(ειτε τους πρασινους ειτε τους γαλαζιους)
η κρισ κρισ κι ο τζόγος τζόγοςτου Χαρ Μπίρμπα *δε πληρώνω, δε πληρώνω, αλλά Πας κι τ ακουμπάς,
χωρίς αποδειξ κι μέλλον
κι κατοπ χτΠάς κι το κεφάλ σ στο ντβάρ ...
εμ δεν άφκες ντβάρ για ντβάρ, για να βαρέσνε κι επόμενες γινιές το κεφάλ τσ,
εμ κι μυαλό δε βάνς, μΠας κι βάλνε απ το δκός κι οι επόμνες γινιές
στν καρακοσμάρα μας κι στ χαζαμάρα μας
κι πέσε πίτα να σε φάω
τούχα παίξ χι κι έκαστι δυάρ η καραγκιουσλούρ
πάλι κβά πήγα
αλλά ο κβάς απ κβάλαε χρόνια νερό στο σύστμα "πρόχώρα σι θέλει όλ η χώρα",
το σύστμα αυτήνο μας τον επίστρεψε μι συνέπεια γιοματον φτώχεια, χείλ με χείλ
κι περμένμε να σιάξ κι το ποδόσφρο, τρουμάρα μας
κι να παραμείνμε κι στ σουπιρλί
για να παίζμε το βιολί
κι κατόπ
προ χώρασι μια χώρα απ ήταν τράντα χρόνια, προχώρα σι θελει όλ η χώρα,
απ το πολύ το προχώρα, μαστίστε τώρα κι κάτσε ακόμα,
απ οικονομκή, θεσμική κι κοινωνκή ελονοσία,
με μικροεπιχήρήσεις κι μκρομεσαίους να κλειάν
καφενεία, φαγάδκα, μικρομάγαζα
με ανέργς κι χαντακωμένς κι περικομμένς
κι μ φόρς ευθτείους κι πλαγίους
τηρημέν τν φιλολαϊκου Φιρπλέις
κι απ λέτε αυτήνη η Βρωπέα Χώρα, συν τσ άλλς πολλοίς,
είπε να κόψ κι το τζγάρο για καλό τα λαού
κι το γήπδο για το καλό τα ποδοσφαίρ
κι πούστε ακόμα
θα καταρεύσνε τα πάντα κι τα υλκά κι τα ηθκά
διοτ ο βουλευτοκρατούμνος κι νυν παλουκουμένος Έλλνας,
που νιουνιό;
τν ψήφο τν έχει, όπως τ ονομά τ, δε τν αλλάζ
σφάξτιμι ν αγιάσου
κι κατοπ
ανα χώραεκειό μαναχά απ ανθίζ κι νώ όλα μαραίν-νται
είν ο τζόγος
επίσμος, ανεπίσμος, ηλεκτρονκός έγγραφος κι ηλεκτρονκός πλαστκός
κι ούλα αυτήνα
μεσ από παγκόσμια κυκλώματα διακίνσης μαύρων φράγνων
κι μεσ απ τα πολυκατστήματα τ οπαπ, απ αυγατίζνε κι ανακαινίζνται θαματκά
κάθε φορά απ έχμε
Κατοχή ο Τζόγος αντιστέκται ηρωϊκά
τσ 6 Απριλ του 1941απ μπήκαν οι Χιτλερκοί στν Ελλάδα
κι νώ πάγωσαν, μαντάλωσαν κι παραδώθκαν τα πάντα,
ο τζόγος εκείν τ μέρα λειτουργσε κανονκά
πραγματοποιήθκαν οι κατωθ Κληρώσεις
τ Εθνικού Λαχείου κι τ Λαχείου τ Στόλου
ως τσ 6 Απρίλ τ 2011, είν 38 μέρες,
οι Γιρμανοί ματάρθαν, απούειπε ο Βέγγος
υγ: ΄
μη τρώτε πολύ Έλλνες μ κι χοντρύν-τε κι δε μας χωράει ο τόπος , βγείτε κι λίγο στο δρόμο
κι όχι πεζοδρόμιο απ σε πεδικλών-νε οι ζαρντινιέρες
το περπάτμα κάνει καλό στο μυαλό
διοτ μη το μυαλό περπατάς
δίχως μυαλό, θα λες προχώρα ολοένα προχώρα σι θέλει όλη χώρα
κι άμα έχς χώρα
για ταύτο περβάτα κι βγαί στο δρόμο κανονκά κι κανόνσε το βήμα σ μη των αλλνών, περπατ-τών
* δημοσιοκάφρος τ δρόμ