Οι Έλληνες είμαστε ρατσιστές με τις γυναίκες στο ποδόσφαιρο
Ο Βασίλης Σαμπράκος συζητά με μια ποδοσφαιρίστρια και έναν προπονητή - μελετητή του γυναικείου ποδοσφαίρου για την Ελλάδα, τη μόνη χώρα στην Ευρώπη που απαγορεύει σήμερα στις γυναίκες ακόμη και να προπονούνται, τη μόνη χώρα που έχει επιβάλει lockdown στο πρωτάθλημα της Α’ εθνικής κατηγορίας.
Ας είμαστε ειλικρινείς. Οι Έλληνες που σήμερα αποφασίζουν, δηλαδή αυτοί που ασκούν διοίκηση είμαστε ρατσιστές απέναντι στις γυναίκες. Είμαστε άντρες, την έχουμε δει άντρες, και τις βάζουμε από κάτω τις γυναίκες. Τις υποτιμούμε τόσο, που δεν τους αναγνωρίζουμε τα βασικά δικαιώματα. Μεγάλωσα με το “το ποδόσφαιρο είναι καθρέφτης της κοινωνίας” κλισέ. Ώρα να κοιταχτούμε λοιπόν μεταξύ μας και να κοιτάξουμε, με το παράδειγμα του ποδοσφαίρου, πώς αντιμετωπίζει η Ελλάδα τα δικαιώματα της γυναίκας, δηλαδή ποια είναι η στάση της στην υπόθεση του ποδοσφαίρου.
Προ ημερών η FiFpro, ο παγκόσμιος σύνδεσμος των ποδοσφαιριστών, απέστειλε ένα γράμμα προς την Ελληνική Κυβέρνηση και την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία για να μας πει ωμά ότι είμαστε απολίτιστοι, διότι είμαστε η μόνη χώρα που όχι απλώς δεν έχει επιτρέψει την διεξαγωγή του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου των γυναικών της Α’ κατηγορίας αλλά δεν έχει επιτρέψει στις γυναίκες ούτε να επιστρέψουν στις προπονήσεις. Προσέξτε, το πρωτάθλημα γυναικών της Α’ εθνικής κατηγορίας είναι το μοναδικό πρωτάθλημα Α’ κατηγορίας που δεν παίζεται αυτή τη στιγμή ανά την Ευρώπη.
Προτού συνεχίσω, δώστε 50’’ δευτερόλεπτα από τον χρόνο σας για να ακούσετε και να δείτε τις παίκτριες της Εθνικής Ομάδας σε αυτό το βίντεο:
Κορίτσια και γυναίκες που παίζουν ποδόσφαιρο, ζουν χωρίς ποδόσφαιρο εδώ και περίπου έναν χρόνο, την ίδια ώρα που βλέπουν τους άντρες της αντίστοιχης κατηγορίας να παίζουν. Την ίδια ώρα που κοιτάζουν γύρω τους και βλέπουν στην Ελλάδα τις γυναίκες του βόλεϊ, του μπάσκετ, του χάντμπολ - τουλάχιστον - να προπονούνται. Την ίδια ώρα που ανά την Ευρώπη οι ποδοσφαιρίστριες παίζουν. Και η Ελλάδα τι κάνει; Η Κυβέρνηση δεν δίνει σημασία, και αυτό συμβαίνει κυρίως επειδή τα media δεν δίνουν καμία σημασία. Διότι, όπως έχει αποδειχθεί με ένα σωρό ζητήματα που έχουν απασχολήσει έντονα την ελληνική κοινωνία, όταν γίνεται θόρυβος στα media και τα social media, η κυβέρνηση αντιδρά. Και συχνά δρα.
Γιατί δεν δίνουν σημασία τα media; Επειδή έτσι είμαστε γαλουχημένοι πλειοψηφικά οι άντρες της 40+ ηλικίας, που βρισκόμαστε σε θέσεις ευθύνης. Μεγαλώσαμε με παραστάσεις και ερεθίσματα που μας “δίδαξαν” να μη δίνουμε σημασία. Ο ρατσισμός σε βάρος της γυναίκας δεν περιλαμβάνεται στην λίστα με τις κοινωνικές ευαισθησίες μας, διότι είμαστε γενιές που μεγάλωσαν με “τον άντρα που σηκώνει χέρι όταν πρέπει”.
Με αφορμή την επικρατούσα κατάσταση, βρήκα την ευκαιρία να συνομιλήσω με μια ποδοσφαιρίστρια και προπονήτρια ποδοσφαίρου. Στα 23 της χρόνια, η Φανή Δοϊρανλή συμπληρώνει τον 8ο χρόνο της στο ποδόσφαιρο, τα οποία έχει ζήσει με τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Στη διάρκεια της τελευταίας 3ετίας άρχισε να μελετά την προπονητική και πήρε το πρώτο δίπλωμα, το UEFA C. Άρχισε να εργάζεται ως προπονήτρια σε ακαδημία, και να συνδυάζει τα πρώτα βήματα της προπονητικής με την ενεργή ποδοσφαιρική καριέρα. Μια ζωή ποδόσφαιρο. Ένα κορίτσι 23 ετών καρφωμένο εδώ και περίπου έναν χρόνο στο σπίτι, μακριά από το ποδόσφαιρο και την εργασία της, το οποίο σήμερα μένει πίσω την ώρα που όπου αλλού στην Ευρώπη οι αθλήτριες της γενιάς και του επιπέδου της αγωνίζονται. Της ζήτησα να μου γράψει ένα σημείωμα με την εμπειρία της στο ποδόσφαιρο, το οποίο μοιράζομαι σήμερα μαζί σας:
Η στάση της Πολιτείας εγείρει ζητήματα ισότητας και σεβασμού
“Όταν πήρα την απόφαση να ασχοληθώ με το ποδόσφαιρο στα 15 μου, ποτέ δεν περίμενα ότι θα έχει τέτοια επιρροή στην ζωή μου. Μέσα σε αυτά τα χρόνια κατάφερα να αγωνιστώ στην ομάδα που αγαπώ και υποστηρίζω από παιδί, τον ΠΑΟΚ, να αγωνιστώ σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις, να κάνω συμμετοχές με τις εθνικές ομάδες κορασίδων και νεανίδων, να κάνω φίλους και να γνωρίσω το άθλημα από μία άλλη πτυχή, αυτήν της προπονητικής.
Το ποδόσφαιρο σαν άθλημα ανεξαρτήτως φύλου μπορεί να σου προσφέρει δυνατές συγκινήσεις, έντονες στιγμές και μεγάλες απογοητεύσεις, συναισθήματα που εναλλάσσονται συνέχεια. Αυτή είναι άλλωστε και η μαγεία του αθλήματος και ο λόγος που το καθιστά το δημοφιλέστερο άθλημα πάνω στον πλανήτη. Προερχόμενη από ένα ατομικό άθλημα (τένις) γνώρισα μέσα από το ποδόσφαιρο την μαγεία της ομαδικότητας, της συνεργασίας και μου δόθηκε η ευκαιρία να αγωνιστώ δίπλα σε αθλήτριες με μεγάλη εμπειρία. Είχα φυσικά την τιμή και την τύχη να είμαι μέλος της καλύτερης ομάδας της Ελλάδος και να πανηγυρίσω τίτλους σε πρωτάθλημα και κύπελλο. Ωστόσο όλη αυτή η εμπειρία μου όλα αυτά τα χρόνια συνοδεύεται από μία σκιά και πολλά ερωτηματικά που αφορούν την αντιμετώπιση που έχει το γυναικείο ποδόσφαιρο από την πολιτεία, την κοινωνία και όλους τους αρμοδίους φορείς συμπεριλαμβανομένης και της ομοσπονδίας.
Το γυναικείο ποδόσφαιρο είναι ερασιτεχνικό με ότι αυτό συνεπάγεται, για την ποιότητα του πρωταθλήματος, τις εγκαταστάσεις που συχνά αγωνιζόμαστε με κίνδυνο της σωματικής μας ακεραιότητας και φυσικά και από άποψη οικονομικών απολαβών. Οι πιθανότητες μία αθλήτρια να βιοπορίζεται αποκλειστικά από το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα είναι από ελάχιστες έως μηδενικές και οι ομάδες που μπορούν να σου προσφέρουν μια τέτοια οικονομική κάλυψη είναι μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού. Οι περισσότερες εργαζόμαστε παράλληλα με την ιδιότητα μας σαν αθλήτριες και αυτό φυσικά έχει αντίκτυπο στην απόδοσή μας και κατ’ επέκταση στην ποιότητα ολόκληρου του πρωταθλήματος, καθώς δεν μπορεί να τηρηθεί η καθημερινότητα ενός αθλητή με τις απαιτήσεις που αυτή περιλαμβάνει. Την στιγμή που σε όλη την Ευρώπη το γυναικείο ποδόσφαιρο γνωρίζει ραγδαία ανάπτυξη και αντιμετωπίζεται ισότιμα με το αντρικό, απολαμβάνοντας την αποδοχή του κόσμου, στην Ελλάδα οι αθλήτριες που έχουν φιλοδοξίες, όνειρα και στόχους δυστυχώς πρέπει να αντιμετωπίσουν το δίλλημα του να τα κυνηγήσουν σε μία άλλη χώρα ή να τα εγκαταλείψουν και να συμβιβαστούν με την ελληνική πραγματικότητα που θέτει το γυναικείο ποδόσφαιρο στο περιθώριο. Ήδη τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερα κορίτσια αποφασίζουν να «μεταναστεύσουν» στο εξωτερικό διεκδικώντας όσα δεν μπόρεσαν να βρουν στην Ελλάδα, δηλαδή καλύτερες συνθήκες σε ποδοσφαιρικό, κοινωνικό και βιοτικό επίπεδο. Το Νοέμβριο η εθνική μας ομάδα αγωνίστηκε εναντίον της υπερδύναμης Γερμανίας μετά από 25 μέρες αποχής από τις προπονήσεις, κινδυνεύοντας με τραυματισμούς, τον Μάρτιο ολοκληρώνουμε έναν χρόνο που το πρωτάθλημα μας παραμένει ανενεργό και δεκάδες αθλήτριες βρίσκονται στον αέρα. Το συγκεκριμένο ζήτημα καλλιεργεί μία ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ των αθλημάτων, καθώς είμαστε το μοναδικό πρωτάθλημα Α’ Εθνικής σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο, στο οποίο απαγορεύονται οι προπονήσεις χωρίς καμία αιτιολόγηση! Η στάση της Πολιτείας, διαχρονικά αλλά και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εγείρει ζητήματα ισότητας και σεβασμού, δείχνει ότι η χρόνια υποβάθμιση του γυναικείου ποδοσφαίρου είναι καθαρή επιλογή και οφείλεται στην αδιαφορία για την ανάπτυξη του, θεσμικά και αγωνιστικά και στην άποψη που συντηρείται για τον ρόλο της γυναίκας σ’ αυτό.
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες γυναίκες κάνουμε δειλά δειλά τα πρώτα μας βήματα στον χώρο της προπονητικής, κυρίως σε επίπεδο ακαδημιών. Η αλήθεια είναι ότι στα δικά μου πρώτα βήματα στην προπονητική, συνάντησα ανθρώπους που έδειχναν επιφυλακτικοί για την ικανότητα μιας γυναίκας να εκπαιδεύσει νεαρούς ποδοσφαιριστές. Η εικόνα μιας γυναίκας προπονήτριας δεν ήταν συνηθισμένη και συχνά υπήρχαν βλέμματα μέσα και έξω από το γήπεδο που μου προκαλούσαν αμηχανία, μέχρι να αισθανθώ σίγουρη για τον εαυτό μου ως προπονήτρια. Στην πορεία μου όμως βρέθηκαν και άνθρωποι που μου έδειξαν εμπιστοσύνη και μου έδωσαν ευκαιρίες και τους ευχαριστώ για αυτό. Τα παιδιά δέχτηκαν με χαρά και χωρίς δισταγμούς μια γυναίκα για προπονήτριά τους, σημαντικό ρόλο σε αυτό θεωρώ ότι έπαιξε και η ιδιότητα μου ως εν ενεργεία ποδοσφαιρίστρια. Σίγουρα τα τελευταία χρόνια η ιδέα μιας γυναίκας προπονήτριας ακαδημίας έχει ωριμάσει και δίνονται περισσότερες ευκαιρίες. Θα χρειαστεί όμως χρόνο ή καλύτερα χρόνια για να αποκτήσει η γυναίκα προπονήτρια ίσες ευκαιρίες σε σχέση με τους άντρες και να αποκτήσουν καίριες θέσεις στην ποδοσφαιρική βιομηχανία όπως πλέον συμβαίνει σε χώρες του εξωτερικού.
Ελπίζω στο μέλλον να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την ισότιμη θέση της γυναίκας στο χώρο του ποδοσφαίρου είτε ως αθλήτρια είτε ως προπονήτρια, εμείς από την πλευρά μας, θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για το άθλημα που αγαπάμε”.
“Μια πράξη έμφυλης ανισότητας”
Πάνω στο ίδιο θέμα έκανα μια συζήτηση με τον Βαγγέλη Καραμουλά, ίσως τον μοναδικό Έλληνα που έχει ερευνήσει επιστημονικά το ελληνικό γυναικείο ποδόσφαιρο. Έναν πτυχιούχο ΤΕΦΑΑ - με ειδικότητα στο ποδόσφαιρο- προπονητή, που έχει φτάσει και μέχρι το UEFA A δίπλωμα, ο οποίος βρήκε νόημα να κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στην εκπαίδευση με ειδίκευση στη διοίκηση αθλητικών οργανισμών, και διπλωματική στον επικοινωνιακό ρόλο του Τεχνικού Διευθυντή Ακαδημιών. Ο Καραμουλάς έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην κοινωνιολογία, ανθρωπολογία Αθλητισμού με ειδίκευση στις έμφυλες διαστάσεις του αθλητισμού, και διπλωματική μελέτη στο κοινωνικό προφίλ των αθλητριών ποδοσφαίρου στην Ελλάδα. Ο προπονητής της γυναικείας ομάδας ποδοσφαίρου της Γλυφάδας σήμερα, ήταν για ακόμη μια φορά διαφωτιστικός στην συζήτησή μας:
Πώς κρίνεις το γεγονός της μη έναρξης των προπονήσεων στο ποδόσφαιρο γυναικών, σε σχέση και με την έγκριση στα άλλα ομαδικά αθλήματα, όπως και τη λειτουργία όλων των αντίστοιχων πρωταθλημάτων γυναικείου ποδοσφαίρου στην Ευρώπη;
Όπως και να το εξετάσει κάποιος, δε θα βρει λογική εξήγηση. Με βάση τα στατιστικά των test στον αθλητισμό που δημοσίευσε ο ΠΣΑΠ και ο κύριος Αυγενάκης, και με δεδομένο την τήρηση εκ μέρους των ομάδων αυστηρού υγειονομικού πρωτοκόλλου, είναι πολύ δύσκολο να υποστηριχτεί ότι αυτή η διάκριση εναντίον του ποδοσφαίρου γυναικών στηρίζεται σε υγειονομικούς λόγους.
Γιατί λοιπόν θεωρείς ότι συμβαίνει αυτό; Έχουν βάση οι αιτιάσεις των διεθνών ποδοσφαιριστριών για ρατσιστική αντιμετώπιση;
Δυστυχώς, είναι σαφές ότι πρόκειται για μία ρατσιστική συμπεριφορά. Ο αθλητισμός και ειδικότερα το πoδόσφαιρο στην Ελλάδα είναι ένα πεδίο όπου διαχρονικά και κατά κόρον αναπαράγονται έμφυλα στερεότυπα και προκαταλήψεις με αποτέλεσμα την εμπέδωση της έμφυλης ανισότητας. Τα κορίτσια έχουν απόλυτο δίκιο στο βίντεο τους. Οι γυναίκες και τα κορίτσια που έχουν αποφασίσει να παίξουν ποδόσφαιρο βιώνουν καθημερινά την έμφυλη ανισότητα και τις διακρίσεις.
Είμαι σίγουρος, ότι αν ερωτηθούν αυτοί που εισηγούνται (επιτροπή λοιμοξιολόγων) και αυτοί που αποφασίζουν (κυβέρνηση) αν είναι θέμα διάκρισης λόγω του φύλου το ότι δεν έχει δοθεί άδεια για προπονήσεις στις ομάδες Α΄ Εθνικής Γυναικών, θα απαντήσουν «βεβαίως όχι, σιγά μην κάνουμε διακρίσεις, σιγά μη μας πείτε και ρατσιστές». Κι όμως, είναι (ρατσιστές), χωρίς να το καταλαβαίνουν ίσως. Είναι φανερό ότι υποκρύπτεται μία αντίληψη του τύπου «γιατί; υπάρχουν γυναίκες που παίζουν ποδόσφαιρο; και ποιος ασχολείται;». Θα λέγαμε ότι είναι ένας «συγκαλημένος mild racism». Επιστημονικά, το ότι ένας πολιτισμός θεωρεί τις γυναίκες κατώτερες είναι διακριτό από: στοιχεία πολιτισμικής ιδεολογίας (η εγκατεστημένη ευρέως αντίληψη ότι «το ποδόσφαιρο είναι ανδρικό σπορ»), συμβολικές επινοήσεις («ποδόσφαιρο, ο βασιλιάς των σπορ») και κοινωνικές ρυθμίσεις (μη έναρξη πρωταθλήματος γυναικών).
Που οφείλεται αυτή η ανισότητα;
Δυστυχώς, ακόμα υιοθετούνται ρατσιστικές αντιλήψεις που κατηγοριοποιούν και αξιολογούν τους ανθρώπους, εν προκειμένω σύμφωνα με το φύλο τους. Απόψεις που βασίζονται στο «βιολογικό ντερεμινισμό», που υποστηρίζει ότι οι ικανότητες του κάθε ανθρώπου και η συμπεριφορά του είναι βιολογικά προκαθορισμένες. Μία ιδιαίτερα διαδεδομένη άποψη που κατά καιρούς τροφοδότησε ακραίες και επικίνδυνες ιδεολογίες! Υποστηρίζει ότι τα αρσενικά έχουν εγγενώς κάποιο γενετικό χαρακτηριστικό που το καθιστά κυρίαρχο. Συνεπώς, οι γυναίκες είναι κατώτερες και πρέπει να παραμένουν ικανοποιημένες, υποταγμένες, απολαμβάνοντας τις χαρές της μητρότητας και της ιδιωτικότητας. Η άποψη αυτή κρίνεται παράλογη και αντιεπιστημονική. Δεν παραγνωρίζεται το ότι τα βιολογικά χαρακτηριστικά (ορμόνες, μυϊκή μάζα, δύναμη, ταχύτητα) παίζουν ένα ρόλο, αλλά οι διαφορές αποκτούν τη σημασία του ανώτερου/κατώτερου με βάση ένα αξιακό σύστημα μέσα σε ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό πλαίσιο. Η θέση της «έμφυτης ανισότητας» φυσικοποιεί κοινωνικές ανισότητες κι αδικίες, υπονομεύει ρητά την έννοια της ελευθερίας της βούλησης και, νομιμοποιώντας τις ιεραρχικά δομημένες κοινωνίες, διαιωνίζει την επιβολή των λίγων στους πολλούς, προωθώντας την αποδοχή και την παραίτηση από κάθε διάθεση ανατροπής.
Η ιστορική και κοινωνιολογική μελέτη έχει καταδείξει ότι ο αθλητισμός κατασκευάστηκε από τον άνδρα για τον άνδρα χωρίς να λάβει υπόψη του τις ανάγκες και τις εμπειρίες της γυναίκας. Εκκινώντας από τους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες και την Καλλιπάτειρα μέχρι και σήμερα η ιστορία του αθλητισμού είναι μία ανδρική υπόθεση. Ο θεμελιωτής των σύγχρονων ολυμπιακών ιδεωδών, ο βαρόνος De Coubertin -όπως και οι αμέσως επόμενοι διάδοχοι του- αντικατοπτρίζοντας την κυρίαρχη ιδεολογία του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου για την υποδεέστερη θέση της γυναίκας στον αθλητισμό, δήλωνε ότι η συμμετοχή των γυναικών στους Ολυμπιακούς Αγώνες αποτελούσε ένα είδος «κοινωνικής και ηθικής απόκλισης». Μόνο ήπιες μορφές άσκησης ήταν αποδεκτές, σε χώρους συνήθως ξεχωριστούς από τους άνδρες και με διαφορετικούς κανόνες, με σκοπό την επίτευξη της φυσική υγείας και της ηθικής εξύψωσής της, απορρίπτοντας κοπιαστικές μορφές άσκησης και αθλήματα με σωματική επαφή που έθεταν σε κίνδυνο την αναπαραγωγική λειτουργία της γυναίκας. Μόνο μετά από έντονους και πολύχρονους αγώνες (με πρωτεργάτρια την Alice Milliatt) κατορθώθηκε να συμπεριληφθούν και οι γυναίκες σε επίσημους αγώνες. Αξιοσημείωτο είναι ότι το ποδόσφαιρο γυναικών ήταν αποκλεισμένο από όλες τις εθνικές και διεθνείς ομοσπονδίες σχεδόν μέχρι το 1970.
Πώς εκφράζεται αυτό στο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα σήμερα;
Καταρχήν να σημειώσουμε ότι, δυστυχώς, η χώρα μας κατατάσσεται τελευταία στην Ε.Ε., σύμφωνα με έκθεση της Ε.Ε., στον Δείκτη Ισότητας των Φύλων. Στο χώρο του ποδοσφαίρου τα δημογραφικά και στατιστικά στοιχεία καταδεικνύουν την ανισότητα. Πέρα από τα δημογραφικά στοιχεία, η υποβάθμιση της γυναίκας στο χώρο του ποδοσφαίρου είναι διακριτή και από τις ιεραρχικές σχέσεις. Δε θα αναφερθώ στη μη επαγγελματική κατοχύρωση των ποδοσφαιριστριών, γιατί αυτό είναι και ένα θέμα που –κατά τη γνώμη μου- το καθορίζει η αγορά. Όμως, η εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση των εθνικών ομάδων σύμφωνα με το φύλο είναι ένα μεγάλο «φάουλ» της Ε.Π.Ο.. Δεν είναι δυνατόν να ταλαιπωρείται το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα για ημέρες, για αγώνα στο εξωτερικό, προκειμένου να εξοικονομηθούν λίγα χρήματα στα αεροπορικά εισιτήρια. Και το τραγικό βέβαια, απότοκο της καραντίνας του ποδοσφαίρου γυναικών, η εθνική μας ομάδα πήγε να αγωνιστεί στη Γερμανία (2η στην παγκόσμια κατάταξη) με απροπόνητες παίκτριες. Μόλις χθες, κλήθηκαν παίχτριες για προπονήσεις στην Εθνική Νεανίδων, αθλήτριες που απέχουν από αγώνες εδώ και 1 έτος και από προπονήσεις σχεδόν 4 μήνες!
Η υποεκπροσώπηση των γυναικών στους χώρους αποφάσεων και διοίκησης (Ε.Π.Ο., Ε.Π.Σ., συλλόγους), η άνιση μεταχείριση των γυναικείων ομάδων έναντι των ανδρικών σε λειτουργικά θέματα (γήπεδο, ώρες, αποδυτήρια κλπ), η (μη) προβολή ακόμα και από τα κρατικά Μ.Μ.Ε., τα συνθήματα που ακούγονται στο γήπεδο κατά κύριο λόγο –ανάδειξη της ημέτερη αρρενωπότητας και τη θηλυκοποίηση του αντιπάλου-, τα σεξιστικού περιεχομένου συνθήματα σε γυναίκες διαιτητές και δημοσιογράφους, είναι μερικά μόνο από της εκφράσεις, αλλά και η απόδειξη της έμφυλης ανισότητας και βίας στο χώρο του ποδοσφαίρου. Πρέπει κι εδώ να υπάρξει Μπεκατώρου για να ευαισθητοποιηθούν κάποιοι;
Πώς βλέπεις την εξέλιξη του ζητήματος στο μέλλον; Υπάρχει ελπίδα; Τι προτείνεις;
Πιστεύω ότι οφείλουμε να είμαστε αισόδοξοι. Η ανάδειξη του ποδοσφαίρου γυναικών από τους διεθνείς θεσμούς διακυβέρνησης του ποδοσφαίρου (F.I.F.A., U.E.F.A.) ως βασικό πυλώνα ανάπτυξής του αποτελεί ιδιαίτερα ενθαρρυντικό γεγονός. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο γυναικείος πληθυσμός αποτελεί το σημαντικότερο καταναλωτικό κοινό. Η σημαντική ανάπτυξη του ποδοσφαίρου γυναικών στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια (μέχρι την έναρξη της πανδημίας) είναι επίσης αξιοσημείωτη. Μέσα από την παρουσία κοριτσιών σε ακαδημίες αγοριών, όπως και οι αγώνες γυναικείων ομάδων με αγόρια βοηθάει στην αλλαγή στερεοτύπων και προκαταλήψεων μερίδας ποδοσφαιρικών παραγόντων, γονέων, ακόμα και ποδοσφαιριστών.
Πρέπει να γίνει κατανοητό στους ανθρώπους που διοικούν το ποδόσφαιρο (Ε.Π.Ο., Πολιτεία, μεγάλες ΠΑΕ) ότι η άνοδος του ποδοσφαίρου γυναικών θα βοηθήσει και στην εξέλιξη γενικά του ποδοσφαίρου στη χώρα μας. Μήπως είναι «κουτόφραγκοι» όλοι οι μεγάλοι σύλλογοι που ιδρύουν γυναικεία τμήματα και επενδύουν μεγάλα κεφάλαια; Αντίστοιχα, η Πολιτεία δεν πρέπει να αρκείται στο να αναγνωρίζει ότι η αναβάθμιση της θέσης της γυναίκας συνεπάγεται βελτίωση της θέσης και του άνδρα, με αποτέλεσμα μία καλύτερη κοινωνία για όλους, πρέπει να δράσει! Για πρώτη φορά έχουμε γυναίκα Πρόεδρο της Δημοκρατίας και Υφυπουργό Ισότητας (μία πολύ άξια και δραστήρια γυναίκα). Καθήκον της Πολιτείας είναι ΑΜΕΣΑ να επανεκκινήσει τις δραστηριότητες του πρωταθλήματος Γυναικών διορθώνοντας την αδικία. Εν συνεχεία, σε συνεργασία με την ΕΠΟ και με οδηγό την επιστημονική γνώση, να εκπονηθεί ένα εθνικό σχέδιο για τη βελτίωση, ανέλιξη του ποδοσφαίρου γυναικών. Προσωπικά πιστεύω ότι η ισότητα των φύλων μπορεί να έρθει μέσα από την εξάλειψη των ανισοτήτων στα «κάστρα» ανδροπρέπειας και ανδρικής κυριαρχίας. Δε θεωρώ τυχαίο ότι οι χώρες με υψηλού επιπέδου ποδόσφαιρο γυναικών είναι και ψηλά στην κατάταξη του Ευρωπαϊκού Δείκτη Ισότητας των Φύλων.
- - - - - - -
Ντρέπομαι. Πρώτα για την ευθύνη που μου αναλογεί, ως αθλητικού δημοσιογράφου, κι ύστερα για την ευθύνη που μου αναλογεί ως κάποιου που όφειλε να έχει νοιαστεί νωρίτερα. Ζητώ συγγνώμη από τις ποδοσφαιρίστριες που δεν νοιάστηκα νωρίτερα για αυτό που ζουν ειδικά στη διάρκεια των τελευταίων έξι μηνών. Και περιμένω αντίδραση και δράση. Όχι από την ΕΠΟ, από την διοίκηση της οποίας έχω πάψει εδώ και χρόνια να έχω απαιτήσεις, αλλά τουλάχιστον από την κοινωνία και τελικά την Πολιτεία - δηλαδή την Κυβέρνηση. Επιτέλους, ας σταματήσουμε να δημιουργούμε σήμερα νέους λόγους για να ντρέπονται για μας τα παιδιά μας αύριο.
gazzetta.gr