Οι τσομπαναραίοι με πήραν στο λαιμό τους
Ο κτηνοτρόφος που δεν κάνει κουμάντο για τριφύλλια και καρπούς πριν το χειμώνα, κι αρνάδες δεν κρατάει μετά το γέννο, έχει σκοπό να το πουλήσει το κοπάδι του. Σίγουρα πράματα. Όσο για … τσοπαναραίους, έτσι γύρα τα φέρει μοναχά κι ότι κάμουν τα σκυλιά, θα φάει κι ο λύκος κανένα. Οπωσδήποτε αυτή τη στιγμή το βάρος πέφτει στα σκυλιά. Ο τσομπάνος έφυγε ο καλός πήρε το φταίξιμο κι έφυγε, τώρα θα πρέπει να αποδείξουν τα πρόβατα ότι, μόνο αυτά δεν φταίνε. Εκτός κι αν βρει κανένας με λίγα λεφτά και το με φαγητό μαζί … κανένας αλλοδαπός δηλαδή, έστω κια χωρίς χαρτιά. Όσο να τα ξεκάμει. Γιατί έχει κάμει εκείνος το λογαριασμό του μια χαρά, σαν καλός τσιαμπάσης και κτηνοτρόφος. Τα ‘χει τσεπώσει τα χαρτιά στην ώρα τους και στην αξία τους.
Κι ύστερα, αρχίζει η κλάψα και η υπόσχεση, «Τζάμπα τα ‘δωσα τα πρόβατά μου, θα πεις φτωχά ήταν, δε λέω. Κι άλλα μου πήραν οι χασάπηδες, ψόφια. Διάφορο μηδέν, φύρα και χασούρα πήρα. Κι είχα καλό κοπάδι. Οι τσοπαναραίοι με πήραν στο λαιμό τους, δεν τα βόσκησαν καλά κι είχα καλό λιβάδι. Φέτος έφαγα μαλλί, με γέλασαν οι έμπορες κι οι τιμές ήταν τέτοιες... Που να πρωτοβάλεις εμπιστοσύνη. Έχει όμως ο Θεός, θα φτιάξω άλλο κοπάδι, κάπως θα γίνει. Λίγα προβατάκια θέλω, λίγα, γαλάρια και καλά. Θα τα βγάζω γύρα στα φραχτίρια, κρατάν χορταράκι, μήτε τζιομπάνο, εκτός κι αν κρατήσω τον αλλοδαπό, μήτε τροφές, μήτε παχνιά, λίγο κουμάντο και τα μαντριά, τα ίδια, τα παλιά. Μόνο άρμεγα, άρμεγμα, βάρεμα και σφύριγμα. Κι όσο μπορώ θα τα κρατώ. Μου φτάνουν τα δικαιώματα, οι επιδοτήσεις, τ’ αρνιά και το μαλλί. Το μαλλί έχει την αξία, το μαλλί. Δεν έπιασες μαλλί; Δε κάνεις για πρόβατα»
New Pas. Pas (πρώην k.p.s. Pas)