομάδα του να μένει με 9 στο 45′, με αποτέλεσμα να πετάει ότι βρει στον αγωνιστικό χώρο:


Όταν η μάνα σου σε αναγκάζει να φορέσεις τα παπούτσια που σου πήρε δώρο η νονά και το κοράκι σε αφήνει με εννιά παίκτες στο ντέρμπι

Η Ιντεπεντιέντε πιέζει, καθώς βλέπει την ευκαιρία για μια μεγάλη νίκη. Αλλά ο αναπληρωματικός τερματοφύλακας Γκαρσία αρπάζει την ευκαιρία από τα μαλλιά και κατεβάζει τα ρολλά. Η Ράσινγκ προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, προσπαθεί να κρατήσει μπάλα όσο μπορεί. Ο Λισάντρο θυσιάζεται, βγαίνει αλλαγή και καθώς φεύγει λέει στο διαιτητή: “μας σκότωσες”. Η γραφικότητα στο χορτάρι συνεχίζεται, με τις κάμερες να πιάνουν τον Χιλιανό Μαρσέλο Ντίας της Ράσινγκ να τρέχει τρώγοντας μια μπανάνα.

&feature=emb_title
Παιδιά μην ξεχνάτε, ακόμα και στα ντέρμπι το κάλιο είναι σημαντικό

Η Ιντεπεντιέντε μοιάζει ανίκανη να σκοράρει. Τα λεπτά περνούν βασανιστικά, το άγχος για τους φιλοξενούμενους μεγαλώνει. Οι γηπεδούχοι παίρνουν δύναμη. Ο κόουτς Μπεκασέσε (για όσους δεν θυμούνται είναι ο βοηθός του Σαμπαόλι στο Μουντιάλ, εκείνη η μορφή με το πλούσιο μακρύ ξανθό μαλλί) δίνει κουράγιο στους παίκτες του. Ο Νταρίο Τσβίτανιτς που έχει μπει αλλαγή στη θέση του Λόπες παίρνει την μπάλα, δίνει τις μάχες του και με κάποιο μαγικό τρόπο τροφοδοτείται ο “μπανανάκιας” Τσέλο Ντίας. Παρ’ ότι έχει αρκετούς παίκτες μπροστά του, εκτελεί ψύχραιμα, σημειώνει το πρώτο του γκολ με τη φανέλα της ομάδας στο 86ο λεπτό, ένα γκολ που θα το θυμάται μέχρι να αφήσει τον μάταιο τούτο κόσμο. Το “Ελ Σιλίντρο” παίρνει φωτιά, βλέπει μια ανεπανάληπτη νίκη σε ντέρμπι να πλησιάζει. Ο πάγκος μπαίνει στο γήπεδο, ο Μιλίτο στις εξέδρες πανηγυρίζει σαν ακόμα ένας οπαδός.



Η Ιντεπεντιέντε μένει λίγο αργότερα, στο 89′, με δέκα, όταν σε έναν καβγά χάνει τον Σεσίλιο Ντομίνγκες. Οι κάμερες πιάνουν τον ηρωικό τερματοφύλακα Γκαρσία να λέει στο ball boy να εξαφανίσει τις μπάλες. Πράγματι, οι παίκτες της Ιντεπεντιέντε ψάχνουν άδικα μια μπάλα να συνεχιστεί το παιχνίδι. Ο Νέρι Ντομίνγκες της Ράσινγκ χτυπάει και γεμίζει αίματα, αλλά δεν γίνεται να αφήσει τη Ράσινγκ με 8. Μπαίνει μέσα και πάλι, σαν χαρακτήρας από ταινία σπλάτερ και στο Ίντερνετ θυμούνται τον ιστορικό Τάτα Μπράουν. Τα δευτερόλεπτα προς το τέλος είναι ένα μείγμα χαράς, αγωνίας και άγχους. Το παιχνίδι φτάνει στο 97′ κι ο Τσβίτανιτς κάνει μια λαβή ελληνορωμαϊκής πάλης στον Λούκας Ρομέρο που αντιδρά. Οι παίκτες βλέπουν την κίτρινη, αλλά για τον παίκτη της Ιντεπεντιέντε είναι η δεύτερη. Έτσι λοιπόν, οι ομάδες τελειώνουν το ματς με εννιά παίκτες. Το παιχνίδι λήγει τελικά με 1-0, τα πανηγύρια για την Ακαδημία ξεκινούν. Ο κόουτς λέει ότι αυτή η νίκη θα μείνει ως τατουάζ στην καρδιά του για πάντα. Η μισή πόλη πανηγυρίζει, άλλη μίση πέφτει σε κατάθλιψη. Κι όλοι δίνουν ραντεβού για το επόμενο ντέρμπι.
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος PAS and stale bread

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.039
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #58 στις: Τρι 11 Φεβ 2020 00:58 »
Ο Τσάβες ο πρώην δικός μας εκτός αποστολής. Πριν την διακοπή του πρωταθλήματος έμπαινε αλλαγή σχεδόν πάντα και κάποιες φορές ξεκινούσε βασικός με την Ιντεπεντιέντε.

Αποσυνδεδεμένος Mikkael_Sin

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 4.158
  • ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΤΥΡΝΑΒΟΣ;
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #59 στις: Τρι 11 Φεβ 2020 10:19 »
Ενδιαφέρουσες ιστορίες.

Το ολόγραμμα με το λιοντάρι τα σπάει! Ο Ταύρος στους ανακατασκευασμένους Ζωσιμάδες θα ήταν Όνειρο!!! Με το φόβο φυσικά κάποιος να τον προσγείωνε στους προσκόπους αντί για το κέντρο του γηπέδου αλλά και πάλι, θα αγαλλιάζαμε γέλιο  B-)
"I'VE CROSSED AN OCEAN OF WINE TO FIND YOU..."
     - Απέραντος ο θάνατος δίχως μήνες κι αιώνες -
             Η ΖΩΗ ΜΕ ΤΟ ΦΟΒΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΖΩΗ

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #60 στις: Τετ 04 Μάρ 2020 18:49 »
Puro Fútbol – Αγνό, αργεντίνικο, ποδοσφαιρικό πάθος


Όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, το ποδόσφαιρο αποτελεί ένα τεράστιο κοινωνικό φαινόμενο πέρα από ένα απλό άθλημα. Ο τρόπος που επηρεάζει ολόκληρες κοινωνίες είτε με βολικούς προς την εξουσία και την καθεστηκυία τάξη τρόπους είτε, σε ένα πολύ απλούστερο και πρωτογενές επίπεδο, με τα συναισθήματα που γεννάει στους οπαδούς και τους φιλάθλους, είναι μοναδικός και δεν συναντάται εύκολα σε έτερα αθλήματα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το ποδόσφαιρο έχει κερδίσει πολλούς πνευματικούς εραστές κατά την πάροδο των χρόνων, με σημαίνουσες προσωπικότητες όπως ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, ο Αλμπέρ Καμύ και ο Νάνι Μπαλεστρίνι μεταξύ άλλων, να έχουν αφιερώσει πολλά κείμενα στην στρογγυλή θεά.

Σε αυτή την ιδιαίτερη παρέα επιβάλλεται να συγκαταλέγεται και ο Ρομπέρτο «Ελ Νέγρο» Φονταναρόσα (1944-2007), ένας σπουδαίος καλλιτέχνης από το Ροζάριο της Αργεντινής, ο οποίος έμεινε γνωστός για τα πολλά comics που δημιούργησε, αλλά και για τα επίσης πολλά διηγήματα που εξέδωσε. Επρόκειτο για μια συγγραφική προσωπικότητα με τόση κοινωνική απήχηση που, σε εκπαιδευτικές εκδόσεις για τα σχολεία της Αργεντινής, συναντούσε κανείς κείμενα δικά του δίπλα σε ονόματα όπως ο Μιγέλ ντε Θερβάντες και ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα μεταξύ άλλων. Ο Ρομπέρτο Φονταναρόσα, πέρα από τις καλλιτεχνικές του αδυναμίες, είχε μία ακόμα μεγάλη αγάπη, το ποδόσφαιρο και πιο συγκεκριμένα την ομάδα του, την Ροζάριο Σεντράλ.

Το Ροζάριο αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Αργεντινής, μετά την πρωτεύουσα Μπουένος Άιρες και την Κόρδοβα, έχοντας στα όριά της τις δύο μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες έξω από την πρωτεύουσα, την προαναφερθείσα Ροζάριο Σεντράλ (με το παρατσούκλι Κανάγιες) και την μισητή της αντίπαλο, την Νιούελς Ολντ Μπόις (με το παρατσούκλι Λεπροί). Με επίκεντρο, ως επί το πλείστο, την πόλη του Ροζάριο και τις παραπάνω ομάδες, ο Ρομπέρτο Φονταναρόσα έγραψε ορισμένες ιστορίες, οι οποίες περιτριγυρίζουν θεματικά την αγάπη και την αρρώστια για το ποδόσφαιρο και εκδόθηκαν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Απρόβλεπτες τον Φεβρουάριο του 2020 υπό τον αυθεντικό τους τίτλο, Puro Fútbol, σε μετάφραση του Μιχάλη Τσούτσια.



Η έκδοση περιλαμβάνει οκτώ διηγήματα αργεντίνικου πάθους για το ποδόσφαιρο, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο υπότιτλος της έκδοσης, με τη μερίδα του λέοντος, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, να λαμβάνει χώρα στο Ροζάριο. Στις σελίδες του βιβλίου θα συναντήσει κανείς υπερβολικές και αρρωστημένες, για τους έξω από το ποδόσφαιρο, καταστάσεις, σε σημείο που βλέπουμε όχι μόνο μερικούς πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, αλλά και ολόκληρες κοινότητες να καθορίζουν τη ζωή τους με βάση έναν αγώνα, αλλά την ίδια στιγμή ρίχνει φως στο, τόσο ζωτικό για τους ποδοσφαιρόφιλους, συναίσθημα αγνής αγάπης για την ομάδα, αλλά και στη συντροφικότητα που συναντάται στους κύκλους των οπαδών. Ένας άνθρωπος παθιασμένος με την ομάδα του είναι ικανός να αποκοπεί από όλη την κοινωνία προκειμένου να αποφύγει την καζούρα μετά από μία ήττα σε ντέρμπι, όμως από την άλλη η χαρά που μπορεί να του δώσει ένα γκολ και μία νίκη δεν μπορούν να συγκριθούν με τίποτα άλλο. Στιγμές όπως αυτές περιγράφει με γλαφυρή γλώσσα και έντονο συναίσθημα ο Ρομπέρτο Φονταναρόσα.

Επιπλέον, σε ορισμένα διηγήματα υπάρχουν πολλά αφηγηματικά στοιχεία, τα οποία είτε έμμεσα είτε άμεσα περιγράφουν το πώς η δικτατορία του Βιντέλα (1976-1983), χρησιμοποιούσε το ποδόσφαιρο ως άρτο και θέαμα στον αποπροσανατολισμό των μαζών από άλλα μείζονα ζητήματα, με τρανταχτότερο παράδειγμα το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 που έλαβε χώρα στην Αργεντινή, με τους Αλμπισελέστε να το κατακτούν.



Εν κατακλείδι, το Puro Fútbol έρχεται να προστεθεί σε μία γκάμα πολύ προσεγμένων εκδόσεων που κυκλοφορούν τα τελευταία χρόνια γύρω από το ποδόσφαιρο, προσφέροντας μια ευρύτερη κοινωνική σκοπιά γύρω από το φαινόμενο αυτό, κατακρίνοντας μεν εν μέρει τα κακώς κείμενα, αλλά αναδεικνύοντας και τα έντονα συναισθήματα που δημιουργούνται όταν η μπάλα τρυπήσει τα δίχτυα. Είτε αυτά είναι θλίψης, οργής και απογοήτευσης είτε χαράς, ανακούφισης, θριάμβου και αγνής, «πούρας» ευτυχίας.

http://smassingculture.gr/puro-futbol-agno-argentiniko-podosfairiko-path/
« Τελευταία τροποποίηση: Τετ 04 Μάρ 2020 19:08 από fon7 »
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #61 στις: Τετ 04 Μάρ 2020 19:45 »
Αρχές 2ου ημιχρόνου. Η Σαν Λορένσο χάνει από τη Λανούς με 3-0 αλλά οι οπαδοί της δεν πτοούνται. Κάπου στα πρώτα δευτερόλεπτα του τραγουδιού τους ακούγονται από το βάθος τα πανηγύρια των αντιπάλων. Η Λανούς έχει μόλις κάνει το 4-0. Το τραγούδι αντί να σταματήσει απότομα, γίνεται πιο έντονο! Γιατί όπως είχε πει κάποτε ένας οπαδός της στον Χόρχε Λουίς Μπόρχες: “Το αν κερδίζεις ή χάνεις είναι δευτερεύον”
El Sombrero (βίντεο)

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #62 στις: Σαβ 07 Μάρ 2020 18:38 »
Παράθεση
Ένα πρωτάθλημα που χρειάστηκε το Τμήμα Μαθηματικών του πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες για να διοργανωθεί σωστά φτάνει στο τέλος του. Ρίβερ και Μπόκα διεκδικούν την κούπα μέχρι την τελευταία στιγμή κι ο Μαραντόνα απειλεί να σταματήσει τα όνειρα της αγαπημένης του ομάδας.


Η Ρίβερ, η Μπόκα, ο Ντιέγκο και το πρωτάθλημα των 24 ομάδων

Πόσο δραματικό μπορεί να είναι ένα πρωτάθλημα με… 24 ομάδες; Αν το πρωτάθλημα της Αργεντινής αποτελεί ικανοποιητικό στατιστικό δείγμα, η απάντηση είναι “πολύ”. Πριν εξηγήσουμε το γιατί, ας ρίξουμε μια ματιά στον τρόπο διεξαγωγής του φέτος (και λέμε φέτος αγαπημένε αναγνώστη γιατί κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πόσο θα κρατήσει το τρέχον σύστημα).

Όπως είπαμε, στην 1η κατηγορία της Αργεντινής αγωνίζονται μόλις 24 σύλλογοι. Το πρωτάθλημα παίζεται σε έναν μονό γύρο. Δηλαδή ,θεωρητικά, μια ομάδα θα μπορούσε να έχει όλα τα δύσκολα ματς εντός ή εκτός, να υπάρχει μια αδικία βάση προγράμματος. Επίσης, μια που μιλάμε για 23 αγώνες, όπως είναι αντιληπτό κάποιες ομάδες θα δώσουν παραπάνω εντός αγώνες και κάποιες παραπάνω εκτός. Μαγικό; Ακόμα πιο μαγικό είναι ότι κλήθηκε η Σχολή Μαθηματικών του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες, ώστε να φτιάξει ένα λογισμικό για να κάνει όσο το δυνατόν πιο δίκαιο το σύστημα. Έτσι, για παράδειγμα, ομάδες που πέρσι έπαιξαν παραπάνω ματς εκτός, θα παίξουν φέτος παραπάνω εντός. Επίσης, οι ομάδες χωρίστηκαν (σίγουρα από κάποιους μεταπτυχιακούς που πείραξαν τα νούμερα για να ευνοηθεί η ομάδα τους) σε γκρουπ με βάση τη γεωγραφική προέλευση για να μη γράφουν κάποιες πολλά παραπάνω χιλιόμετρα. Κάθε ομάδα παίζει ένα εντός και ένα εκτός με Μπόκα και Ρίβερ, ενώ δίνεται προσοχή ώστε να μην έχει κάποια ομάδα τρία εντός ή εκτός με τις άλλες τρεις ομάδες που συμπληρώνουν τους “5 Μεγάλους” της χώρας. Τέλος, τα ντέρμπι άλλαξαν έδρα σε σχέση με το περσινό πρωτάθλημα. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι παράγοντες που προβλέφθηκαν, αλλά παρ’ ότι αποτελεί κρυφή απόλαυση να γράφουμε γι’ αυτά, δεν θα επεκταθούμε.


Κάποια σπουδαία μυαλά εδώ μέσα κατάφεραν να λύσουν τον γρίφο των 23 αγωνιστικών.

Το πρωτάθλημα ξεκίνησε τέλη Ιουλίου του 2019 και ολοκληρώνεται στις αρχές του Μαρτίου του 2020. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι όλα τελειώνουν τώρα και πάμε για διακοπές. Μετά το πρωτάθλημα, θα ακολουθήσει το Κόπα ντε λα Σουπερλίγκα 2020. Μια ακόμα μαγική διοργάνωση που παίζουν ξανά οι ίδιες 24 ομάδες. Για να μην σας κουράζουμε, διαβάστε το περσινό επικό, όταν η ήδη υποβιβασμένη Τίγκρε κατέκτησε το Κόπα ντε λα Σουπερλίγκα. Από τότε φυσικά άλλαξαν τα πράγματα και ίσως ασχοληθούμε με αυτή τη διοργάνωση στο προσεχές μέλλον.

Πριν βαρεθούν κι οι οι πιο ηρωικοί, θα επιστρέψουμε στο κανονικό πρωτάθλημα και το τι ισχύει. Ο πρωταθλητής βγαίνει κανονικά με βάση την κατάταξη. Ο υποβιβασμός είναι κλασικός λατινοαμερικάνικος, το γνωστό promedio, που για όσους διαβάζουν αυτού του είδους τα κείμενα είναι γνώριμο. Για τους υπόλοιπους ,θα πούμε ότι συγκεντρώνονται οι βαθμοί από τις τελευταίες τρεις σεζόν, διαιρούνται με τον αριθμό των αγώνων και προκύπτει ένας συντελεστής. Οι δυο ομάδες με τον χαμηλότερο συντελεστή αποχαιρετούν κι η τρίτη παίζει μπαράζ.

&feature=emb_title
Το ματς που έβαλε φωτιά στο πρωτάθλημα

Φέτος, φτάσαμε στην τελευταία αγωνιστική της Πριμέρα και έχουν μείνει δύο ζωντανοί στη μάχη του τίτλου. Ενός τίτλου που κρίνεται με γκρανγκινιολικό-χιτσκοκικό φινάλε μεταξύ της πρωτοπόρου Ρίβερ Πλέιτ και της Μπόκα Τζούνιορς που βρίσκεται μόλις έναν βαθμό πίσω. Η Ρίβερ είχε σχεδόν καπαρώσει το πρωτάθλημα, αλλά μια εντός έδρας ισοπαλία με τη Ντεφένσα υ Χουστίσια (του θρύλου Ερνάν Κρέσπο) έφερε το θρίλερ. Υπάρχει ακόμα και περίπτωση μπαράζ με ήττα της Ρίβερ και ισοπαλία της Μπόκα. Και για να γίνει ακόμα πιο ενδιαφέρον, στο φινάλε εμπλέκεται κι η μεγαλύτερη μορφή του ποδοσφαίρου της χώρας, ποιος άλλος, ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα.

Ο Ντιεγκίτο κάνει ένα ακόμα πέρασμα από πάγκους, αυτή τη φορά από τη Λα Πλάτα και την τοπική Χιμνάσια που βρίσκεται μεν στη 19η θέση στο πρωτάθλημα, αλλά είναι καρφωμένη στον πάτο της βαθμολογίας για τον υποβιβασμό. Ο Μαραντόνα θα γυρίσει στο αγαπημένο του Μπομπονέρα θέλοντας να κόψει το πρωτάθλημα στην Μπόκα. Την ίδια στιγμή, η Ρίβερ Πλέιτ θα ταξιδεύει στο Τουκουμάν, στα βορειοδυτικά της χώρας. Η Λίγκα αποφάσισε το τρόπαιο του πρωταθλητή να βρίσκεται στο Μπομπονέρα, όχι επειδή γνωρίζει κάτι, αλλά επειδή προτιμά ο πρωταθλητής να στεφθεί στην έδρα του. Αν η Ρίβερ που κρατά την τύχη στα χέρια της βγει πρώτη, η στέψη θα γίνει την 1η αγωνιστική του Κόπα ντε λα Σουπερλίγκα. Η απόφαση αυτή έφερε την γκρίνια των Μιλιονάριος.

Όπως είναι αναμενόμενο, οι φήμες κι οι υπερβολές δίνουν και παίρνουν. Η Ατλέτικο Τουκουμάν βρίσκεται εν μέσω κρίσης, έχοντας συμπληρώσει εννιά ματς χωρίς νίκη. Ο κόουτς ετοιμάζεται να κάνει πολλές αλλαγές, ενώ την ίδια στιγμή οι οπαδοί άνοιξαν κόντρα με τη διοίκηση. Παρ΄ ότι το παιχνίδι θα γίνει χωρίς οπαδούς των φιλοξενούμενων, η Ατλέτικο άνοιξε ένα μικρό παραθυράκι καθώς διαθέτει εισιτήρια ως πακέτο μαζί με κάποια ματς του Κόπα που ακολουθεί, κάτι που σημαίνει ότι εισιτήρια θα μπορούσαν να φτάσουν στα χέρια των οπαδών της Ρίβερ. Η αντίδραση ήταν άμεση και κλασικά λατινοαμερικάνικα υπερβολική, με ένα απαράδεκτο πανό που έγραφε “όταν σκοτωθεί κάποιο μέλος της διοίκησης, τότε θα μας σεβαστείτε” να εμφανίζεται. Και επειδή μιλάμε για μια χώρα με μεγάλη ποδοσφαιρική βία, τέτοιες απειλές δεν είναι σίγουρα κούφιες.


Τρελό Σαββατοκύριακο στου Μπέρνι

Στο άλλο παιχνίδι της ημέρας, η Μπόκα ετοιμάζει τιμητική υποδοχή στον Μαραντόνα. Ένα “πασίγιο” από διασημότητες του συλλόγου θα υποδεχτεί τον Ντιεγκίτο, ενώ θα παραλάβει μια τιμητική πλακέτα, αλλά και μια ρετροφανέλα του 1981 (της σεζόν που έφερε το μοναδικό του τίτλο με την Μπόκα). Παρά το γεγονός ότι σε αρκετά γήπεδα στήθηκε ένας… θρόνος για να κάτσει ο Μαραντόνα, στο Μπομπονέρα θα κάτσει κανονικά (και άβολα) στον πάγκο. Βέβαια, έχει ήδη φροντίσει να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον ανοίγοντας πόλεμο με τη διοίκηση της Μπόκα, με την οποία δεν έχει καλές σχέσεις. “Δεν τον ξέρω τον κύριο, δεν γνωρίζω αν αρμέγει αγελάδες και μαζεύει το γάλα”, δήλωσε για τον πρόεδρο Χόρχε Αμεάλ (κάνοντας και λογοπαίγνιο με το επώνυμό του).

Κι αυτές ήταν μόνο οι τελευταίες του χρονικά, καθώς εδώ και μέρες μιλάει συνεχώς εναντίον των ανθρώπων της Μπόκα, μεταξύ άλλων και του Χουάν Ρομάν Ρίκέλμε, με τον οποίο δεν έχουν καλές σχέσεις εδώ και αρκετά χρόνια. Ήταν το 2009, όταν ο Ντιέγκο έκανε καυστικές δηλώσεις για τη φυσική κατάσταση του Ρικέλμε. Στη συνέχεια, ως προπονητής της Αργεντινής, τον άφησε εκτός Μουντιάλ. Από τότε η κόντρα τους είναι μεγάλη. Στις τελευταίες εκλογές της Μπόκα, ο Ρικέλμε κατέβηκε μαζί με τον Αμεάλ, σε μια κίνηση ματ για τον τελευταίο, καθώς ο κόσμος λατρεύει το τελευταίο μεγάλο δεκάρι του συλλόγου. Ο Ντιέγκο στήριξε τον αντίπαλο υποψήφιο. Κι οι δύο τους αγαπιούνται από τον κόσμο του συλλόγου, αλλά μεταξύ τους υπάρχει αντιπάθεια. Ο Μαραντόνα λέει ότι τον νοιάζει η αγάπη του κόσμου της Μπόκα κι όχι κάποια βράβευση. Το γεγονός ότι η κούπα κρίνεται ανάμεσα στις δύο ομάδες μεγαθήρια του αργεντίνικου ποδοσφαίρου και τα ΜΜΕ ασχολούνται με τον ίδιο, αποδεικνύει για μια ακόμα φορά το πόσο επιδραστικός είναι σε ολόκληρη τη χώρα. Να δούμε αν τελικά θα έχει και την ίδια επίδραση στο πού θα καταλήξει το πρωτάθλημα.
blog.stoiximan.gr
El Sombrero

Για το Κόπα ντε λα Σουπερλίγκα
http://www.pas.gr/forum/index.php?topic=2430.msg205319#msg205319

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #63 στις: Τρι 10 Μάρ 2020 18:41 »
Παράθεση
Σαν σήμερα το 1975 η Εστουδιάντες αντιμετώπιζε την Χιμνάσια στο ντέρμπι της Λα Πλάτα. Λίγες ώρες πριν τη σέντρα ο προπονητής της Εστουδιάντες, Κάρλος Μπιλάρδο, έμαθε πως η γυναίκα του Χουάν Ραμόν Βερόν, γνωστού και ως "Μάγισσα", θα γεννούσε από στιγμή σε στιγμή. Ο Μπιλάρδο, που πίστευε πως το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή είναι η νίκη, δεν είπε τίποτα στον Βερόν, από φόβο μήπως ζητήσει να πάει στο νοσοκομείο. Το ματς έληξε 3-3 με τον Βερόν να σκοράρει. Λίγο μετά έμαθε τα νέα για τον ερχομό του πρώτου του παιδιού, που στο μέλλον θα αποκτούσε το παρατσούκλι "Μικρή μάγισσα" και θα έκανε καλύτερη καριέρα από αυτόν.
El Sombrero

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #64 στις: Τρι 10 Μάρ 2020 20:31 »
ROSARIO CENTRAL



imghost





" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #65 στις: Κυρ 15 Μάρ 2020 16:16 »
Παράθεση
"– Tι είναι η Ράσινγκ για σένα;
– Ένα πάθος
– Ακόμα κι αν έχει εννιά χρόνια να πάρει το πρωτάθλημα;
– Ένα πάθος είναι ένα πάθος."

Συνέχεια στις τι-μπορείς-να-κάνεις-τώρα-που-δεν-έχει-μπάλα προτάσεις μας με ένα οσκαρικό, αστυνομικό θρίλερ από την Αργεντινή.


Δεν μπορείς να αλλάξεις το πάθος σου…

Μπορεί η Αργεντινή ποδοσφαιρικά να περνάει κρίση ως Εθνική αλλά κινηματογραφικά τα πάει πολύ καλύτερα. Η ταινία “El secreto de sus ojos”, σε κακή ελληνική μετάφραση “Το μυστικό στα μάτια της”, πήρε το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας στα 82α βραβεία.

Η ταινία του Χουάν Χοσέ Καμπανέγια είναι ένα αστυνομικό θρίλερ που έχει να κάνει με ένα έγκλημα που διαπράχθηκε το 1974, αλλά ο ένοχος δεν πλήρωσε ποτέ όπως έπρεπε. Αποτέλεσμα το γεγονός αυτό να στοιχειώνει τον δικαστικό που είχε αναλάβει την υπόθεση ακόμα και 25 χρόνια μετά, όταν και αποφασίζει να γράψει ένα βιβλίο για αυτή. Πρωταγωνιστής ο με διαφορά καλύτερος ηθοποιός της χώρας Ρικάρντο Νταρίν και η ταινία δίκαια πήρε το Όσκαρ καθώς πρόκειται για κάτι παραπάνω από μία ταινία μυστηρίου.



Φαινομενικά η ταινία δεν έχει σχέση με ποδόσφαιρο, όμως εδώ μιλάμε για την Αργεντινή. O σεναριογράφος είναι οπαδός της Ιντεπεντιέντε, αλλά ο σκηνοθέτης κι ο πρωταγωνιστής φανατικοί οπαδοί της μισητής αντιπάλου Ράσινγκ Κλουμπ. Υπάρχει όμως και αμεσότερη σχέση με το ποδόσφαιρο. Ο βασικός ύποπτος του εγκλήματος είναι οπαδός της Ράσινγκ Κλουμπ και σε μια από τις εντυπωσιακότερες σκηνές της ταινίας ο πρωταγωνιστής προσπαθεί να τον παγιδεύσει στο γήπεδο της Ράσινγκ σε ένα παιχνίδι κόντρα στην Ουρακάν, γνωρίζοντας την αδυναμία που έχει στην ομάδα του. Σε δηλώσεις του ο σεναριογράφος της ταινίας Εντουάρντο Σατσέρι είπε για το γεγονός ότι “έκανε” τον δολοφόνο οπαδό της Ράσινγκ:  “Πολλοί (σ.Σ. οπαδοί της Ράσινγκ) μου λένε ότι αφού μιλάω για πάθος, έπρεπε να βάλω αυτούς στην ταινία”.

Στο επίσημο σάιτ της Ράσινγκ την ημέρα των Όσκαρ αναρτήθηκε μια φωτογραφία που αναφέρει “ο πρώτος λαός ομάδας που κατέκτησε ένα Όσκαρ”, ενώ την προηγούμενη ο πρωταγωνιστής Γκιγιέρμο Φρανσέγια παρακολούθησε την μεγάλη νίκη της Ράσινγκ επί της Μπόκα με 2-1 στην… πρεσβεία της Αργεντινής. Νίκη σε ντέρμπι και Όσκαρ μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο. Δεν το λες και λίγο…  Άλλωστε σε μια από τις καλύτερες σκηνές στην ταινία, πριν πέσει η ιδέα να βρουν τον ύποπτο στο γήπεδο, η κουβέντα ξεκινάει με μια μεγάλη αλήθεια για τους περισσότερους οπαδούς.

– Tι είναι η Ράσινγκ για σένα;
– Ένα πάθος
– Ακόμα κι αν έχει εννιά χρόνια να πάρει το πρωτάθλημα;
– Ένα πάθος είναι ένα πάθος.

Βλέπεις Μπενχαμίν; Ένας τύπος μπορεί να αλλάξει τα πάντα, πρόσωπο, σπίτι, οικογένεια, γκόμενα, θρησκεία, αλλά ένα πράγμα δεν μπορεί να αλλάξει: το πάθος του…

&feature=emb_title
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #66 στις: Τρι 17 Μάρ 2020 13:08 »
“Ο κόσμος όταν πηγαίνει σε συναυλία ζητάει κι άλλο τραγούδι, όταν πηγαίνει στο γήπεδο και κερδίζει ζητάει την λήξη του αγώνα”

Σαν σήμερα πριν από 82 χρόνια γεννήθηκε ο Κάρλος Μπιλάρδο, που είναι βασικός εκπρόσωπος μιας εκ των δυο μεγαλύτερων φιλοσοφιών στο αργεντίνικο ποδόσφαιρο.
Όσο και αν τα συστήματα αλλάζουν και το ποδόσφαιρο μεταβάλλεται, γυρνάμε συχνά στα αρχέγονα ερωτήματά του. Θέαμα ή αποτέλεσμα; Nίκη ή καλή μπάλα; Αν η αιώνια μάχη μετ...


Η ποδοσφαιρική θεωρία των δύο άκρων
Όσο και αν τα συστήματα αλλάζουν και το ποδόσφαιρο μεταβάλλεται, γυρνάμε συχνά στα αρχέγονα ερωτήματά του. Θέαμα ή αποτέλεσμα; Nίκη ή καλή μπάλα; Αν η αιώνια μάχη μεταξύ καλού και κακού, πνεύματος και ύλης, φωτός και σκότους μπορούσε να μεταφερθεί στο ποδόσφαιρο, τότε κύριο ρόλο στον ποδοσφαιρικό… μανιχαϊσμό θα έπαιζε το δίδυμο των αρχιερέων Κάρλος Μπιλάρδο και Σέζαρ Λουίς Μενότι. Το ποδόσφαιρο της Αργεντινής μπορεί να ασχολείται με διλήμματα τύπου Μαραντόνα ή Μέσι, αλλά το διαχρονικό ερώτημα είναι “menottismo ή bilardismo”, μια που δεν μιλάμε απλά για δύο προπονητές, αλλά για τους μεγαλύτερους εκφραστές δύο ποδοσφαιρικών φιλοσοφιών.

Ο Μπιλάρδο γνωστός με το όνομα “μυτόγκας” γεννημένος στο Μπουένος Άιρες από γονείς Σικελούς, σε γειτονιά εργατική, το Πατερνάλ, με κόσμο σχεδόν αποκλειστικά μεσαίας προς χαμηλής τάξης. Εκεί όπου ο μόχθος ήταν η μόνη διέξοδος, μέρος όπου έπρεπε να σέβεσαι τους μεγαλύτερους, τους δασκάλους, τους αστυνόμους και γενικά τις αρχές. Ο Μενότι αντίθετα γεννημένος στο Ροσάριο, με το παρατσούκλι “ο αδύνατος” κι αυτός ιταλικής καταγωγής, αλλά μεγαλωμένος σε μια περιοχή που ζούσαν πολλοί Βρετανοί αριστοκράτες και υπήρχαν μεγάλες ταξικές διαφορές. Το κοινό τους: η αγάπη για την μπάλα. Οι διαφορές τους; Πολλές. Ο Μπιλάρδο προσπαθούσε να βολέψει μαθήματα και ποδόσφαιρο, να σπουδάσει, να προκόψει στη ζωή του, την στιγμή που ο Μενότι διάβαζε συνέχεια βιβλία, είχε ενδιαφέρον για την πολιτική και ήταν οπαδός του περονισμού. Ο ένας ξυπνάει νωρίς το πρωί, ο άλλος είναι ένας μακρυμάλλης φανατικός καπνιστής και μποέμ τύπος. Ο ένας κάποια περίοδο στη ζωή του  ταυτόχρονα δούλευε ως γιατρός, βοηθούσε την οικογενειακή επιχείρηση και ήταν και προπονητής, ο άλλος ασχολήθηκε μόνο με την μπάλα. Ο ένας άκουγε τις πιο “λαϊκές” νότες της κούμπια και ο άλλος το… αντίστοιχο “νέο κύμα” της μουσικής της Αργεντινής.



Θαρρείς πως οι ζωές τους και οι καριέρες τους ήταν προδιαγεγραμμένες για να σχηματίσουν μια τεράστια αντίθεση. Ο Μπιλάρδο έγινε γνωστός σε μια από τις πιο πετυχημένες και πιο βρώμικες ομάδες όλων των εποχών, την Εστουδιάντες Λα Πλάτα. Μια ομάδα που έκανε τα πάντα για να κερδίσει, κλωτσούσε, χτυπούσε και προκαλούσε και έφτασε να κερδίσει ακόμα και Διηπειρωτικό με αυτή την τακτική. Ήταν η ανάγκη που οδήγησε την Εστουδιάντες, καθώς έγινε η πρώτη ομάδα στην ιστορία της Αργεντινής που έσπαγε την ηγεμονία των μεγάλων 5 (Μπόκα-Ρίβερ-Ιντεπεντιέντε-Ράσινγκ-Σαν Λορένσο) και για να το καταφέρει πατούσε επί πτωμάτων. Στην ομάδα αυτή ο Μπιλάρδο ήταν ο συνδετικός κρίκος άμυνας και κέντρου, ένα αμυντικό χαφ βρώμικο μεν, που όμως παράλληλα ήταν κι ο στρατηγός της ομάδας. Ο Μενότι αντίθετα, δεν κέρδισε πολλούς τίτλους, αλλά ήταν ένας αρκετά καλός επιθετικός χαφ και επιθετικός με καριέρα κυρίως στη Ροσάριο Σεντράλ. Με ένα χρόνο διαφοράς στην ηλικία σταμάτησαν κι οι δύο το ποδόσφαιρο το 1970 και έγιναν προπονητές.

Ακολούθησαν τη φιλοσοφία τους και στους πάγκους. Ο Μπιλάρδο ανέλαβε την Εστουδιάντες κάνοντας μια ομάδα που είχε ως στόχο τη νίκη, ο Μενότι έκανε όνομα στην Ουρακάν παίζοντας για το θέαμα, παίζοντας για την επίθεση. Για τον Μενότι πάνω από τη νίκη βρίσκονταν η αναγνώριση και ο σεβασμός από τον αντίπαλο και πάνω από την τακτική, η τεχνική. Οπαδός τόσο του βραζιλιάνικου Jogo Bonito, όσο και του ολλανδικού totaalvoetbal, βάσιζε τις ομάδες του σε αυτά. Για τον Μπιλάρδο, πρέπει να κάνεις το αναγκαίο και όχι το όμορφο. Η νίκη είναι ο ένας και μοναδικός σκοπός, έστω με μισό-μηδέν. Κάθε προπόνηση ήταν αγώνας, έλιωνε τις βιντεοκασέτες για να μελετήσει την τακτική, ζητούσε θυσίες από τους παίκτες στο γήπεδο και έβαζε την τακτική πάνω από καθετί. Αμυντική σιγουριά, ακύρωση του παιχνιδιού του αντιπάλου και χτίσιμο σιγά σιγά για το γκολ και τη νίκη. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, στην εθνική η τελειομανία του έφτασε στο σημείο ώστε να προπονεί τους παίκτες ακόμα και για τον εθνικό ύμνο, “τον κάναμε πρόβα πέντε φορές πριν κάθε ματς, εκείνη την στιγμή περνάει όλη η ζωή από το κεφάλι του παίκτη”.



Για να έρθουν όλα τα πράγματα σε μια… καρμική ισορροπία, η Αργεντινή κατέκτησε τα δυο μοναδικά της Μουντιάλ με αυτούς τους δύο ως προπονητές και μάλιστα τον έναν μετά τον άλλον. Ο Μενότι μόλις στα 36 του ανέλαβε την Αργεντινή για να φέρει αυτόν τον αέρα του επιθετικού ποδοσφαίρου μετά από δυο μεγάλες αποτυχίες της χώρας το 1970 και το 1974 και τα κατάφερε το 1978. Ο Μπιλάρδο ανέλαβε αμέσως μετά. Κι όμως… Τα δυο τους Μουντιάλ τα κέρδισαν κάνοντας… εκπτώσεις στην φιλοσοφία τους. Ο αριστερός Μενότι κέρδισε το Μουντιάλ που διοργάνωσε η χούντα της χώρας του και μάλιστα με σκιές για τις συνθήκες της διοργάνωσης. Μάλιστα, παρ’ ότι ρομαντικός του ποδοσφαίρου, άφησε εκτός Μουντιάλ το νέο ταλέντο της χώρας που άκουγε στο όνομα Ντιέγκο Μαραντόνα, έναν παίκτη που θεωρητικά ήταν η μεγαλύτερη απόδειξη της φιλοσοφίας του Μενότι. Αντίθετα, ο Μπιλάρδο, ένας φαν της προσήλωσης και της ομαδικής δουλειάς, κατέκτησε το Μουντιάλ του 1986 αλλάζοντας το σύστημα για να δώσει με το 3-5-1-1 ελεύθερο ρόλο σε έναν παίκτη στον αγωνιστικό χώρο που δεν μπορούσε να μπει σε καλούπι. Παιχνίδια της μοίρας ή απόδειξη ότι τελικά στη ζωή, αλλά και στο ποδόσφαιρο δεν είναι όλα μόνο άσπρο και μαύρο; Ότι τα διλήμματα τα φτιάχνουμε πολλές φορές μόνοι μας;


Η συνάντηση που έγινε η αφορμή του πολέμου

Η κόντρα τους υπήρχε πάντα, από την στιγμή που υπήρχαν στη φύση έπρεπε να αντιπαθεί ο ένας τον άλλον, δυο αντίθετες δυνάμεις. Πέρασε σε άλλο επίπεδο όμως όταν ο ανέλαβε ο Μπιλάρδο την εθνική και ταξίδεψε στη Βαρκελώνη να συναντήσει τον Μενότι (που είχε αναλάβει την Μπαρσελόνα). Η συνάντηση ξεκίνησε και έληξε με αγκαλιές μετά από τετράωρη συζήτηση μεταξύ τους. Ο Μενότι του είπε ποιος δυο παίκτες θεωρούσε σημαντικούς και ποιον δεν θα έπρεπε να πάρει στην ομάδα. Ο Μπιλάρδο δεν πήρε τους πρώτους και διάλεξε τον τρίτο. Μετά το πρώτο ματς του Μπιλάρδο (ήττα με 4-0), ο Μενότι δήλωσε: “με τρέλανε στις ερωτήσεις, με ρωτούσε για τα πάντα και τελικά πήγε και τα έκανε όλα ανάποδα”. Ήταν και επίσημα η αρχή του πολέμου μεταξύ τους με μια σειρά καυστικών δηλώσεων που κράτησε για πολλά χρόνια. Ο Μπιλάρδο πέρασε δύσκολα (3 νίκες μόλις στα πρώτα 15 του παιχνίδια) έχοντας να αντιμετωπίσει μονίμως την κριτική του Μενότι που είχε εβδομαδιαία στήλη σε εφημερίδα και φυσικά του ασκούσε σκληρή κριτική, αλλά τελικά κατέκτησε κι αυτός ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Η απέχθεια έφτασε σε νέα ρεκόρ όταν το 2006 οι δυο 68αρηδες τότε προπονητές συναντήθηκαν στις… τουαλέτες του κέντρου Τύπου του Μουντιάλ της Γερμανίας. Ο Μενότι έπλενε τα χέρια του και είπε: “Μέχρι κι εδώ συναντάω αυτόν τον π..τάνας γιο”. Ο Μπιλάρδο άρχισε να φωνάζει στους παρόντες “Τι είπε;;; Τι είπε;;;” και αν δεν υπήρχαν δημοσιογράφοι θα βλέπαμε αγώνα μποξ βετεράνων. Τα τελευταία χρόνια η κόντρα κάπως μαλάκωσε, με τον Μενότι για παράδειγμα να παραδέχεται ότι η Εστουδιάντες του 1982 έπαιζε καλό ποδόσφαιρο και τον Μπιλάρδο ότι του άρεσε η Ουρακάν του 1973.

Και μπορεί οι δυο τους να μην ασχολούνται ενεργά με την προπονητική πλέον, οι φιλοσοφίες τους όμως ζουν. Στην Αργεντινή δεν υπάρχει προπονητής που να μην ερωτάται πού ανήκει (σαν τα πράσινα και τα μπλε καφενεία), αν και πολλοί παραμένουν ουδέτεροι ή κάνουν δικές τους “σχολές” όπως ο Μπιέλσα. Ο Πεπ Γκουαρδιόλα έχει αναφερθεί πολλές φορές στον Μενότι και τις ιδέες του, ο Μενότι έχει δηλώσει ότι βαριέται να βλέπει την Ατλέτικο του Σιμεόνε, ενώ ο Σιμεόνε έχει δηλώσει ότι πήρε πολλά από τον Μπιλάρδο. Άλλωστε, ο Ντιέγκο Σιμεόνε κέρδισε πρωτάθλημα με την Εστουδιάντες μετά από 26 χρόνια και ναι, ο προηγούμενος ήταν ο Μπιλάρδο. Πιθανότατα αν δεν υπήρχαν αυτοί οι δυο προπονητές θα έπρεπε να τους εφεύρουμε. Δεν θα μπορούσε ποτέ στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο να υπάρξουν δυο τόσο διαφορετικές προσωπικότητες που τους χώριζαν τόσα πολλά και παράλληλα όμως τους ένωσαν και πολλά.

Κλείνω αυτό το υπερμέγεθες κείμενο, ευχαριστώντας όσους άντεξαν να το διαβάσουν, με μερικές φράσεις που μιλάνε για τους δυο διαφορετικούς αυτούς κόσμους:

“Ο κόσμος όταν πηγαίνει σε συναυλία ζητάει κι άλλο τραγούδι, όταν πηγαίνει στο γήπεδο και κερδίζει ζητάει την λήξη του αγώνα”
– Κάρλος Μπιλάρδο

“Υπάρχει το ποδόσφαιρο της δεξιάς και της αριστεράς. Της δεξιάς προσπαθεί να μας πείσει ότι η ζωή είναι μια πάλη που θέλει θυσίες και να είμαστε από ατσάλι και να κερδίζουμε με κάθε τρόπο. Θέλει τους ποδοσφαιριστές να μην εκφράζουν πολιτικές απόψεις, να υπακούν και έτσι να δημιουργούνται περισσότεροι χρήσιμοι ηλίθιοι”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Στον αντίπαλο δεν πρέπει να δίνεις ούτε νερό. Το fair play είναι μια βρετανική εφεύρεση. Στο σημερινό ποδόσφαιρο δεν πρέπει να δίνεις κανένα πλεονέκτημα, γι’ αυτό οι ομάδες μου δεν δωρίζουν τίποτα”
– Κάρλος Μπιλάρδο



“Ο “μενοτισμός” είναι σαν τον Άγιο Βασίλη. Πάντα τον περιμένει κάποιος με προσμονή, χωρίς να ξέρει τι θα του φέρει. Ενώ ο “μπιλαρδισμός” είναι σαν τον τύπο που θα πει στο 4χρονο παιδάκι ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης και τα δώρα τα φέρνουν οι γονείς και θα του δώσει ένα χρήσιμο πουλόβερ για τον χειμώνα”
– Άνχελ Κάπα (προπονητής μιας εξαιρετικής Ουρακάν που έβγαλε παίκτες όπως ο Παστόρε, αλλά δεν κέρδισε τίποτε)

“Είμαι φανατικός μπιλαρδίστα. Κάθε παιχνίδι είναι ξεχωριστό και υπάρχει συγκεκριμένη στρατηγική γι’ αυτό”
– Ζοσέ Μουρίνιο

“Το ποδόσφαιρο είναι τόσο γενναιόδωρο που γλίτωσε την ιατρική από τον Μπιλάρδο”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Θα αμυνόμαστε σαν τον Μενότι και θα παίζουμε μπάλα σαν Μπιλάρδο”
– Κλαούντιο Μπόργκι (όταν ανέλαβε προπονητής της Μπόκα το 2010)



“Για μένα η Μπαρσελόνα είναι ο Ινιέστα και δέκα ακόμα”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Ο Μέσι έχει ένα ακόμα οστό στο πόδι και είναι η μπάλα”
– Κάρλος Μπιλάρδο

“Μουρίνιο έχει πολλούς, Γκουαρδιόλα έναν”
– Σέζαρ Λουίς Μενότι

“Η γυναίκα είναι σαν τον ποδοσφαιριστή, αν δεν θέλει να παίξει σε συγκεκριμένη θέση μην επιμένεις”
– Κάρλος Μπιλάρδο
sombrero.gr

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #67 στις: Τετ 18 Μάρ 2020 23:05 »
Εκδόσεις Απρόβλεπτες..."Σχετικά με την σημασία του κλάσικο ροσαρίνο (Ροσάριο Σεντράλ - Νιουελς Ολντ Μποις)  και πώς βίωνε την αντιπαλότητα αυτή,  αξίζει να δούμε τι είχε δηλώσει σε μια παλιά του συνέντευξη ο Ρομπέρτο, ελ Νέγρο, Φονταναρόσα: «Δεν μ' αρέσει να σηκώνομαι νωρίς το πρωί, αλλά η γυναίκα μου, που με ξέρει, μ' έχει ξυπνήσει μόνο δυο φορές πριν τις 09.00: όταν ξαναπήραμε τις Μαλβίνας (οι Νήσοι Φώκλαντ, για τους αγγλομαθείς) και όταν ο Μαραντόνα ήρθε στη Νιούμπελ (κοροϊδευτικό παρατσούκλι που χρησιμοποιούν οι κανάγιες για τη Νιούελς). Δεν έπαιξε βέβαια και πολύ - μόλις 5 συμμετοχές - ήταν λες κι ο πιο μισητός σου γείτονας αγοράζει μια Μερσεντές, αλλά δεν μπορεί να την βγάλει από το γκαράζ»....."
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #68 στις: Τετ 25 Μάρ 2020 12:32 »
Puro Fútbol: Mια συζήτηση για το ποδόσφαιρο στην Αργεντινή. 
Πάθος, συναίσθημα, τρόπος ζωής. Με αφορμή την κυκλοφορία της συλλογής διηγημάτων Puro Fútbol του Ρομπέρτο Φονταρόσα, το Κουτί της Πανδώρας εμβαθύνει στην ποδοσφαιρική μαγεία της Αργεντινής με τη βοήθεια του μεταφραστή της έκδοσης, Μιχάλη Τσούτσια.


Ίσως στην Ελλάδα να μην είναι τόσο γνωστό, όμως ο Ρομπέρτο Φονταρόσα θεωρείται ένας από τους κορυφαίους γελοιογράφους, σχεδιαστές κόμικ και συγγραφείς που γέννησε η Αργεντινή. Ο πολυβραβευμένος δημιουργός, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 2007, ήταν και αθεράπευτος ποδοσφαιρόφιλος, φανατικός της Ροσάριο Σεντράλ και με βαθιά γνώση του αθλήματος και του αντίκτυπου που έχει στην κοινωνία. «Αν έπρεπε να βάλω μουσικό χαλί στη ζωή μου, αυτό θα ήταν οι μεταδόσεις ποδοσφαιρικών αγώνων», είχε πει χαρακτηριστικά ο «Ελ Νέγρο», ο οποίος έγραψε τρεις νουβέλες και περίπου 600 διηγήματα, ανάμεσά τους και αρκετά ποδοσφαιρικά.

Οκτώ εξ’ αυτών βρίσκονται στη συλλογή Puro Fútbol που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα από τις εκδόσεις «Απρόβλεπτες». Ιστορίες που ταξιδεύουν τον αναγνώστη σε μια χώρα που το ποδόσφαιρο λατρεύεται με μοναδικό πάθος και τρέλα, υπό το πρίσμα ενός δημιουργού με αιχμηρή πένα, αλλά και κοινωνική-ψυχολογική σκοπιά. Τα διηγήματα του Φονταρόσα αφορούν το ποδόσφαιρο, όμως μιλούν για πολύ περισσότερα, καθρεφτίζοντας τον ρόλο της στρογγυλής θεάς στην Αργεντινή.

Ο Μιχάλης Τσούτσιας, φανατικός του αργεντίνικου ποδοσφαίρου, μεταφραστής του έργου και παράλληλα συντάκτης της εισαγωγής και όλων εκείνων των σημειώσεων που βοηθούν τον αναγνώστη να επιχειρήσει την βουτιά στον μαγικό κόσμο του Φονταρόσα, μιλάει στο Κουτί της Πανδώρας για το βιβλίο, τον συγγραφέα, αλλά και όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν μοναδική την ποδοσφαιρική κουλτούρα στη χώρα της Νότιας Αμερικής.



Το Ροσάριο αποτελεί από μόνο του ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ποδοσφαιρική ιστορία της Αργεντινής. Τι είναι αυτό που το κάνει τόσο διαφορετικό;

Εξαιρετική ερώτηση για να ξεκινήσουμε, αφού πρώτα σ’ ευχαριστήσω θερμά για την πρόσκληση να συζητήσουμε για το βιβλίο του Ρομπέρτο ελ Νέγρο Φονταναρόσα. Στην Αργεντινή υπάρχουν κι άλλα τοπικά κλάσικος, μην τ’ αναφέρω και κουράζω, υπάρχουν και στη Βικιπαίδεια, ενώ στο τεύχος 33 του HUMBA είχα γράψει κι ένα άρθρο για τα κλάσικος των μικρότερων κατηγοριών, που αφορούν κυρίως τις συνοικίες του Μπουένος Άιρες. Σ’ όλα αυτά υπάρχει διάχυτος φανατισμός, ένταση και πιστοί οπαδοί που ακολουθούν μόνο την ομάδα της πόλης τους.

Το διαφορετικό που υπάρχει στο Ροσάριο, η ιδιαιτερότητα του Σεντράλ – Νιούελς, έχει μάλλον να κάνει με το ότι ο αγώνας αποτελεί σημείο ανα-φοράς για την πλειονότητα των κατοίκων της πόλης, κάτι που αποτυπώνεται σε πολλά κομμάτια του βιβλίου, όπως: «...Δεν ξέρω αν θυμάσαι πώς ήταν η πόλη εκείνες τις μέρες πριν το ματς. Μα τι λέω, ποιες μέρες! Βδομάδες πριν, ο κόσμος είχε αρχίσει να μιλάει για το ματς και το Ροσάριο ήτανε καζάνι που έβραζε...». Από την άλλη το «κλάσικο ροσαρίνο» είναι και το παλιότερο κλάσικο της χώρας, που εξακολουθεί να διεξάγεται από το 1905 μέχρι σήμερα, επομένως είναι βαθιά ριζωμένο στην αργεντίνικη ποδοσφαιρική κουλτούρα. Επίσης, υπάρχει η φοβερή έχθρα μεταξύ των κανάγιας και των λεπρόσος, που έχει σημαδευτεί κι από πολλά επεισόδια τα οποία, δυστυχώς, είχαν μέχρι και νεκρούς. Επεισόδια που υποδαυλίζονται σίγουρα κι από την φτώχεια, αλλά και το εμπόριο ναρκωτικών που «ανθεί» στην περιοχή. Μην ξεχνάμε ότι το Ροσάριο είναι ένα μεγάλο λιμάνι και εμπορικό κέντρο της Αργεντινής και είθισται στις λαϊκές περιοχές το ποδόσφαιρο να έχει μεγαλύτερη επίδραση στην ζωή της πόλης, ό-πως συμβαίνει π.χ. στο Λίβερπουλ, στο Μάντσεστερ κλπ.

Νομίζω πως αυτό που κάνει ξεχωριστά τα διηγήματα του Φονταρόσα είναι το πρίσμα μέσω από τα οποίο περιγράφει το πάθος των Αργεντινών για το ποδόσφαιρο. Συμφωνείς;

Σίγουρα, υπάρχει αυτό το πρίσμα που λες, είναι ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρει την σπουδαιότητα που έχει το ποδόσφαιρο για τον μέσο Αργεντίνο και τον αντίκτυπο που έχει μια νίκη ή -κυρίως- μια ήττα στην ψυχοσύνθεσή του, όπως και την ένταση με την οποία το βιώνει όλο αυτό στην καθημερινότητά του. Δεν είναι δηλαδή απλώς θέμα της Κυριακής η μπάλα, είναι κάτι που τους σφραγίζει, κάτι που το συζητάνε όλη μέρα και παντού. Αν δεις εκπομπές στην αργεντίνικη τηλεόραση, θα παρατηρήσεις ότι πάντα γίνεται αναφορά στις οπαδικές προτιμήσεις των προσκεκλημένων, με την ανάλογη πλάκα πάντα για την τρέχουσα κατάσταση της ομάδας. Ακόμα και στις ταινίες, υπάρχει πολλές φορές κάτι που να σχετίζεται με το ποδόσφαιρο. Ας πάρουμε για παράδειγμα την ταινία «El secreto de sus ojos» και την σημασία που είχαν στην πλοκή της οι παλιότεροι αγώνες της Ράσινγκ.

Όλο αυτό λοιπόν, προσπάθησε ο ελ Νέγρο μ’ έναν απλό μα ξεχωριστό τρόπο να το περάσει στα διηγήματά του. Δεν είναι ότι θα βρει κανείς κάτι το εξεζητημένο ή κάποια μοναδική τεχνοτροπία την οποία χρησιμοποιούσε ο Φονταναρόσα, όχι· είναι απλώς ό,τι χρειαζόταν. Όπως όταν ακούς ένα τραγούδι, βλέπεις μια ταινία ή οτιδήποτε άλλο ικανοποιεί το γούστο σου και την αισθητική σου και λες: «Αυτό είναι, απλό κι όμορφο».  Θα έλεγα, τέλος, ότι είναι ζήτημα της οξυδέρκειας του Φονταναρόσα και της ανάγκης του να μεταφέρει στα διηγήματά του ό,τι έβλεπε γύρω του να συμβαίνει σχετικά μ’ αυτό που λάτρευε: το ποδόσφαιρο. Προφα-νώς τα κατάφερε!

Η ΟΚΑΛ, η οποία αναφέρεται σε ένα από τα διηγήματα, είναι χαρακτηριστική για το πώς ακριβώς αντιμετωπίζουν το ποδόσφαιρο στην Αργεντινή. Θέλεις να μας πεις μερικά λόγια;

Η ΟΚΑΛ, μάλιστα... Τώρα που το σκέφτομαι θα έπρεπε να την έχω αναφέρει στο πρώτο σου ερώτημα, αλλά καλύτερα που έχεις προνοήσει για ξεχωριστή ερώτηση, αφού πρόκειται πράγματι για κάτι το μοναδικό και άξιο αναφοράς, που δύσκολα μπορεί να πιστέψει κάποιος ότι αποτελεί πραγματικότητα. Η ΟΚΑΛ λοιπόν, που επισήμως υποστηρίζει ότι τα αρχικά της σημαίνουν Οργάνωση Κανάγια για την Λατινική Αμερική [OCAL: Organización Canalla para América Latina] κι όχι Οργάνωση Κανάγια Αντι-Λέπρα [Organización Canalla Anti Lepra], ιδρύθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 1966 από τους Εδουάρδο Φεράρι ντελ Σελ, Χουάν Κάρλος Γκουίδα και Λουίς Μαρτοράνο. Όλοι πίστευαν ότι κι ο Φονταναρόσα ήταν μέλος της, ωστόσο το αρνείτο κατηγορηματικά. Βέβαια, γνώριζε τι συνέβαινε, αφού αρχηγός της και πρώτος στην καζούρα και στις πλάκες στους λεπρούς ήταν ο κολλητός του, Χοσέ «Κοκκινομάλλης» Βάσκες.

Μιλάμε για μια ομάδα τρελαμένων σεντραλίστας, μιας κάποια ηλικίας πια, που κάνουν ό,τι μπορούν για να αποδεικνύουν την αγάπη τους για την Σεντράλ και την αντιπάθειά τους για την Νιούελς, πάντα σε λογικά και νόμιμα πλαίσια, ασφαλώς. Έχουν και κάποιες ημερομηνίες συμβολικές για την Σεντράλ, τις οποίες και γιορτάζουν ως εθνικές επετείους, οπότε και κάνουν τρελά πράγματα, αλλά ας μην αποκαλύψουμε κι όλα όσα υπάρχουν στο βιβλίο, ε; Ας αφήσουμε και λίγο σασπένς. Να πούμε μόνο ότι είναι πολύ περήφανοι που σύμφωνα με τις διηγήσεις, ο -γεννημένος στο Ροσάριο- Τσε Γκεβάρα ήταν οπαδός τής Σεντράλ.

Ποιο από τα διηγήματα του βιβλίου είναι το αγαπημένο σου και γιατί;

Αν και προφανώς η πρώτη μου «γνωριμία» με τον ελ Νέγρο έγινε, πριν από 6-7 χρόνια περίπου, μέσα από το, ας πούμε, ανακηρυγμένο ως καλύτερο ποδοσφαιρικό διήγημα που έχει γραφτεί στα Ισπανικά, το «19 Δεκεμβρίου 1971» με το οποίο ακόμα γελάω, παρότι το έχω διαβάσει δεκάδες φορές, θα επέλεγα άλλο ως το αγαπημένο μου. Πρόκειται για το διήγημα «Η παρατήρηση των πουλιών».

Ίσως είναι αυτή η απρόσωπη, αλλά και αμιγώς προσωπική επιλογή τού τρίτου προσώπου στη διήγηση· επιλογή που αρχικά μπορεί να μπερδέψει ή και να ξενίσει λίγο τον αναγνώστη, αλλά μετά βάζει και τον ίδιο στην θέση τού πρωταγωνιστή αυξάνοντάς του την αγωνία για την τελική έκβαση της ιστορίας, όχι τόσο για το αποτέλεσμα του αγώνα, θεωρώ, όσο για την ψυχολογική κατάσταση στην οποία περιέρχεται ο ήρωας. Καθώς διαβάζεις το διήγημα, χώνεσαι ολοένα περισσότερο στην ατμόσφαιρά του, είτε ταυτιζόμενος με τον «κάποιο» που προσπαθεί να ξεφύγει από το άγχος που τον κατατρέχει, είτε σκεπτόμενος ανάλογες περιπτώσεις που δεν άντεχες καν να δεις έναν αγώνα και προσπαθούσες να πέσεις για ύπνο ή έκλεινες τα τηλέφωνα ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Θα έλεγα ότι μέσα σε δώδεκα σελίδες ο Φονταναρόσα περιγράφει όλα τα συναισθήματα που μπορεί να βιώσει κανείς πριν, μετά και -κυρίως- κατά την διάρκεια ενός ματς· όλες τις σκέψεις που του περνάνε κάθε στιγμή, με αφάνταστα πολλές λεπτομέρειες και για οτιδήποτε μπορεί να συνδέεται με ένα ματς.

Με ποιον χαρακτήρα του βιβλίου θα ήθελες να πάτε μαζί γήπεδο;

Ωραία ερώτηση, δεν μου είχε περάσει καθόλου από το μυαλό κάτι τέτοιο... Τώρα που το επεξεργάζομαι λίγο, μου φαίνεται ότι μάλλον ο Κοκκινομάλλης Βάσκες θα ήταν ο ιδανικός. Πέραν από κολλητός τού Φονταναρόσα και άτυπος αρχηγός της ΟΚΑΛ, όπως προείπαμε, μοιάζει η καλύτερη επιλογή, τουλάχιστον έτσι όπως τον απεικονίζει ο ελ Νέγρο στο διήγημα «Στάχτες», από την αρχή που λέει ότι το να πηγαίνεις στο γήπεδο για οποιοδήποτε άλλο λόγο παρά για να δεις μπάλα είναι «σαν να τρως σκέτο πουρέ ή μαρούλι», μέχρι εκεί που προσπαθεί να κουλαντρίσει τον υπεύθυνο του γηπέδου της Σεντράλ.

Απλός και ξεκάθαρος τύπος που η ομάδα του αποτελεί και το πρίσμα μέσα από το οποίο φιλτράρονται τα πάντα, είτε μιλάμε για οδήγηση είτε για ιστορικά γεγονότα είτε για φιλίες. Ένας οπαδός που θυμάται ποιος έκανε την σέντρα, ποιος την πάσα, σε ποιο σημείο στάθηκε ο σκόρερ σ’ ένα παιχνίδι πριν από δέκα και βάλε χρόνια, είναι ο καταλληλότερος για παρέα στο γήπεδο. Για παραέξω δεν ξέρω, αλλά για το γήπεδο θα ήταν ο καλύτερος.

Υπάρχουν ακόμα μέρη σαν το Ελ Κάιρο, ζωντανοί χώροι που γεννούν ποδοσφαιρικές ιστορίες, ή τα έχει καταπιεί η τεχνολογία και το σύγχρονο ποδόσφαιρο;

Σίγουρα υπάρχουν, γιατί να μην υπάρχουν; Όσο βλέπουμε ποδόσφαιρο θα έχουμε και στέκια σαν το Ελ Κάιρο που θα πηγαίνουν οι ποδοσφαιρόφιλοι και θα λένε τις ιστορίες τους. Μπορεί να είναι ιστορίες ακόμα κι από τις μικρότερες κατηγορίες ή τα τοπικά, αλλά δεν παύουν να είναι ωραίες. Συμφωνώ, βέβαια, ότι όσο περισσότερα λεφτά παίζουν στο ποδόσφαιρο τόσο πιο δύσκολα θα γεννιούνται τέτοιες ιστορίες. Και πώς να γεννηθούν δηλαδή, όταν για παράδειγμα πάει η Σεντράλ να πάρει το Κύπελλο Αργεντινής το 2015, με αντίπαλο την Μπόκα, και της το κλέβουν ξεδιάντροπα. Με το ζόρι να το πάρει η Μπόκα. Έφριξε όλη η Αργεντινή. Ξέρω ότι οι περισσότεροι στην Ελλάδα την υποστηρίζουν, αλλά μιλάμε για μια ομάδα που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς το σύγχρονο ποδόσφαιρο έχει διαλύσει τα πάντα. Τι να πούμε; Ότι για δεκατρία ολόκληρα χρόνια είχε πρόεδρο τον μαφιόζο τον Μάκρι, ο οποίος χρησιμοποιούσε τους παραβατικούς οργανωμένους της (Barras Bravas), μέχρι να πετύχει τους πολιτικούς του σκοπούς. Τέλος πάντων, ας σταματήσω εδώ, κι όποιος θέλει να μάθει είναι εύκολο να τα βρει στο διαδίκτυο.

Το ίδιο και με το Τσάμπιονς Λιγκ. Έχω βαρεθεί να βλέπω τις ίδιες ομάδες· δεν μου κάνει καμία αίσθηση πια να δω για πεντηκοστή φορά τους ίδιους ημιτελικούς. Στην διοργάνωση θα έπρεπε να παίζουν μόνο οι πρωταθλητές των χωρών, για να γίνεται και καμιά έκπληξη, να διατηρούν και ν’ αυξάνουν τους οπαδούς τους κι άλλες ομάδες, όχι μόνο η Ρεάλ κι η Μπάγερν, ας πούμε. Να έχουν έσοδα για να μπορούν να ανταγωνίζονται τους οικονομικούς κολοσσούς. Γιατί δηλαδή να μην υπάρχει ούτε σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας πια η κατάκτηση της κούπας από τον Ερυθρό Αστέρα, την Αϊντχόφεν και την Στεάουα; Να υπάρξουν νέοι Ντουκαντάμ κι αξέχαστες βραδιές για όλη την Ευρώπη, όχι μόνο για τους μεγάλους που θέλουν όλο το χαρτί για πάρτη τους.

Για την τεχνολογία, για το VAR δηλαδή, έχω κάποιες επιφυλάξεις, ιδίως για την συνεχή διακοπή τής ροής του αγώνα, αλλά από την άλλη είναι ο μόνος τρόπος για να προστατευτούν κάπως οι μικρότερες ομάδες. Κάτι δίνεις, κάτι παίρνεις, που λένε, αλλά πρέπει να περιμένουμε 2-3 χρόνια ακόμα, να δούμε πώς θα ρυθμιστεί κι αυτό. Πιστεύω, πάντως, να μην έχει τ’ αποτελέσματα που περιγράφει ο ελ Νέγρο στο προφητικό για το VAR διήγημά του «Ποδόσφαιρο και επιστήμη.

Έχοντας κάνει τη μετάφραση του έργου και έχοντας γενικώς εντρυφήσει στο ποδόσφαιρο της Αργεντινής, ποια στοιχεία είναι για σένα αυτά που το κάνουν να ξεχωρίζει και να έχει τόσο σημαντική θέση στην κοινωνία της χώρας;

Θίγεις ένα θέμα που άπτεται της κοινωνιολογίας ή και της ανθρωπογεωγραφίας ακόμη, και δεν έχω τέτοιες γνώσεις, όμως θα προσπαθήσω να σου δώσω μια γενική εικόνα βάσει όσων έχω αντιληφθεί.
Το ποδόσφαιρο είναι το πιο λαϊκό άθλημα κι η Αργεντινή είναι μια χώρα μεταναστών, δηλαδή φτωχών ανθρώπων που από τα τέλη του 19ου αιώνα έφτασαν στην χώρα για να φτιάξουν μια νέα ζωή - ασχέτως αν μετά από κάποιες δεκαετίες οι ίδιοι ή τα παιδιά τους ανέβηκαν στην αστική τάξη. Στο πλαίσιο της κοινωνικοποίησής τους στην νέα τους πατρίδα εντάσσεται κι η δημιουργία ομάδων στις γειτονιές, στα εργοστάσια και σε άλλους χώρους εργασίας, Οι ομάδες αυτές πολλές φορές φτιάχνονταν από ομοεθνείς μετανάστες, όπως για παράδειγμα ομάδες που σχημάτισαν Ιταλοί ή Εβραίοι κάτοικοι συνοικιών. Στην πρώτη περίπτωση π.χ. έχουμε την Μπόκα που πήρε το παρατσούκλι Σενέισες λόγω της προέλευσης των μεταναστών από την Γένοβα, και στην άλλη την Ατλάντα που εδρεύει στην συνοικία Βίγια Κρέσπο του Μπουένος Άιρες, της οποίας τους παίκτες εξακολουθούν κάποιοι αντίπαλοι οπαδοί να «λούζουν» με αντισημιτικά συνθήματα ή να τους πετάνε σαπούνια! Επίσης έχουμε ομάδες που φτιάχτηκαν από σιδηροδρομικούς εργάτες ή εργάτες σφαγείων. Εδώ βλέπουμε από την μια την Φέρο Καρίλ Οέστε και την ίδια την Ροσάριο Σεντράλ τής οποίας το πρώτο όνομα ήταν Central Argentine Railway Athletic Club -αφού οι περισσότεροι εργάτες της γραμμής που κατασκευαζόταν εκεί είχαν έρθει από την Βρετανία-. Από την άλλη την Νουέβα Σικάγο της συνοικίας που ονομαζόταν Ματαδέρος (που σημαίνει Σφαγεία) ή Νουέβα Σικάγο λόγω των ομοιοτήτων της περιοχής με το Σικάγο που τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα αποτελούσε κέντρο τής βορειοαμερικάνικης βιομηχανίας κρέατος.

Βλέπουμε λοιπόν ότι το ποδόσφαιρο ήταν καθημερινό κι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των ανθρώπων που δημιούργησαν την χώρα που λέγεται Αργεντινή.

Έτσι, σταδιακά, το ποδόσφαιρο πέρασε και στην πολιτική, ιδίως στην επαρχία του αχανούς πια και πολυπληθούς Μπουένος Άιρες, βοηθούμενο κι από το γεγονός ότι υπάρχουν πάρα πολλές περιφέρειες, δήμοι και κοινότητες με μεγάλο βαθμό αυτονομίας από την κεντρική κυβέρνηση, οι οποίες και διαχειρίζονται τα κονδύλια της. Για να εκλεγεί κάποιος θα πρέπει οπωσδήποτε να έχει την υποστήριξη της κυρίαρχης οπαδικής φράξιας, ας πούμε, πράγμα που είναι πιο άσχημο απ’ όσο ακούγεται. Ξαναθυμίζω τον «κύριο» Μάκρι και τις σχέσεις που είχε με τα καλόπαιδα της Λα Δόσε [la Doce], για να καταφέρει να γίνει τελικά πρωθυπουργός.

Να επισημάνω τέλος την σημασία και την βαρύτητα που έδωσε στο άθλημα η Χούντα του Βιδέλα, για να στηρίξει το εκεί εθνικό αφήγημα και να κερδίσει υποστηρικτές μέσω της κατάκτησης του Μουντιάλ του ‘78.
Πιστεύω γίνεται απολύτως κατανοητή η θέση του ποδοσφαίρου στην Αργεντινή και λέω να σταματήσω εδώ για να μην κουράσουμε και τους αναγνώστες.

Τον Αύγουστο του 2007 το Υπουργείο Παιδείας και η Γραμματεία Αθλητισμού της Αργεντινής μοίρασαν 100.000 αντίτυπα διηγημάτων του σε γήπεδα. Πώς θα λειτουργούσε κάτι τέτοιο πιστεύεις να συνέβαινε στην Ελλάδα;

Τώρα, τι να σου πω, δεν νομίζω ότι θα είχε μεγάλη διαφορά με αυτό που πιθανότατα πρέπει να έγινε και στην Αργεντινή, βάσει και των όσων δήλωνε ο ίδιος ο Φονταναρόσα: «Όταν κάναμε εκείνα τα βιβλιαράκια που μοιράζονταν στο γήπεδό μας, δεν έλειπαν εκείνοι που έλεγαν "Μα, ξέρεις τι θα τα κάνουν...". Τα έκοβαν χαρτάκια. Ε, και; Τι καλύτερο για έναν συγγραφέα από το να βλέπει τα γραπτά του να ίπτανται για να χαιρετήσουν την είσοδο της λατρεμένης του ομάδας.»

Βασικά, επειδή στην Ελλάδα δεν υπάρχει κι αυτή η κουλτούρα του ποδοσφαιρικού διηγήματος, πιστεύω ότι θα ήταν ακόμα πιο δύσκολο να λειτουργήσει κάτι τέτοιο εδώ. Ειδικά αν μιλάμε για τα διηγήματα του Φονταναρόσα που έχουν κάτι το «μη εξαγώγιμο», όπως χαρακτηριστικά μού έλεγε ο φίλος μου ο Ερνάν που με βοήθησε με την αργεντίνικη ποδοσφαιρική αργκό. Γενικά ο ελ Νέγρο βασίζεται πολύ στο τοπικό στοιχείο, γι’ αυτό και κρίναμε αναγκαία μια κάπως αναλυτική εισαγωγή και ορισμένες υποσημειώσεις σε κάθε διήγημα, ώστε να αμβλύνουμε όσο μπορούμε αυτό το στοιχείο.

Στην χώρα μας πάντως, με το πολύ χαμηλό ποσοστό αναγνωστών λογοτεχνίας, θα μπορούσε ίσως να γίνει μια προσπάθεια να μοιραστούν κάποια βιβλία Ελλήνων συγγραφέων, όπως αυτά που γράφουν οι κύριοι Παπαδογιάννης, Σαμπράκος, Σακελλαρόπουλος, Σωτηρακόπουλος, Χαραλαμπόπουλος και άλλοι που ξεχνώ τώρα και τους ζητώ συγγνώμη. Δεν ξέρω, ίσως κάποιοι φίλαθλοι να τα εκτιμούσαν και να τα διάβαζαν. Εν πάση περιπτώσει εγώ θα ήμουν χίλια τα εκατό υπέρ, γιατί έστω κι ένα μικρό ποσοστό να επηρεαζόταν και να άρχιζε να διαβάζει βιβλία, μόνο σε καλό θα μας έβγαινε σαν κοινωνία.

Η λατρεία και το έργο ενός ανθρώπου με το προφίλ του Φονταρόσα για το ποδόσφαιρο, όπως και αρκετών άλλων άλλωστε ανθρώπων της τέχνης και των γραμμάτων, γκρεμίζει την άποψη που επικρατεί ακόμα σε διάφορους κύκλους της Αριστεράς για την ασπρόμαυρη θεά;

Δεν ξέρω αν ακόμα επικρατεί αυτή η άποψη ή αν περιορίζεται αποκλειστικά σε ορισμένους ανθρώπους άνω των 60 ετών, για παράδειγμα. Ο κόσμος έχει αλλάξει και σχηματικές λογικές τής πρώιμης μεταπολίτευσης έχουν ξεπεραστεί προ πολλού -θέλω να- πιστεύω. Το ποδόσφαιρο είναι λαϊκό άθλημα και αγγίζει πρωτίστως τα χαμηλότερα στρώματα. Η κοινωνία καθρεφτίζεται στα γήπεδα, το έχουν πει κοινωνιολόγοι αυτό, δεν το λέω εγώ. Εξάλλου υπάρχουν πολλοί οπαδοί ελληνικών ομάδων που έχουν πολιτικές και κοινωνικές ανησυχίες τις οποίες εκφράζουν με πανό και συνθήματα. Θυμηθείτε διάφορα πανό που έχουν ανέβει για την περίπτωση της Ηριάννας ή των προσφύγων. Στο εξωτερικό υπάρχουν πολύ πιο ξεκάθαρα παραδείγματα με ομάδες σαν τις: Ζανκτ Πάουλι, Ράγιο Βαγιεκάνο, Λιβόρνο και άλλες με εξαιρετικά πολιτικοποιημένες κερκίδες. Όποιος πηγαίνει στο γήπεδο δεν είναι απαραιτήτως πρόβατο που ακολουθεί τον «πρόεδρα», αμόρφωτος που δεν έχει πολιτική συνείδηση κι αδιαφορεί για το κοινωνικό γίγνεσθαι, όπως μπορεί να προπαγάνδιζαν κάποιοι αριστεροί «διανοούμενοι» του ‘70 και του ‘80. Δεν λέω ότι δεν υπάρχουν οπαδικοί στρατοί, εγκάθετοι, ανεγκέφαλοι κλπ. Κι εγώ σαν οπαδός  έχω πάει σε αρκετά γήπεδα και τους έχω «θαυμάσει», ωστόσο υπάρχει κι η άλλη πλευρά: η υγιής, που νομίζω ότι αυξάνεται. Θεωρώ ότι η έξαρση των αιματηρών επεισοδίων που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια σ’ όλα τα ευρωπαϊκά γήπεδα, έχουν να κάνουν με την άνοδο των εθνικισμών, η οποία οφείλεται στην έλλειψη παιδείας· μια παιδεία που είναι και η μόνη λύση. Αν η Αριστερά δεν μπορεί να το κατανοήσει αυτό και μένει στο ότι ο Φονταναρόσα -ή ο όποιος αντίστοιχος συγγραφέας- γράφει για «μπάλα», που είναι ένα πράμα ευτελές κι εμείς δεν το θέλουμε αυτό, τότε θα χάσει το ματς από τα αποδυτήρια. Θα πρέπει οπωσδήποτε να ξεπεράσει τέτοια εντελώς παρωχημένα στερεότυπα, ειδάλλως θα αφήσει τα γήπεδα βορά σε θιασώτες του ΝΟ ΠΟΛΙΤΙΚΑ, που όλοι γνωρίζουμε ότι υποκρύπτουν ακροδεξιές απόψεις.

Υπάρχει σκέψη για μετάφραση κι άλλων διηγημάτων του Φονταρόσα για το ποδόσφαιρο;

Τα αμιγώς ποδοσφαιρικά διηγήματα του Φονταναρόσα είναι είκοσι τρία. Μαζί με τις Εκδόσεις Απρόβλεπτες αποφασίσαμε να προχωρήσουμε σε μια πρώτη έκδοση οχτώ εξ αυτών, για να δούμε αν ο ελ Νέγρο θα έχει απήχηση στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Μιλάμε για έναν συγγραφέα που παρά την αγάπη που του έχουν οι Αργεντίνοι και γενικότερα οι νοτιοΑμερικάνοι, στην χώρα μας είναι παντελώς άγνωστος. Όπως ανέφερα, υπήρχε αυτός ο ενδοιασμός σχετικά με το «μη-εξαγώγιμο» ύφος του, επομένως η μετάφραση ή όχι των υπολοίπων θα εξαρτηθεί από την ανταπόκριση που θα έχει το Puro Fútbol.


https://www.koutipandoras.gr/article/puro-futbol-mia-syzitisi-gia-podosfairo-stin-argentini
« Τελευταία τροποποίηση: Τετ 25 Μάρ 2020 22:31 από fon7 »
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος RASTA

  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 3.384
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #69 στις: Σαβ 04 Απρ 2020 22:40 »
. Οι οπαδοί της Club Atlético Rosario Central, οι οποίοι έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιβλίο Puro Futbol, είναι υπερήφανοι για διάφορα πράγματα που αφορούν την ιστορία της ομάδας τους.
Ένα από αυτά είναι πως τέσσερις από τις πιο διάσημες και ιστορικές προσωπικότητες της πόλης υποστήριζαν και υποστηρίζουν φανατικά την ομάδα της Ροσάριο Σεντράλ.
Fito Paez (1963, ετών 63) - μουσικός, τραγουδιστής, πιανίστας
Alberto Olmedo (1933-1988) - ηθοποιός, κωμικός
Roberto Fontanarossa (1944-2007) - σκιτσογράφος, συγγραφέας
Che Guevara (1928-1967) - γιατρός, κομμουνιστής επαναστάτης
" Ανυποχώρητος: σημαίνει να είναι το κεφάλι σου μέσα στο στόμα του λύκου κι εσύ να του λες άντε γαμήσου... "

Fidel Castro

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #70 στις: Παρ 24 Απρ 2020 16:38 »
https://www.instagram.com/p/B_XIxmHgmOd/

Ήταν 23 Απριλίου του 1997, όταν η Ράσινγκ αντιμετώπιζε τη Ρίβερ για το Κόπα Λιμπερταδόρες και οι οπαδοί της αποφάσισαν να φτιάξουν το "μεγαλύτερο πανό του κόσμου", με διαστάσεις 187x40 μέτρα.
#racing #racingclub #avellaneda #riverplate #copalibertadores #argentina #bandera #ultras #footballfans #fans #instafootball #football

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #71 στις: Τετ 06 Μάι 2020 17:44 »
Η Ιρούσα είναι μια μικρή αργεντίνικη πόλη χωμένη ανάμεσα στις Άνδεις. Για να φτάσεις εκεί πρέπει να διασχίσεις έναν ορεινό χωματόδρομο 50 χλμ με ατέλειωτες στροφές. Ο δρόμος φτιάχτηκε σχετικά πρόσφατα, γι'αυτό και στην πόλη αρκετά πράγματα θυμίζουν μια άλλη εποχή: Από τα σπίτια μέχρι το ντύσιμο των κατοίκων, που σε ένα βαθμό χρησιμοποιούν ακόμα ανταλλακτική οικονομία! Ακόμα και σ'αυτό το απομονωμένο μέρος, σε υψόμετρο παρόμοιο με αυτό της κορυφής του Ολύμπου, η μπάλα τσουλάει κανονικά. Στο χωμάτινο γήπεδο διεξάγεται τον Ιούλιο ο τελικός του περιφερειακού πρωταθλήματος, που προσελκύει αρκετό κόσμο. Εκεί βλέπεις και κάτι που θυμίζει τον υπόλοιπο κόσμο: Ποδοσφαιρικά παπούτσια (έστω και λίγο παλιότερα μοντέλα) και παιδιά με φανέλες του Μέσι.


O μόνος τρόπος για να φτάσεις στην πόλη είναι αυτός ο δρόμος που ανεβαίνει ακόμα και σε υψόμετρο 4.000 μέτρων.

El Sombrero

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #72 στις: Σαβ 09 Μάι 2020 16:07 »
Ο Μαραντόνα τον θεωρούσε κορυφαίο, ο Μενότι τον αποθέωνε σε κάθε ευκαιρία, ο Βαλντάνο τον χαρακτήρισε σύμβολο του ρομαντικού ποδοσφαίρου. Στα 74 του ο Τόμας Κάρλοβιτς άφησε εχθές την τελευταία του πνοή, δυο μέρες μετά την επίθεση που δέχτηκε από αγνώστους που ήθελαν να κλέψουν το ποδήλατο του.


Ο ρομαντικός άρχοντας της ποδιάς
“Δεν είμαι εγώ ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής. Ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής αγωνίστηκε στη Ροσάριο και το όνομα του είναι Κάρλοβιτς”

Αυτή ήταν η ακριβής απάντηση του Ντιέγκο Μαραντόνα το 1993 – όταν έφτασε στη Νιουέλς Όλντ Μπόις – σε ερώτηση δημοσιογράφου για το πως νιώθει ως “Ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής ever”. Ο δημοσιογράφος χαμογέλασε αλλά δεν συνέχισε με άλλες ερωτήσεις μιας και είχε πάρει την απάντηση του. Όταν μιλάει άλλωστε ο Θεός ο Μαραντόνα, καλό είναι να σιωπάμε. Αν είσαι και σε αργεντίνικα εδάφη το βουλώνεις απλά. Ας πάμε όμως παρακάτω.

O Τόμας Φελίπε Κάρλοβιτς βρίσκεται ανάμεσα στους παίκτες – μύθους του αργεντίνικου ποδοσφαίρου κι ας μην αγωνίστηκε ποτέ με τα χρώματα της Αλμπισελέστε. Γεννημένος στο Ροσάριο από Γιουγκοσλάβους μετανάστες το μακρινό ’49 και χαρακτήρας ήπιων τόνων, έγινε γρήγορα γνωστός για τις περίτεχνες ντρίμπλες του και την άψογη τεχνική του κατάρτιση. Το σήμα κατατεθέν του παίκτη ήταν η “ποδιά”. Να περνάει δηλαδή τη μπάλα κάτω απ’ τα πόδια του αντιπάλου, χαίδευοντας τη και συνεχίζοντας την προσπάθεια του επιτυχώς. Το λεγόμενο και τούνελ που λέει ο Αλέξης Σπυρόπουλος, όταν φυσικά απαγγέλει “ποδοσφαιρική ποίηση”, στις μεταδόσεις του. Όσοι τον είδαν, για να βοηθήσουν εμάς που δεν τον προλάβαμε λένε ότι ήταν ένας συνδυασμός χαρακτηριστικών του Ρεδόνδο και του Ρικέλμε. Ο Μενότι δήλωσε ότι είχε το… γονίδιο του Ροσάριο, αυτό που έχει και ο Λιονέλ Μέσι.



To παρατσούκλι που τον ακολουθεί ακόμα στις μέρες μας δημιουργήθηκε – εννοείται – μέσα στο γήπεδο και ήταν από αυτές τις στιγμές που σου μένουν ανεξίτηλες, αν τις ζήσεις. Trinche λοιπόν και θα καταλάβετε το λόγο. Όταν αγωνίζονταν με τα χρώματα της Σέντραλ Κόρντομπα (στο Ροσάριο κι αυτή μιας και ο παίκτης δεν έφευγε εύκολα απ’ την περιοχή) ο Κάρλοβιτς έκανε μια διπλή “ποδιά” σε κάποιο παίκτη της Ατλέτικο Ταγιέρες, πρώτα από μπροστά και μετά από πίσω, προκαλώντας ντελίριο στις εξέδρες του γηπέδου. Μάλιστα ήταν τόσο επιτυχημένη που σε ολόκληρη τη συνέχεια της αναμέτρησης αρκετοί απ’ το κοινό τη ζητούσαν ξανά και ξανά. Φήμες πως ο Trinche έκανε “ποδιές” ακόμα και στο δρόμο σε δύσμοιρους περαστικούς θεωρούνται ως υπερβολικές. Trinche είναι αυτό το πηρούνι. Ο οπαδός που έβγαλε το παρατσούκλι στο Γκαμπίνο Σόσα και τις τσιμεντωμένες του κερκίδες πρέπει να είχε σίγουρα τεράστια φαντασία. Μεγαλύτερη κι απ’ αυτή που έβγαζε ο Κάρλοβιτς στο παιχνίδι του. Όπως και να ‘χει είναι άκρως χαρακτηριστικό για το φίλο μας.

Ο Κάρλοβιτς αν και ήταν ένας απίστευτος κεντρικός μέσος (ο Πέκερμαν τον θεωρεί ως τον κορυφαίο δημιουργικό μέσο που έχει δει στην καριέρα του) δεν μπορούσε να πάρει το ποδόσφαιρο και πολύ στα σοβαρά. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να ευχαριστηθεί το παιχνίδι, να κάνει τις “ποδιές” του – με τις πάντα κατεβασμένες κάλτσες του – και να επιστρέψει στο Ροσάριο. Να βγει με φίλους στα μπαράκια της περιοχής και γενικά να ζει χαλαρός και ευτυχισμένος. Για να καταλάβετε. Τη σαιζόν 1972-1973 ο παίκτης αγωνίστηκε στη Ριβαντάβια, μακριά απ’το σπίτι του. Σε μια αναμέτρηση με τη Σαν Μάρτιν, αν έπαιζε σε ολόκληρο το 90λέπτο, θα έχανε το λεωφορείο για το Ροσάριο. Για τον Κάρλοβιτς φυσικά και δεν υπήρχε ουδεμία τέτοια περίπτωση. Όπως είχε πει ο συμπαίκτης του Ούγκο Μέμολι, ο Τόμας Κάρλοβιτς αποβλήθηκε λίγο πριν το ημίχρονο. Έκανε ένα γρήγορο μπανάκι και έφυγε τρέχοντας για το σπίτι του. Λύσεις άλλωστε πάντα υπάρχουν για να καταφέρεις αυτό που θες.



Η κορυφαία ιστορία όμως – που δείχνει και το ταλέντο του παίκτη – δεν είναι άλλη απ’ αυτή του 1974 κόντρα στην Εθνική Αργεντινής των Κέμπες, Χερέδια και Χαζαρέτα. Μια ομάδα επιλέκτων απ’την περιοχή του Ροσάριο είχε τεθεί αντιμέτωπη με την ομάδα της χώρας στα πλαίσια της προετοιμασίας για το Μουντιάλ της Δυτικής Γερμανίας. Πέντε παίκτες της Ροσάριο Σεντράλ, τέσσερις της Νιούελ’ς και αυτός. Όπως ήταν φυσικό ο Κάρλοβιτς βρέθηκε στη βασική 11αδα και σα να μην έφτανε αυτό ήταν και ο καλύτερος παίκτης στα πρώτα 45 λεπτά. Οι επίλεκτοι προηγούνταν της εθνικής με 3-0 και ο προπονητής της Αλμπισελέστε, Βλαντισλάο Σαπ ζήτησε την αλλαγή του Κάρλοβιτς – πριν ξεκινήσει το ‘β ημίχρονο –  λογικά επειδή δεν άντεχε το ξεφτιλίκι. Ο Trinche βγήκε και το παιχνίδι βρήκε και πάλι την ισορροπία του με τους παίκτες του Σαπ να μειώνουν στο τελικό 3-1, αφήνοντας καλές εντυπώσεις (που ήταν και το ζητούμενο).

Ο Κάρλοβιτς στις μέρες μας συνεχίζει να ζει στο Ροσάριο. Να απολαμβάνει τον ήλιο και τις βόλτες με φίλους και φυσικά να ακούει συνεχώς για το “μύθο” του και τις “ποδιές” που μοίραζε όταν έπαιζε ποδόσφαιρο. Ο Trinche αν και ιδιοφυής ως παίκτης προτιμούσε να ζει το ποδόσφαιρο – σχεδόν – απ’ την ερασιτεχνική του πλευρά. Την πιο φωτεινή. Θυσίασε μια σπουδαία καριέρα επειδή ήταν απλός και ρομαντικός και επειδή γι’ αυτόν το ποδόσφαιρο δεν ήταν τίποτα περισσότερο από διασκέδαση και αμέτρητες “ποδιές”. Άλλωστε όσα γκολ κι αν πετύχεις, όσους τίτλους κι αν κατακτήσεις και όσα χρήματα και να  κερδίσεις – για πολλούς – δεν υπάρχει τίποτα ωραιότερο από μια ήσυχη βόλτα με φίλους μια ηλιόλουστη μέρα. Ο Trinche ανήκει σ’ αυτούς. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν βίντεό του ώστε να μπορέσουμε να τον θαυμάσουμε και εμείς, δεν υπήρχαν τότε compilations με κακή dubstep μουσική. Σύμφωνα με έναν δημοσιογράφο της Ole, η μόνη φάση που μπορούμε να τον δούμε είναι μερικά δευτερόλεπτα από μία ταινία του 1983 στα οποία είναι το νούμερο 10 που ντριμπλάρει έναν αντίπαλο, η μοναδική καταγεγραμμένη προσπάθεια του Κάρλοβιτς.

&feature=emb_title

“Έγινε το σύμβολο ενός ποδοσφαίρου ρομαντικού που δεν υπάρχει πλέον”
– Χόρχε Βαλντάνο
El Sombrero

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #73 στις: Τετ 13 Μάι 2020 23:19 »
Ο Χούλιο Ρόκε Πέρεζ έζησε μια ολόκληρη ζωή δίπλα στη Γοδόι Κρους. Ο 'τρελός', όπως ήταν το παρατσούκλι του, έδινε το παρών σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια της ομάδας, κάνοντας ακόμα και 1400 χλμ με το λεωφορείο για έναν αγώνα στη 2η κατηγορία. Στην κορυφαία στιγμή οπαδικής τρέλας του, όταν κέρδισε το 1955 το λαχείο έδωσε μεγάλο μέρος των κερδών του στην ομάδα για να μπορέσει να χτίσει το γήπεδο στο οποίο αγωνίζεται μέχρι και σήμερα. Ο Χούλιο έφυγε εχθές από τη ζωή σε ηλικία 80 χρόνων. Μπροστά στο πέταλο υπάρχει εδώ και λίγα χρόνια ένα άγαλμα του ενώ για χάρη του εκατοντάδες άνθρωποι σήμερα βγήκαν στο δρόμο και υποδέχτηκαν τη νεκροφόρα με συνθήματα και τραγούδια της αγαπημένης του ομάδας.

El Sombrero

Αποσυνδεδεμένος fon7

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 26.293
    • Προφίλ
Απ: ARGENTINA
« Απάντηση #74 στις: Τρι 19 Μάι 2020 17:12 »


Ήρωες που δεν ξέρουμε: Πάμπλο Βικό
Η Αντρογκέ είναι μια από τις γειτονιές της περιφέρειας του Μπουένος Άιρες, ένα μέρος περίπου τριάντα χιλιάδων κατοίκων με πολλά δέντρα και λιθόστρωτους δρόμους, που ο μεγάλος συγγραφέας Χορχέ Λουίς Μπόρχες εκθείαζε σε κείμενά του, καθώς είχε περάσει εκεί πολλά όμορφα καλοκαίρια όταν ήταν παιδί. Η Αντρογκέ, που βρίσκεται περίπου 20 χιλιόμετρα πιο νότια από την πόλη του Μπουένος Άιρες, δεν θα μπορούσε να μη διαθέτει τη δική της ποδοσφαιρική ομάδα. Η Ατλέτικο Μπράουν (μία από τις συνολικά τέσσερις (!) ποδοσφαιρικές ομάδες της Αργεντινής που πήραν το όνομά τους από τον γεννημένο στην Ιρλανδία εθνικό ήρωα και ναύαρχο Αλμιράντε Μπράουν) είναι γνωστή και ως “τρικολόρ” (από την όχι και τόσο μοδάτη επιλογή του μαύρου, γαλάζιου και κόκκινου) και δεν έχει να προσφέρει κάτι το εντυπωσιακό στο αργεντίνικο ποδόσφαιρο από πλευράς επιτυχιών, καθώς κινείται από τη Β’ εθνική και κάτω από το 1945 που ιδρύθηκε.

Μπορεί να υστερεί αγωνιστικά, αλλά έχει κάτι που την κάνει ξεχωριστή. Τον προπονητή της Πάμπλο Βικό, μια μοναδική περίπτωση ανθρώπου αφοσιωμένου στο ποδόσφαιρο και τον ίδιο τον σύλλογο, έναν προπονητή που μοιάζει βγαλμένος από μια άλλη πιο ρομαντική εποχή. Ο Βικό έχει μια ιστορία είκοσι περίπου ετών στην Ατλέτικο Μπράουν. Πριν δυο δεκαετίες, ο πρόεδρος του συλλόγου Χουάν Βαΐρο τον κάλεσε να μείνει σε ένα καινούριο κτίσμα που ο σύλλογος έφτιαξε δίπλα στο γήπεδο, μια που ο Βικό έμενε σε ξενώνα. Ο Βικό δέχτηκε. Αρχικά ήταν προπονητής στις μικρές ομάδες του συλλόγου, ένας άνθρωπος που όλοι αγαπούσαν για τον χαρακτήρα του, τη συμπεριφορά του και την εργατικότητά του. Από το 2009 ανέλαβε την πρώτη ομάδα και είναι ακόμα και σήμερα προπονητής της, αλλά τίποτα δεν άλλαξε. Ο “Μουστάκιας” με το σκουλαρίκι, τα τατουάζ και τη φωνή γεμάτη γρέζι συνεχίζει να μείνει στο ίδιο δωματιάκι των 20 περίπου τετραγωνικών, με το κρεβάτι του, μια τηλεόραση που δείχνει συνέχεια μπάλα και τα κάδρα του από φανέλες και διάφορα παιχνίδια, φωτογραφίες του αγαπημένου γιου του και τα πολλά δώρα από τους οπαδούς της ομάδας. «Έτσι είμαι. Αυτό είμαι και δεν θα αλλάξω. Δεν το κάνω για να το παίξω ταπεινός ή να γίνω αγαπητός. Απλώς μου αρέσει να ζω έτσι», λέει σε μια συνέντευξή του στην Clarin. «Είμαι τυχερός που μένω τόσο κοντά στη δουλειά μου», λέει χαμογελώντας. «Η Μπράουν είναι το σπίτι μου».


Ένα αφιέρωμα από το 2015 (στα ισπανικά). Μετά το 2.20 το δωμάτιο που μένει εδώ και 11 χρόνια.

Και δεν είναι μόνο ότι ζει στο γήπεδο, σε ένα δωμάτιο (στην καλύτερη) φοιτητικό. Ο μακροβιότερος προπονητής σε ίδια ομάδα στο ποδόσφαιρο της Αργεντινής πολύ συχνά κάνει και δουλειές που δεν “αρμόζουν” σε έναν κόουτς. Σκουπίζει τις εγκαταστάσεις, καθαρίζει, ασχολείται με ένα σωρό δουλειές στο γήπεδο. Το λέει ο κηπουρός, το λέει κι ο φροντιστής που έχουν γίνει φιλαράκια του. Αυτή είναι η ζωή του. Από το δωμάτιό του μέχρι τον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου είναι 75 βήματα μετρημένα. Κάθε βδομάδα κάνει ένα μπάρμπεκιου εκεί για τους παίκτες. Μια συνήθεια που ξεκίνησε όταν έγινε πρώτος προπονητής και έχει πάρει το όνομα “ο μπουφές του Πάμπλο Βικό”. Ασχολείται με τα νέα μπουφάν των παικτών και το ποιος θα τα παραλάβει και συχνά… δίνει και χαρτζιλίκι στον βοηθό του λέγοντάς του “πήγαινε να αγοράσεις κανένα παγωτό”. Ο Βικό με το μουστάκι του, μοιάζει σαν ένας καλοκάγαθος παππούς που φροντίζει για όλους στον σύλλογο.


Πόσοι προπονητές μπορούν να πουν ότι έχουν δρόμο με το όνομά τους;

Είναι το σύμβολο του κλαμπ. Οπαδοί έχουν χτυπήσει τατουάζ με το πρόσωπό του, παλιότερα είχαν ζητήσει τα αρχικά του να μπουν στα ρούχα που φοράνε οι ποδοσφαιριστές, ενώ έχει και έναν δρόμο με το όνομά του. Το όνομά του έχει γίνει σύνθημα, η φάτσα του έχει μπει σε κουκλάκια και στο Facebook τον αποκαλούν “Φέργκιουσον” και “προπονητή της πόλης”. Ο ίδιος χαμογελά. Δεν ασχολείται πολύ με όλα αυτά. Το κινητό του το ξεχνά συχνά και το ψάχνει. Η φιγούρα του έχει γίνει διάσημη στη χώρα και ακόμα και οπαδοί άλλων ομάδων τον αποθεώνουν. Ο Βικό είναι ένας πραγματικός εργάτης του ποδοσφαίρου και αγωνιστής της ζωής. Το 2015 έζησε μια μεγάλη τραγωδία, όταν ο γιος του σκοτώθηκε σε τροχαίο. Το αυτοκίνητό του χτυπήθηκε από ένα άλλο που ερχόταν με μεγάλη ταχύτητα. Ο λόγος; Μέσα στο άλλο όχημα επέβαιναν μέλη μιας συμμορίας ληστών. Είχαν μόλις ληστέψει ένα σπίτι και έφευγαν με μεγάλη ταχύτητα από τον τόπο του εγκλήματος. Η κακιά στιγμή ήταν ότι στο δρόμο τους βρέθηκε το αυτοκίνητο του γιου του κόουτς. Ήταν ένα τεράστιο πλήγμα για τον Βικό.

Λίγους μήνες αργότερα, η Ατλέτικο Μπράουν έφτανε στην τελευταία αγωνιστική δίνοντας μεγάλη μάχη για την άνοδο στη Β’ εθνική. Το παιχνίδι με την Ντεπορτίβο Μορόν ήταν ισόπαλο στο 1-1 και στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων η ομάδα του Βικό κέρδισε ένα κόρνερ. Από το κόρνερ ήρθε το γκολ για το 1-2 στο 94′ που έδωσε στο τελευταίο δευτερόλεπτο τη νίκη, την πρώτη θέση και την απευθείας άνοδο στη δεύτερη κατηγορία του ποδοσφαίρου της Αργεντινής. Ο Βικό πανηγύρισε έξαλλα. Μετά το τέλος του αγώνα, οι οπαδοί της αντιπάλου Μόρον φώναξαν τον Βικό για να τον αποθεώσουν (“είσαι ο μόνος αντίπαλος προπονητής που χειροκροτήσαμε” του είπαν), ενώ η φωτογραφία από την αγκαλιά του με την μασκότ της Μορόν κυκλοφόρησε σε όλη τη χώρα. Ήταν η ώρα της χαράς, μετά από μία μεγάλη θλίψη. Τα δάκρυα κατά τις δηλώσεις του ήταν το ξέσπασμα για όσα πέρασε.


Το ιστορικό γκολ, οι πανηγυρισμοί και τα συγκλονιστικά δάκρυα του Πάμπλο Βικό

Σε ένα ρεπορτάζ του σταθμού TyC για τον μουστάκια, η κάμερα δείχνει μια κουκέτα στο δωμάτιο του Βικό. Η πάνω είναι γεμάτη με φάρμακα. Η θλίψη για τον χαμό του γιου του, έφερε ένα έμφραγμα. Ο Βικό ήταν για καιρό στο νοσοκομείο και όταν βγήκε άρχισε να επισκέπτεται ψυχολόγους και ψυχιάτρους. «Ήταν πολύ σκληρό, φίλε. Πολύ σκληρό. Παίρνω 12 χάπια την ημέρα πλέον», λέει στον δημοσιογράφο. Όπως δηλώνει, όσο τον θέλουν στον σύλλογο, αυτός θα συνεχίσει να βρίσκεται εκεί. Μέσα σε αυτά τα χρόνια έχει ζήσει χαρές, όπως μια μεγάλη νίκη επί της Ιντεπεντιέντε (όταν η ιστορική ομάδα βρέθηκε στη Β’ εθνική), αλλά και υποβιβασμούς. Έφτασε στο σημείο να παραιτηθεί το 2014, θεωρώντας ότι είναι ο υπεύθυνος για την κακή πορεία της ομάδας, αλλά ο πρόεδρος τον κράτησε. Τελικά, όπως είδαμε και στο παραπάνω βίντεο, δικαιώθηκε. Μετά από εκείνον τον συγκλονιστικό αγώνα, η Μπράουν ανέβηκε στην 2η κατηγορία της χώρας και δεν έχει ξαναπέσει. Πάντα κάπου υπάρχει το όνειρο της πρώτης συμμετοχής στην Α’ εθνική, αλλά για έναν τόσο μικρό σύλλογο είναι δύσκολο. Έχουμε φτάσει όμως στο 2020 κι ο Βικό είναι ακόμα προπονητής στην ομάδα της ζωής του. Η πανδημία του COVID-19 άλλαξε για πρώτη φορά την καθημερινότητά του. Η καραντίνα για τον κορωνοϊό τον έφερε να μένει μέσα, να πίνει το αγαπημένο του μάτε και να βγαίνει μόνο για περπάτημα έξω. Σε δηλώσεις που έκανε πριν από κανέναν μήνα είπε ότι προσέχει πολύ γιατί ανήκει σε ευπαθή ομάδα λόγω της καρδιάς του. Καταλαβαίνει τη δυσκολία της κατάστασης, αλλά από την άλλη ανυπομονεί για να επιστρέψει σε αυτό που αγαπάει περισσότερο. Να ασχολείται όλη τη μέρα με το ποδόσφαιρο, όλη μέρα με την ομάδα του, μέσα στα 20 τετραγωνικά του και στο σπίτι του, το γήπεδο της Μπράουν.
sombrero.gr


Αν η ομάδα δεν σας λέει κάτι,είναι η ομάδα που πήγε ο Τσάβες μετά τον ΠΑΣ.
http://www.pas.gr/forum/index.php?topic=3183.msg132667#msg132667