Το κλίμα γύρω από την ομάδα είναι περίπου σαν αυτό της εθνικής ομάδας μετά το Mundial του 2014. Έχοντας φτάσει ένα βήμα πριν την 8άδα του κόσμου και έχοντας κάνει συνεχόμενες παρουσίες στα τελικά όλων των διοργανώσεων, που ως τότε βλέπαμε μόνο από την τηλεόραση, ο κόσμος ζητούσε επιτέλους να αλλάξουμε σύστημα, να παίξουμε άλλη μπάλα, να δούμε θέαμα και αλλά παρόμοια. Αφήσαμε λοιπόν τον Σάντος να φύγει, αλλάξαμε τους παλιούς παίχτες επειδή τους βαρεθήκαμε, είπαμε να παίξουμε πιο μοντέρνα και να πάμε ένα βήμα παραπέρα (τρομάρα μας!). Αρχίσαμε να μαζεύουμε γκολ από τα Φερόε και τη Φινλανδία. Αποκλειστήκαμε χωρίς νίκη από τον πιο εύκολο όμιλο της ιστορίας μας και τότε προσγεωθήκαμε απότομα και σκεφτήκαμε που ήμασταν, τι είχαμε και τι χάσαμε. Κυρίως καταλάβαμε το μέγεθος μας και πόσο το είχαμε υπερβεί.
Επειδή εγώ εκτιμώ ήδη πάρα πολύ αυτό που ζω με την ομάδα τα τελευταία χρόνια και δεν χρειάζομαι να το χάσω πρώτα για να το εκτιμήσω περισσότερο, και επειδή νομίζω έχω επίγνωση σε ποιο πρωτάθλημα παίζουμε και τι μέγεθος είμαστε οργανωτικα, διοικητικά και εσχάτως αριθμητικά στο γήπεδο (πονάει, το ξέρω, αλλά ισχύει και το λέω ως ένας από τους 2.000 συνεχίζουν), δεν θα πέσω στην παγίδα που έπεσε και η εθνική ομάδα. Εμπιστεύομαι απόλυτα τον Πετράκη, το πλάνο του και τον τρόπο που λειτουργεί όλα αυτά τα χρόνια. Δεν θα του ζητήσω να αλλάξει την ποδοσφαιρική του κοσμοθεωρία επειδή έτυχε να έρθουν στην ομάδα ένας-δύο καλοί επιθετικά παίχτες. Κι αν αυτό συμβεί, ας γίνει σε βάθος χρόνου όταν κρίνει αυτός ότι οι συνθήκες είναι ώριμες κι όχι υπό πίεση μέσα σε μια μέρα επειδή συνέβη να κάνουμε ένα κακό επιθετικά παιχνίδι με τον Πλατανιά.
Οι ομάδες μεγαλώνουν σιγά-σιγά, βήμα βήμα. Κι όσοι πήγαμε σε έστω μια από τις δύο Ευρωπαικές εκδρομές φέτος το καλοκαίρι, καταλάβαμε με τον καλύτερο τρόπο πού είμαστε και πόσα βήματα πρέπει να κάνουμε σε πολλά επίπεδα πριν ζητήσουμε κάτι παραπάνω από όσα ήδη έχουμε πετύχει.