Το παιδί που έφυγε από το Φουέρτε Απάτσε
Η Σιουδαδέλα βρίσκεται στα όρια της πόλης του Μπουένος Άιρες και ανήκει στην ευρύτερη μητροπολιτική ζώνη της πρωτεύουσας της Αργεντινής. Η ίδια ως ξεχωριστή “πόλη” έχει περίπου 70 χιλιάδες κατοίκους. Εκεί βρίσκεται κι η γειτονιά Φουέρτε Απάτσε, μια υποβαθμισμένη περιοχή με πολύ κακή φήμη. Το Φουέρτε Απάτσε διαφέρει από άλλες αντίστοιχες περιοχές της Λ. Αμερικής γιατί δεν είναι μια παραγκούπολη. Θυμίζει εν μέρει το Σεκοντιλιάνο στη Νάπολη, γνωστό από τη σειρά Gomorrah, σε κάπως μικρότερη κλίμακα. Σε μια έκταση 26 εκταρίων (260 στρεμμάτων) ζουν περίπου 40 χιλιάδες άνθρωποι σε 25 τεράστιες πολυκατοικίες-πύργους (οι κάτοικοι υποστηρίζουν ότι ο αριθμός φτάνει στην πραγματικότητα τους 60.000). Υπάρχουν σχολεία, τρία νηπιαγωγεία, τέσσερα δημοτικά, ένα γυμνάσιο και ένα σχολείο για ενήλικες. Στο Φουέρτε Απάτσε (που ως επίσημο όνομα έχει το Εχερσίτο ντε λος Άντες), πολλά παιδιά δεν φτάνουν μέχρι τα 15. Εξαφανίζονται, σκοτώνονται, φεύγουν. Οι συμμορίες και τα ναρκωτικά κάνουν κουμάντο σε αυτή τη φτωχική περιοχή που χτίστηκε για να μεταφέρει τους φτωχούς ανθρώπους από τις παράγκες, σε καλύτερες κατοικίες. Δυστυχώς, οι ζωές τους δεν είναι πολύ καλύτερες, τα περισσότερα κτίρια έχουν σχεδόν ρημάξει.
Φυσικά, το “μπάριο” δεν θα μπορούσε να μην έχει και γήπεδα ποδοσφαίρου. Η μπαλίτσα είναι μια από τις λίγες ασχολίες των παιδιών. Όχι ότι είναι λιγότερo επικίνδυνη. Οι σφαίρες συχνά περνούν από τα κεφάλια τους, όλοι έχουν ένα φίλο ή συγγενή που σκοτώθηκε και όλοι έχουν ζήσει μια δύσκολη στιγμή. Οι αγώνες εκεί είναι όσο σκληροί θα περίμενε κανείς. Το Φουέρτε Απάτσε πρωτοκατοικήθηκε τον Μάιο του 1973, αλλά ο περισσότερος κόσμος μετακινήθηκε εκεί το 1978 από τη στρατιωτική χούντα που ήθελε να εξαφανίσει τις παραγκουπόλεις κοντά από τα γήπεδα, για να μην εμφανιστεί μια άσχημη εικόνα για τη χώρα στο εξωτερικό κατά τις ημέρες του Μουντιάλ της Αργεντινής. Τα πράγματα δεν έγιναν ποτέ καλύτερα. Δεν είναι λίγες φορές που σελίδες στο Facebook προειδοποιούν τον κόσμο να μη βγει έξω κάποια συγκεκριμένη ημέρα. Πολλές φορές το ίδιο μήνυμα μεταφέρεται μέσω WhatsApp στους κατοίκους: «Όσοι μένουν στο τάδε και τάδε κτήριο, να αποφύγουν να βγουν έξω το βράδυ. Δεν θέλουμε να θρηνήσουμε αθώοους». Όπως γράφει ένα άρθρο της Clarin, παλιότερα έκαναν κουμάντο οι ληστές, τώρα οι έμποροι ναρκωτικών.
Παιδιά που παίζουν στο Φουέρτε Απάτσε
Πολλές από τις συμμορίες ληστών εγκατέλειψαν την περιοχή, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα δέχτηκαν… αποζημίωση από τους ναρκεμπόρους. Σε άλλες περιπτώσεις κάποιοι έκαναν αλλαγή στην καριέρα τους. Τα λίγα διαθέσιμα χρήματα των κατοίκων, οι κάμερες ασφαλείας και οι βαριές ποινές για ένοπλες ληστείες οδήγησαν στο “ευκολότερο” εμπόριο ναρκωτικών. Φυσικά οι συμμορίες αλληλοσκοτώνονται. Η αστυνομία φτάνει συνήθως πολύ αργά. Κάποιοι παίρνουν χρήματα, άλλοι απλώς φοβούνται να μπουν κάπου που ξέρουν ότι επικρατούν άλλοι νόμοι. Οι κάτοικοι λένε ότι τα πράγματα είναι χειρότερα, μια που εξαιτίας της ύπαρξης των ναρκωτικών, στις πολυκατοικίες του Φουέρτε Απάτσε πλέον υπάρχουν ένα σωρό τύποι που δεν μένουν εκεί, αλλά έρχονται για να πάρουν τη δόση τους και πολύ συχνά γίνονται επικίνδυνοι για τους κατοίκους. Μέχρι πριν μερικά χρόνια, οι εγκληματίες είχαν τον κανόνα να μην πειράζουν τους κατοίκους. Πλέον με την έλευση… νέων προσώπων αυτό δεν τηρείται. Οι μικροεγκληματίες μπαίνουν στα σπίτια και παίρνουν ότι μπορούν: ποδήλατα, κινητά, στερεοφωνικά, μπαταρίες, λάστιχα αυτοκινήτων, ακόμα και παπούτσια. Το 2018 επιτέθηκαν στον οδηγό του λεωφορείου 146 που περνάει από τα όρια της γειτονιάς. Είναι ο μοναδικός τρόπος για όλους τους κανονικούς κατοίκους, τους εργάτες του Φουέρτε Απάτσε, ώστε να πάνε στις δουλειές τους. Η εταιρεία αναγκάστηκε να αλλάξει τη διαδρομή του.
Ο αληθινός Κάρλος κι ο Κάρλος της σειράς, εκεί που ξεκίνησαν όλα
Όλα αυτά τα κοιτάζει από ψηλά ένα τεράστιο και εντυπωσιακό γκράφιτι 30 μέτρων που βλέπετε στην αρχή του κειμένου. Με τη φάτσα του πιο γνωστού ανθρώπου που έζησε ποτέ στο Φουέρτε Απάτσε. Βλέπετε, στα γηπεδάκια της περιοχής και με τις σφαίρες να περνούν από πάνω, έλαμψε για πρώτη φορά το αστέρι του Καρλίτος Τέβες. Εκεί παραλίγο να χάσει τη ζωή του, όταν μωράκι σχεδόν βρέθηκε κάτω από το καυτό νερό στο καζάνι που είχε η οικογένειά του. Έπαθε εγκαύματα τρίτου βαθμού, έδωσε μάχη για τη ζωή του στο νοσοκομείο και τελικά μετά από παραμονή περίπου δύο μηνών βγήκε. Βγήκε με τα σημάδια στο κορμί του ανεξίτηλα. Η ιστορία και η ζωή του Κάρλος Τέβες πριν γίνει ένας διάσημος ποδοσφαιριστής, δεν διέφερε σε τίποτα από αυτές όλων των φτωχόπαιδων της γειτονιάς.
Δεν γνώρισε ποτέ πατέρα, η μητέρα του ήταν έγκυος στον Κάρλος όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε, θύμα κι αυτός της βίας της γειτονιάς. Και τυπικά δεν γνώρισε και μητέρα, καθώς η βιολογική του μητέρα Φαμπιάνα Μαρτίνες δεν έδειξε ουσιαστικό ενδιαφέρον γι’ αυτόν. Ο Καρλίτος μεγάλωσε με την αδερφή της Αντριάνα και το σύζυγό της Σεγούντο Ραϊμούντο Τέβες, δυο ανθρώπους που υπεραγαπούσαν τον Κάρλος και δεν τον ξεχώριζαν από τα υπόλοιπα παιδιά τους. Μεγάλωσε με μια μπάλα, παίζοντας στους σκληρούς αγώνες της γειτονιάς, με έπαθλο λίγα χρήματα με τα οποία αγόραζε σαλάμι και τυρί. Οι αγώνες αυτοί ήταν ντέρμπι, είχαν μεγαλύτερη σημασία από όλους τελικούς. Όλα αυτά και ακόμα περισσότερα τα διηγείται η σειρά Apache: La vida de Carlos Tevez που είναι διαθέσιμη στο Netflix.
Όποιος περιμένει στιγμές ποδοσφαιρικού μεγαλείου, ας το ξεχάσει. Η σειρά ασχολείται κατά κύριο λόγο με τα παιδικά χρόνια του Τέβες με το μήνυμα “βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα” που πάντα αφήνει περιθώριο για λίγη καλλιτεχνική υπερβολή. Ειδικά επειδή είναι λατινοαμερικάνικη είχα μια αμφιβολία για το πόση από τη διάσημη μυθοπλασία τους θα είχε, αλλά νομίζω κυμαίνεται σε νορμάλ πλαίσια. Η σειρά είναι αρκετά καλογυρισμένη, τα μέρη είναι πραγματικά, ο πιτσιρικάς που παίζει τον Τέβες εξαιρετικός (το όνομά του Μπαλτάσαρ Μουρίγιο) κι η ζωή του Καρλίτος παρουσιάζεται με αρκετές λεπτομέρειες. Το αρνητικό είναι ότι η σειρά συχνά ασχολείται με περιφερειακούς χαρακτήρες λίγο περισσότερο από όσο θα έπρεπε. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι η ιστορία φιλίας του πρωταγωνιστή με τον συμπαίκτη του “Ουρουγουανό” Ντανίλο Σάντσες δεν είναι αποκύημα της φαντασίας των σεναριογράφων. Μπορεί να μοιάζει το πιο τραβηγμένο κομμάτι, αλλά είναι αληθινό. Μια ιστορία που δείχνει πόσο δύσκολο ήταν αυτό που τελικά κατάφερε ο Τέβες.
Αν θέλετε να δείτε τη σειρά αποφύγετε αυτή την παράγραφο και συνεχίστε με την επόμενη, δεν είναι spoilers της σειράς, αλλά της πραγματικής ιστορίας. Ο Κάρλος Τέβες είχε στην πραγματική ζωή για φίλο τον Νταρίο Κορονέλ. Ο Νταρίο ήταν μαζί στις μικρές ομάδες των Ολ Μπόιζ, συμπαίκτης του Τέβες. Ήταν ο… ωραίος της παρέας και ένας εξαιρετικός ποδοσφαιριστής, ένα πολύ πιο πλήρες πακέτο από τον Τέβες. Τα παιδιά του 1984 της Ολ Μπόιζ είχαν μια απίστευτη ομάδα που έγραφε ιστορία στις μικρές ηλικίες. Οι περισσότεροι έπαιζαν μαζί από τα 6 ως τα 13 τους, αλλά ο Νταρίο (ο Ντανίλο της σειράς) δεν ήταν απλά συμπαίκτης. Έμενε στο Φουέρτε Απάτσε, πήγαινε στο ίδιο σχολείο με τον Τέβες, έπαιζε στα ίδια μικρά γηπεδάκια της γειτονιάς. Οι δυο τους ήταν κολλητοί. Ο Ντανίλο ήταν τεχνίτης, ήταν μαχητής, ήταν αρχηγός, αλαζόνας, αλλά και παικταράς. Δοκιμάστηκε μαζί με τον Καρλίτος και άλλα δύο παιδιά, στη Βέλεζ Σάρσφιλντ, στη διπλανή περιοχή του Λινιέρς. Ο Νταρίο ήταν ο μοναδικός που οι άνθρωποι της Βέλεζ επέλεξαν. Η συμπεριφορά του όμως δεν ήταν η καλύτερη. Μάλωνε με συμπαίκτες, έκλεβε ρούχα, είχε πολλά προβλήματα ως χαρακτήρας, με αποτέλεσμα να τον διώξουν και να μείνει χωρίς ομάδα στα 15 του στο Φουέρτε Απάτσε. Δεν έκανε ποτέ την καριέρα που θα μπορούσε, σε αντίθεση με τον Τέβες, κάτι που τον ενοχλούσε γιατί πίστευε (και μάλλον είχε δίκιο) ότι ήταν καλύτερος. Οι φορές που βρέθηκαν αντίπαλοι ήταν ιστορικές κι η κόντρα στο γήπεδο μεγάλη. Ο Νταρίο όμως έμπλεξε με τα ναρκωτικά και με μια τοπική συμμορία, δεν είχε κοντά του ανθρώπους να τον βοηθήσουν. Μια μέρα πλακώθηκε στο ξύλο με ένα μεγαλύτερο παιδί στο γήπεδο και την άλλη μέρα εμφανίστηκε με ένα όπλο να τον ψάχνει. Η φιλία του με τον Τέβες συνεχίστηκε, αλλά ο ένας ήταν πλέον σε συμμορίες κι ο άλλος στην Μπόκα. Ο Τέβες λίγο πριν φύγει για ένα τουρνουά με την Κ17 της Αργεντινής υποσχέθηκε στον Νταρίο ότι θα του χάριζε τη φανέλα του από το πρώτο παιχνίδι του, σε ένα μπάρμπεκιου που βρέθηκαν μαζί. Τελικά αυτό δεν έγινε ποτέ. Ο Κάρλος βρισκόταν στο Περού με τον Μαστσεράνο, τον Σαμπαλέτα και τον Μάξι Λόπες. Ο Νταρίο την ίδια στιγμή βοηθούσε τους φίλους από τη συμμορία (με το όνομα Backstreet Boys του Φουέρτε Απάτσε) να ληστέψουν ένα προποτζίδικο. Η αστυνομία τους κυνήγησε, είχαν φτάσει κοντά στο Φουέρτε Απάτσε και ήξεραν ότι εκεί θα ήταν ασφαλείς. Ένα τετράγωνο πιο πριν, ο Νταρίο βοήθησε τους άλλους να σκαρφαλώσουν έναν τοίχο, αλλά είχε ήδη περικυκλωθεί από την αστυνομία. Λέγεται ότι υπήρχε η “λευκή κάρτα” στο όνομά του. Ότι είχε σκοτώσει παλιότερα έναν αστυνομικό και υπήρχε η άδεια να τον πυροβολήσουν. Ούτε σύλληψη, ούτε δίκη. Ο Νταρίο πήρε το όπλο του, το έστρεψε στο κεφάλι του και αυτοκτόνησε για να φύγει με τους δικούς του όρους. Η ζωή του είχε καταστραφεί ήδη εδώ και καιρό.
Ο Νταρίο κι ο Κάρλος
Η σειρά δεν είναι σε καμία περίπτωση ντοκιμαντέρ, είναι μια δραματοποιημένη αληθινή ιστορία και καλύτερα να τη δείτε, ως κάτι τέτοιο. Αρκετές φορές ξεχνάς ότι πρόκειται για τον Τέβες, νομίζεις ότι είναι μια σειρά για τη ζωή σε αυτά τα μέρη. Αρκετοί κάτοικοι έχουν παράπονα. Στην εφημερίδα La Nacion μίλησαν ορισμένοι από αυτούς και είπαν ότι στέκεται μόνο στα δυσάρεστα, ότι δείχνει μόνο τον πόνο, ότι δείχνει πολλή περισσότερη βία και έτσι μεγαλώνει το στίγμα αυτής της περιοχής, των κατοίκων της που ντρέπονται να πουν ότι μένουν εκεί όταν ψάχνουν για δουλειά. Η “Ζωή του Κάρλος Τέβες” δεν είναι η καλύτερη σειρά που έχετε δει στη ζωή σας, αλλά έχει αρκετό ενδιαφέρον για το πώς ο Τέβες κατάφερε να ξεφύγει από μια ζωή χωρίς μέλλον και να φτάσει στην κορυφή, χάρη στο ταλέντο, τη δουλειά, την τύχη (που πάντα παίζει ρόλο για έναν ταλαντούχο ποδοσφαιριστή) και σίγουρα τους γονείς του που ήταν εκεί δίπλα για να τον κρατήσουν στον δύσκολο και σωστό δρόμο. Το αντιπαράδειγμα του πιο ταλαντούχου Ντανίλο/Νταρίο είναι η απόδειξη. Ο Κάρλος με τα χρήματα της μετακίνησής του από την Μπόκα στην Κορίνθιανς μερικά χρόνια αργότερα, κατάφερε να μεταφέρει τους γονείς του σε μια καλύτερη περιοχή. “Δεν με νοιάζουν τα χρήματα, αυτό που θέλω είναι να πάρω την οικογένειά μου από εκεί. Αγόρασε 15 σπίτια μακριά από τη γειτονιά γι’ αυτούς“, είπε στον μάνατζέρ του τότε. Δεν εγκατέλειψε ποτέ την περιοχή όμως. Πηγαίνει συχνά και όλοι πέφτουν πάνω του για μια φωτογραφία. Για τον έναν που κατάφερε να ξεφύγει.
sombrero.gr