Χτες συνεδρίασε για άλλη μια φορά η Επιτροπή, που συνέστησε η τελευταία ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, προκειμένου να διαμορφώσει προτάσεις για παραπέρα αλλαγές στο Ασφαλιστικό. Με το τρίτο μνημόνιο τα κόμματα που το ψήφισαν (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΑΝΕΛ) δεσμεύτηκαν μεταξύ άλλων:
Να μειώσουν τις δαπάνες για το συνταξιοδοτικό κατά 2,25 δισ. ευρώ την τρέχουσα διετία (1/4 του ΑΕΠ φέτος και 1% του ΑΕΠ για το 2016). Οι μειώσεις αυτές, μέχρι το τέλος του προγράμματος (2018), θα αφαιρέσουν συνολικά από την τσέπη των συνταξιούχων πάνω από 7,5 δισ. ευρώ.
Να ενοποιήσουν όλα τα Ταμεία σε ένα Ταμείο κύριας και σε ένα Ταμείο επικουρικής Ασφάλισης. Σημειωτέον ότι μέχρι σήμερα, κάθε φορά που έγινε ενοποίηση Ταμείων το αποτέλεσμα ήταν η εξίσωση των συντάξεων και των παροχών προς τα κάτω.
Να προχωρήσουν την εφαρμογή της «ρήτρας μηδενικού ελλείμματος», που σημαίνει παραπέρα μείωση των επικουρικών συντάξεων, εκτός αν βρεθούν «ισοδύναμα», με το ίδιο εξοντωτικό αποτέλεσμα.
Να μειώσουν τις ήδη χαμηλές συντάξεις του ΟΓΑ κ.ά.
Από το Μάρτη του 2016 θα αρχίσει και η σταδιακή κατάργηση του ΕΚΑΣ, για περίπου 200.000 συνταξιούχους, που θα δημιουργήσει μια νέα μεγάλη ομάδα συνταξιούχων που δεν θα μπορούν να εξασφαλίσουν ούτε τα βασικά είδη για την επιβίωσή τους.
Επιπλέον, από το Σεπτέμβρη οι 2,6 εκατομμύρια συνταξιούχοι είδαν τις συντάξεις τους μειωμένες κατά μέσο όρο 3,5%, καθώς παρακρατούνται τα ποσά για την εισφορά στον κλάδο της Υγείας. Οι μειώσεις αυτές θα φανούν ιδιαίτερα το επόμενο τρίμηνο, καθώς οι νέες εισφορές ισχύουν αναδρομικά από 1η Ιούλη και η παρακράτηση τους για τους δύο πρώτους μήνες θα γίνει με τις συντάξεις Οκτώβρη, Νοέμβρη και Δεκέμβρη, σε τρεις ισόποσες δόσεις.
Ταυτόχρονα, με σχετική εγκύκλιο τον Αύγουστο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, εφαρμόζοντας τα «προαπαιτούμενα» της συμφωνίας με τους εταίρους, μείωσε την κατώτερη σύνταξη από τα 486 στα 392,61 ευρώ, επέβαλε ποινή 10% (επιπλέον του 6%) στις λεγόμενες πρόωρες συντάξεις, ενώ ανέστειλε την καταβολή ολόκληρου του ποσού των κατώτερων συντάξεων (καταβάλλεται μόνο το τμήμα που αντιστοιχεί στις εισφορές) μέχρι ο συνταξιοδοτούμενος να συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας του.