Αποστολέας Θέμα: «Έφυγε» ο Κυριάκος Σταμέλος, μία από τις εμβληματικές μορφές του Πολυτεχνείου  (Αναγνώστηκε 1468 φορές)



Αποσυνδεδεμένος ΛΑΜΙΑ FANS

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 21.910
  • ΠΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ!
    • Προφίλ
Παράθεση
Κυριάκος Σταμέλος: Μια συνέντευξη στην εκπομπή του «Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα»
TOPICS:Σταμέλος Κυριάκος

21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018



Κηδεύεται το Σάββατο, ανήμερα 21ης Απριλίου, (η λειτουργία – εξόδιος ακολουθία  θα γίνει στις 12.30 μ.μ. στον Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής, Ακαδημίας 47) μια από τις σημαντικές φυσιογνωμίες του φοιτητικού αντιδικτατορικού κινήματος.

Ο Κυριάκος Σταμέλος υπήρξε μεταξύ των άλλων, ένας από τους δύο εκπροσώπους των φοιτητών που διαπραγματεύθηκαν, ανεπιτυχώς, την έξοδο των φοιτητών από το Πολυτεχνείο, λίγο πριν εισβάλλουν τα τανκς την 17η Νοέμβρη του 1973. Στη παρακάτω συνέντευξη, την οποία  είχε παραχωρήσει στον Στέλιο Κούλογλου για την εκπομπή του «Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα», περιγράφει τις δραματικές εκείνες στιγμές.
«Οι διαπραγματεύσεις με τους στρατιωτικούς που είχαν περικυκλώσει με τα τανκς το Πολυτεχνείο ξεκίνησαν μετά από δική μου πρόταση. Την Παρασκευή, προς το βράδυ, είχαν αρχίσει οι πυροβολισμοί. Οι ελεύθεροι σκοπευτές δεν βάλανε κατευθείαν μέσα στο πολυτεχνείο., αλλά μας φέρνανε τραυματίες απ’ έξω. Τους περιποιόμαστε στην Αρχιτεκτονική, και τους ξαναδιώχναμε με τα ασθενοφόρα που ερχόντουσαν στην πόρτα για να τους πάρουνε. Ήμουνα υπεύθυνος της πόρτας στην αίθουσα που κουβεντιάζαμε τις τελευταίες έξι-εφτά ώρες στη Συντονιστική Επιτροπή, για το τι πρέπει να κάνουμε.
Στην αρχή, ήτανε μόνο η αστυνομία απέξω και μετά άρχισε να φθάνει και ο στρατός. Ήτανε παραταγμένοι, φέρανε το τανκ, παρόντες ήταν ένας άνθρωπος της ΚΥΠ και τρεις στρατιωτικοί. Τον έναν από αυτούς δεν τον έχουμε βρει ως σήμερα, κανένας δεν τον βρήκε, τους άλλους τους βρήκαμε. Συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι έπρεπε να κάνουμε μια προσπάθεια απεμπλοκής, γιατί η κατάσταση δεν πήγαινε πουθενά. Δεν πίστευα -όχι μόνο ως φοιτητής αλλά και ως Έλληνας- ότι ο στρατός θα μας επιτεθεί κατά μέτωπον. Δεν ήταν αυτό ορατό. Η στάση του στρατού δεν ήταν προσβλητική. Ήτανε πιο επαγγελματίες, πιο συγκρατημένοι.
Οι αστυνομικοί βαράγανε αδιακρίτως. Πυροβολούσανε από γειτονικά κτίρια ανθρώπους οι οποίοι πλησίαζαν προς στο πολυτεχνείο, γι αυτό είχαμε και τόσους νεκρούς. Το λέω διότι έχουνε γίνει κατά καιρούς συζητήσεις για το αν υπήρχανε αυτές οι δεκάδες νεκροί. Υπήρξαν όντως τόσοι νεκροί και έχουν περάσει από τα χέρια μας, επομένως δεν τίθεται κανένα θέμα. Έτσι λοιπόν, ανέβηκα και είπα στους υπολοίπους που ήτανε πάνω και συνεδριάζανε, ότι θα έπρεπε να διαπραγματευθούμε ένα είδος εξόδου. Και ζήτησα να έρθει κάποιος μαζί μου να κάνουμε τις διαπραγματεύσεις. Ορίστηκε ο Κώστας Λαλιώτης και βγήκαμε μαζί έξω. Έβγαλα το φανελάκι μου και το έκανα έτσι σαν σημαία, διότι φοβόμουνα κι εγώ μήπως φάω καμία σφαίρα. Δεν το πίστευα για να πω την αλήθεια, ότι θα τα κατάφερνα.
Είχα μόλις γυρίσει από το στρατό. Με είχαν στρατεύσει τον Φλεβάρη, μερικούς μήνες νωρίτερα μαζί με άλλους συνδικαλιστές φοιτητές. Στο στρατό μου φέρθηκαν σχετικά καλά. Δεινοπαθούσες και είχες μεγαλύτερη πίεση απ΄ αυτήν που δέχτηκα εγώ, εάν δήλωνες στο Α2 ότι ήσουνα κομουνιστής. Τότε πέρναγες άσχημα. Ας πούμε, υπήρχε ένας μαζί μας στην Τρίπολη ο οποίος δήλωνε ότι ήτανε κομουνιστής, και ο οποίος κοιμότανε κάθε βράδυ στο κρατητήριο. Κι όταν εμείς πηγαίναμε στο λόφο, αυτός κρατούσε το όπλο στην ανάταση και ανέβαινε τον έναν μετά τον άλλον τους λόφους για να ακολουθεί το τάγμα. Τον ταλαιπωρήσανε πάρα πολύ τον άνθρωπο. Εγώ καλώς ή κακώς στο ιδεολογικό επίπεδο δεν ήμουνα ποτέ κομουνιστής, αν και ανήκα στην Αριστερά.

Όταν η κυβέρνηση Μαρκεζίνη μας απέλυσε από το στρατό, ικανοποιώντας ένα από τα βασικότερα αιτήματα του φοιτητικού κινήματος, θέλαμε να κάνουμε ένα βήμα παραπάνω εναντίον της χούντας. Οι τρεις-τέσσερις ημέρες που προηγήθηκαν της κατάληψης του πολυτεχνείου, δηλαδή η 10η, η 11η Νοεμβρίου μέχρι τη 13η Νοεμβρίου περάσανε κυρίως με τις συνελεύσεις των Σχολών όπου ψηφίζαμε αν θα γίνει ή όχι κατάληψη. Η δικιά μου Σχολή, των Μηχανολόγων, είχε αποφασίσει να μη γίνει η κατάληψη. Το σκεπτικό ήτανε ότι ήμασταν ανώριμοι να συγκρουστούμε με ολόκληρο το κράτος. Υποστήριξα κι εγώ ότι εμείς ήμασταν φοιτητικό κίνημα, δεν είχαμε ορατή σύνδεση με συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους, δεν είχαμε πρόγραμμα, δεν είχαμε στρατηγική. Οι άλλοι είχανε το κράτος στα χέρια τους, είχαν οργάνωση και όπλα. Ποια συμμετοχή θα είχε ο λαός της Αθήνας, δεν μπορούσαμε να το προβλέψουμε τότε. Ως νέοι νομίζαμε ότι θα ξεσηκωθούνε όλοι, αλλά δεν ξεσηκωθήκανε όλοι, τελικά.

Επομένως, η άποψή μου ήτανε ότι θα έπρεπε σε εκείνη τη φάση να κατοχυρώσουμε τα κεκτημένα, δηλαδή το ότι επιστρέψαμε από το στρατό σώοι, μετά από πίεση των οικογενειών μας, των συμφοιτητών μας, του πολιτικού κόσμου. Από κει και πέρα, πίστευα ότι έπρεπε να οργανωθούμε, να επιστρέψουμε στις διαμαρτυρίες μας. Επίσης, πίστευα ότι δεν είμαστε έτοιμοι να συμμαχήσουμε με άλλες κοινωνικές τάξεις, έτσι ώστε να οδηγηθούμε σε μία καθολική σύγκρουση και να ρίξουμε την κυβέρνηση.
Οι Σχολές του πολυτεχνείου έκαναν συνέλευση την Τετάρτη. Άλλες αποφασίσανε υπέρ, άλλες αποφασίσανε κατά, αλλά είχανε ήδη γίνει συνελεύσεις στη Γεωπονική, στη Νομική, όλοι είχανε κάνει τις συνελεύσεις τους, και το αποτέλεσμα ήτανε ότι η πλειονότητα των σχολών επιθυμούσε την κατάληψη. Φυσικά, μετά προχωρήσαμε όλοι μαζί.
Εγώ δεν έβαλα υποψηφιότητα να είμαι στη συντονιστική εμ μέρους της σχολής Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων διότι ήμουνα εναντίον στο να πάρουν τα γεγονότα την έκταση που πήρανε. Εξελέγησαν ο Ολύμπιος Δαφέρμος και ο Γιώργος ο Παπαβασιλόπουλος, αγαπητοί φίλοι και «αδέρφια» μου και οι δύο. Φυσικά ανακατεύτηκα κι εγώ, ανέλαβα τον ανεφοδιασμό στην αρχή και ήμουνα παρών και στις κουβέντες που κάναμε για να αποχωρήσουμε τη δεύτερη μέρα. Διότι από τη δεύτερη μέρα διαφάνηκε ότι κάπως μας ξέφευγε η κατάσταση από τα χέρια.

Είχαμε ήδη περικυκλωθεί, δεν μπορούσαμε να μπούμε και να βγούμε άνετα. Βέβαια, υπήρχε προσφορά σε χρήματα και άλλα πράγματα από τους πολίτες –ήταν θαυμάσιες ημέρες από αυτή την άποψη- αλλά γεγονός είναι ότι είχαμε αποφασίσει να φύγουμε. Έτσι, κατεβήκαμε όλοι κάτω και προσπαθήσαμε να ανοίξουμε τις πόρτες για να εκκενώσουμε το πολυτεχνείο. Δεν μπορέσαμε, διότι κατ΄ αρχάς πολλοί συνάδελφοι, νεότεροι κυρίως, δεν θέλανε. Είμασταν  και περικυκλωμένοι, ήδη η αστυνομία ήταν απέξω και δεν ήταν εύκολο να βγεις. Ίσως πάντως, αν κάναμε μια μαζική έξοδο να το είχαμε πετύχει. Για διάφορους λόγους, λοιπόν, απέτυχε αυτή η προσπάθεια, και μετά μείναμε μέσα. Το κυριότερο δεδομένο που διαμορφώθηκε κατόπιν ήτανε η λειτουργία του ραδιοφωνικού σταθμού. Συσπειρώθηκε πολύς κόσμος, υπήρχαν διαδηλώσεις στην Αθήνα, και το καθεστώς ενοχλείτο πολύ, ήθελαν επειγόντως να τελειώσουν την ιστορία. Επομένως, θεωρώ ότι καλώς αποφασίσαμε να επιδιώξουμε μια κάποια λύση εκτόνωσης της κατάστασης.

Όταν βγήκαμε στην Πατησίων με τον Λαλιώτη, τον πρώτο που συνάντησα ήτανε τον αρχηγό της αστυνομίας, τον Χριστολουκά, ο οποίος μας εξέπληξε. Μου είπε «Σταμέλο μου, τι θα κάνουμε;». Και κατόπιν, συνάντησα τους άλλους που δεν ήξερα τα ονόματά τους αλλά κατάλαβα ότι είναι οι επικεφαλής, ο στρατιωτικός με το πηλήκιο που κοντρολάριζε το άρμα και αυτός που, όπως είπα, δε βρήκαμε ποτέ, ο οποίος φορούσε μπερέ. Συνομιλήσαμε και με τον άνθρωπο της ΚΥΠ που ήτανε εκεί μπροστά. Μερικές κουβέντες γίνανε ακριβώς μπροστά από την πύλη, μερικές κουβέντες γίνανε λίγο πιο δεξιά, στο πεζοδρόμιο. Εμείς τους είπαμε ότι θέλουμε να αποχωρήσουμε, να οργανώσουμε μία έξοδο. Έτσι είχαμε συνεννοηθεί ο Κώστας κι εγώ με τη Συντονιστική μας Επιτροπή, διότι βλέπαμε ότι είχαμε ηττηθεί από αυτή την άποψη. Περικυκλωμένοι ήμασταν, τι να κάναμε; Δεν είχαμε όπλα εμείς. Ούτε και θέλαμε να σκοτώσουμε φαντάρους. Διότι σε κάθε πράξη που πας να κάνεις, θα πρέπει να μετράς το τι έχεις να πληρώσεις και το τι αναμένεις να πάρεις.
Αφού μας είπαν, λοιπόν, επανειλημμένα να ανοίξουμε την πύλη, ο Κώστας κι εγώ προσπαθήσαμε να την ανοίξουμε από μέσα, να βγάλουμε τα σίδερα και να απομακρύνουμε το αυτοκίνητο. Όμως, μόλις βγάζαμε ένα σίδερο, στη θέση του μπαίνανε άλλα δυο-τρία από άλλους φίλους μας και συναγωνιστές μας ή από αριστεριστές οι οποίοι επιζητούσαν την κορύφωση. Πέρασε μία με μιάμιση ώρα που προσπαθούσαμε να κάνουμε αυτό το πράγμα. Εν πάση περιπτώσει, οι στρατιωτικοί αποφασίσανε να εισβάλλουν χωρίς να συμφωνήσουμε εμείς, παρότι τους ζητάγαμε περισσότερο χρόνο μήπως μπορέσουμε και ανοίξουμε την πόρτα. Διότι βρίσκονταν και άνθρωποι πίσω από την πόρτα, δεν ξέραμε τι θα συνέβαινε αν έπεφτε το άρμα επάνω.

Στις διαπραγματεύσεις, εκείνος που ήτανε τέρας ψυχραιμίας ήταν ο εκπρόσωπος της ΚΥΠ και αυτός με τον μπερέ και το πουλόβερ, των ΛΟΚ. Ο Γουνελάς(επικεφαλής των τανκς-ΣΣ) προσπαθούσε να αποφύγει να ρίξει την πόρτα. Τον τιμώ γι’ αυτό. Βέβαια, τελικά εισέβαλε. Θα μπορούσε να έχει αρνηθεί την εντολή, με προσωπικό κόστος. Δεν το θέλησε και θα είναι υπεύθυνος που δεν θέλησε να το κάνει. Μην του ρίχνουμε όμως και όλο το βάρος. Όλοι άνθρωποι είμαστε. Ήταν φοβερά δύσκολο εκείνη τη στιγμή, ό,τι και να είχε στην καρδιά του ή στο μυαλό του, να αρνηθεί αυτή την εντολή. Πάντως, εμείς δε συμφωνήσαμε να γίνει η εισβολή. Ο Γουνέλας υποστηρίζει ότι εγώ κι ο Κώστας Λαλιώτης, ως εκπρόσωποι της Συντονιστικής, ή η ίδια Συντονιστική, συμφωνήσαμε να πέσει το τανκ επί της πόρτας, αυτό δεν έγινε. Δεν θα τολμούσαμε  άλλωστε ποτέ, ούτε εγώ ούτε ο Κώστας, να πούμε ότι συμφωνούμε να μπει το τανκ.

Υπήρξε κάποια προειδοποίηση για την εισβολή του τανκ, αν και δεν θυμάμαι κάποιος να μίλησε με τηλεβόα. Πιθανόν και να μην το θυμάμαι εγώ προσωπικά. Υπήρχε πολύ μεγάλη φασαρία, πολύ μεγάλη σύγχυση. Πάντως, γεγονός είναι ότι προτρέπαμε πλέον τον κόσμο να απομακρυνθεί. Εγώ ήμουνα εκεί κοντά κι έλεγα ότι θα μπει το τανκ. Όταν μπήκε, εγώ ήμουνα δυο μέτρα από την αριστερή κολόνα της πύλης. Ευτυχώς, χτύπησε μόνο η Ρηγοπούλου την οποία δεν είδα εκείνες τις στιγμές. Από κει και πέρα, ξεκίνησε η έξοδος των φοιτητών προς τα αριστερά και δεξιά, και η αστυνομία συνέχισε να ασχημονεί. Οι στρατιωτικοί κάπως προστατεύανε τα παιδιά να φύγουνε, δεν τα χτυπάγανε. Αντιθέτως, οι αστυνομικοί τα βαρούσανε την ώρα που βγαίνανε, το είδα ιδίοις όμμασι αυτό. Η Ασφάλεια ήτανε αυτή που χτυπούσε περισσότερο, αλλά και οι ένστολοι της ελληνικής αστυνομίας.

Μετά μπήκαμε μέσα με τον Κώστα Λαλιώτη συνοδεύοντας τους επικεφαλής στο πρόχειρο νοσοκομείο που είχαμε στήσει όπου τους δείξαμε και τους δυο νεκρούς που είχαμε. Μας ζήτησαν να τους πάμε και στο ραδιοφωνικό σταθμό, να τους τον παραδώσουμε. Πράγματι, τους πήγαμε, αλλά είχε σιγήσει πια ο σταθμός τότε. Και κατόπιν, βγήκαμε έξω. Όταν βγήκαμε έξω με τους επικεφαλής, είχε φύγει πλέον η πλειοψηφία των εγκλείστων. Αφού άδειασε λοιπόν ο χώρος του  πολυτεχνείου, είπαμε στον στρατιωτικό υπεύθυνο να μας δώσει ένα τζιπ να πάμε σπίτια μας, γιατί η αστυνομία περίμενε δίπλα να μας συλλάβει, ή εν πάση περιπτώσει να κάνει κάτι για να μας προστατεύσει. Αυτός αρνήθηκε,  και μας είπε μόνο να φύγουμε. Μόλις φύγαμε, μας πιάσανε, φυσικά, οι αστυνομικοί. Μας βάλανε σε μία κλούβα όπου με βάρεσε εμένα μέσα στην κλούβα, ο ίδιος ο αρχιασφαλίτης ο Καλύβας. Μαζί με άλλους που είχανε συλλάβει στην πόρτα, μας πήγανε στο αρχηγείο της χωροφυλακής. Όχι μόνο τον Κώστα Λαλιώτη κι εμένα αλλά και διαφόρους συναδέλφους μας, ήτανε γεμάτη η κλούβα. Εκεί παραμείναμε δυο-τρεις μέρες, και κατόπιν μας πήρανε για το ΕΑΤ-ΕΣΑ.

Στις ανακρίσεις στο ΕΑΤ-ΕΣΑ προσπαθούσανε φυσικά να εκμαιεύσουν πληροφορίες από εμάς για συναδέλφους, οργανώσεις και τα λοιπά όπως και για διάφορα γεγονότα τα οποία βασικά τα ξέρανε. Η προσπάθειά τους ήτανε να στοιχειοθετήσουνε εναντίον μου κατηγορίες για αντικαθεστωτική δράση. Εμένα προσωπικά με είχανε κατηγορήσει  για απόπειρα ανατροπής του πολιτεύματος,  κι έτσι είχα απολογηθεί σε στρατοδίκη. Όταν τελείωσαν οι ανακρίσεις, πήγα κρατούμενος σε ένα στρατόπεδο κάπου στο Χαϊδάρι. Αφού έπεσε ο Παπαδόπουλος, με αφήσανε στις 24 Δεκεμβρίου να πάω σπίτι μου».

ΑΠΟ ΤΟ TVXS

https://www.anoixtoparathyro.gr/κυριάκος-σταμέλος-μια-συνέντευξη-στη/
ΚΕΡΚΙΔΑ ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟ ΛΑΜΟΓΙΑ!!!

Αποσυνδεδεμένος ΛΑΜΙΑ FANS

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 21.910
  • ΠΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ!
    • Προφίλ
Παράθεση
Aποχαιρετώντας τον Κυριάκο Σταμέλο

Του Ιlan Solomon

Η Δίκη των έντεκα. Ήταν 17 του Φλεβάρη του 1973. O μελανιασμένος Μάκης Μπαλαούρας, με εμφανή τα σημάδια του ξυλοδαρμού, o Κυριάκος Σταμέλος, o Βασίλης Χριστόπουλος, o Σάκης Παπαθεοδώρου, o Μάνος Τζανεττής (όρθιος), o Δημήτρης Αρχοντής κ.ά. Η κατηγορία ήταν… «τεντυμποϊσμός». Ποινή τους, η υποχρεωτική στράτευση. Τις μέρες του Πολυτεχνείου, πήρανε απολυτήριο.

Ο Σταμέλος πρόλαβε, γύρισε κι ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις με τους στρατηγούς της χούντας για την ασφαλή έξοδο των φοιτητών από το Πολυτεχνείο, μαζί με τον Κώστα Λαλιώτη. Οι υπόλοιποι ήταν καθ’ οδόν για την Αθήνα. Δικηγόρος ήταν ο Τάκης Παππάς. Στη δίκη είχε καταθέσει σαν μάρτυρας υπεράσπισης ο αείμνηστος καθηγητής της φιλοσοφίας Δημ. Νιάνιας.

Όταν τον γνώρισα ήταν ένα 15χρονο παιδί, μαθητής του 2ου Γυμνάσιου της Χέυδεν, συχνά συνοφρυωμένος και με το βλέμμα σκοτεινό. Όταν γελούσε όμως έτριζαν τα τσιμέντα. Η οικογένεια του, αριστεροί με διωγμούς και εξορίες, είχαν λουφάξει κάτω από το βάρος της Χούντας.

Συμφοιτητές πια στο Πολυτεχνείο, ο Κυριάκος ήταν ο πιο τακτικός επισκέπτης της κατσαρόλας της μάνας μου. Ήταν η εποχή που τον είδα να μεταμορφώνεται καθημερινά. Διάβαζε με μανία τα «απαγορευμένα» βιβλία του πατέρα μου, που ο δικός του είχε κάψει φοβισμένος μη χάσει το τυπογραφείο και δει τα Μακρονήσια ξανά, τους δικούς μας «Παρθενώνες». Λένιν, Μαρξ, Ένγκελς κλπ. Άρχισε να μου μιλάει με τα δικά τους λόγια. Τον ανακαλούσα συχνά στην φιλική τάξη, μέχρι που τον γνώρισα ξανά, αυτή τη φορά έναν ψηλό, δυναμικό εικοσάχρονο φυσικό ηγέτη με σηκωμένη τη γροθιά και βροντερή τη φωνή, στην πρώτη αντιδικτατορική διαδήλωση, στις εσωτερικές σκάλες της Σχολής των Μηχανολόγων. Ήταν η μέρα των πρώτων «δοτών» φοιτητικών εκλογών, προοίμιο της «φιλελευθεροποίησης» του καθεστώτος και της επερχόμενης ακόμα σκληρότερης χούντας του Ιωαννίδη. Με τα καρφιά της Ασφάλειας να βουίζουν γύρω μας και τα διορισμένα Διοικητικά Συμβούλια των φοιτητών στις Σχολές να μας ειρωνεύονται για τις αυταπάτες μας.

«14 Φεβρουαρίου του 1973, στην πρώτη κατάληψη του Πολυτεχνείου κατά του νόμου για τις στρατεύσεις, που είχε δημοσιευθεί την προηγούμενη. Εισβολή της αστυνομίας από τις πλαϊνές πόρτες, συνωστισμός στην έξοδο της Πατησίων, ανάμεσα σε διαδρόμους μπάτσων που χτυπούσαν με ότι είχαν. Στα σκαλιά της πρυτανείας ένας μπάτσος βγάζει τη σιδερόβεργα από μια τριανταφυλλιά και ορμάει. Ο Τζανεττής έπιασε τη σιδερόβεργα για να αποφύγει το χτύπημα και ο μπάτσος τον έπιασε από τα μαλλιά και τον έσυρε στην κλούβα. Έτσι μάζεψαν τους 11 κατά την έξοδο, ενώ οι υπόλοιποι έβρισκαν κάτω από την πόρτα το ραβασάκι για τη στράτευση. Έπρεπε να παρουσιαστούν «εντός τριών ημερών» στην Τρίπολη ή την Καλαμάτα. Εκεί έφτασαν σε λίγες μέρες και οι 11 αφού πρώτα πέρασαν από δίκη» θυμάται ο Νίκος Δ. Μετά από την ανάληψη της Κυβέρνησης από τον Μαρκεζίνη, δόθηκε η «αμνηστεία» κι επέστρεψαν οι φοιτητές του Πολυτεχνείου. «Τους υποδεχτήκαμε στο μεγάλο αμφιθέατρο των Χημικών Μηχανικών, Τετάρτη πρωί της 14 Νοεμβρίου ήταν . Μετά άρχισαν τα επεισόδια. Οι της »Πανσπουδαστικής» και του »Ρήγα» βγήκαμε έξω … » (Λ.Χρ).

Με το άσπρο φανελάκι του, σαν σημαία παράδοσης και υποταγής, πήδηξε τα κάγκελα μαζί με τον Κώστα για να διαπραγματευτεί την έξοδο των παιδιών, λίγο πριν ο Γουνελάς ρίξει το τανκ πάνω στην πύλη της Πατησίων. Ο Κυριάκος, ήρεμος στα σκαλιά της Αρχιτεκτονικής, περίμενε μέχρι να τελειώσει η εκκένωση. Ήξερε πως γι αυτόν δεν υπήρχε οδός διαφυγής. Στο τέλος, ο χοντρός του Σπουδαστικού της Ασφάλειας του λέει: «Πάμε Κυριάκο».

Φαντάρος πια, στην πρώτη μου άδεια, τον συναντώ μετά τον «κύκλο με την κιμωλία», το ξύλο και τη φάλαγγα, είκοσι μέρες όρθιος μ’ ένα μπουγέλο να τον ξυπνά στα κάτεργα του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Εκεί, στην πλατεία Βικτωρίας, μου ζήτησε την «άδεια». Παραξενεύτηκα κι ας το περίμενα. Του την έδωσα. Μακάρι να μη του την είχα δώσει. Η Βάσω, η πρώην μικρή αγαπημένη μου με τα φωτεινά πράσινα μάτια, του άρεσε πολύ, το ήξερα χρόνια πριν. Αυτός όμως έλπιζε πως θα του φωτίσει την ήδη σκιασμένη του ζωή. Παντρεύτηκαν. Και χώρισαν αφού πρώτα παίδεψαν ο ένας τον άλλο πολύ.

Τελειόφοιτος ήταν θυμάμαι, όταν πήγε το καθιερωμένο ταξίδι της Σχολής στη Μόσχα. Οι Κνίτες συνάδελφοι, «πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στον αγώνα», πήραν σβάρνα τα κολχόζ και τα σοβχόζ κι όλες τις τιμημένες φάμπρικες της Σοβιετικής Εργατιάς. Ο Σταμέλος κι ο κουμπάρος του, εξαφανισμένοι για δέκα μέρες στα παζάρια και τα μπορντέλα της Μόσχας, φτάνουν την τελευταία στιγμή, επιδεικτικά πανευτυχείς, στο Μοσχοβίτικο αεροδρόμιο, φορτωμένοι με ένα μεγάλο φουσκωτό, τίγκα στις γούνες και τα χρυσάφια από τη μαύρη αγορά για τις αγαπημένες τους, υπό τα αηδιασμένα βλέμματα των δογματικών αλλά και των αναθεωρητών συμφοιτητών τους. Quelle decadence!

Η απαρέσκεια των συντρόφων, έγινε αποστροφή. Τέτοιες επιλογές δεν είχαν σχέση με την αριστερή ηθική. Αίσχος! Τότε ήταν που αποφάσισε την στροφή. Απέναντι σε όσους είχαν ήδη αρχίσει να καταλαμβάνουν τις νέες θέσεις τους στις κομματικές νομεκλατούρες των πολιτικών χώρων τους, αυτός θα έκανε πολλά λεφτά σαν καλός μηχανικός που ήταν, για να αποδείξει την ανωτερότητά του. Και έκανε. Και έχασε. Τζογάρησε την ζωή του. Κι απέτυχε. Και έγραψε. Κι ας μην τον καταλάβαινα συχνά.

Εγώ, ειμ’ αυτός που δεν είδε το φως,
νέος σαν ήταν, στα μάτια γλαυκός,
με διάπυρη πέννα τα στράβωσ’ αυτός,
που κυβερνάει.

Η σχέση του με την ποίηση ήταν απολύτως οργανική, απολύτως βιωματική. Όπως όλοι οι πλάνητες του κόσμου, έτσι κι αυτός σάρκασε λυσσαλέα τη ζωή, από έρωτα και πάθος. Βωμολόχα έξαρση, πολυσπερμική γλώσσα, εναλλαγή του έρωτα και της απελπισίας, της ζωής και του θανάτου, ανακάτεμα ιδιολέκτων διαφόρων λογιών και διαφόρων χρονικών στιγμών, έμπνευση γλωσσοπλαστική, «ανίερο» μπέρδεμα του λαϊκού με το λόγιο.

«Ο λόγος του δριμύς, δραστικός, ζωηρός, ακουμπά το είναι του απαιτητικού αναγνώστη. Δεν είναι μια γλώσσα πλαστική αυτή, δεν είναι μια γλώσσα που ξενίζει. Λέξεις κοινές, τολμηρές, αθυρόστομες, αντιποιητικές, αργκό καμιά φορά ή αρχαιοελληνικές: π.χ ταίς λέξεσι, αιέν, αριστεύειν, νταλικάδες, παπάτζα,  μ##$% , σακαφλιά, νινί, στιχαράκια, κοιλάρα, μαλάκω, τσατσάρα, μαλάκας, σφαλνάς, ερημοσπίτης, γουστάρω, λέξω, μπερκέτι, γαμώ, ξεύρουνε, ζωντανούδια, κονομήσω, πλιάτσικο, ευγαμημένη, γλυφομούνι, πουτανίτσα, λατρεμενάκια, αρχίδι, μερακλαντάν, γαμηθείτε, πεταμενάκης και άλλες. Ποικιλία γλωσσικού ύφους και ήθους», έγραψαν για την ποίησή του.

«Aν την ματιά σου μπορώ ν’ αντέξω, είμαι θεός».

Ο Σταμέλος παίζει με τις έννοιες, τις λέξεις, τις εμπειρίες του, παρουσιάζεται φιλοσοφικός και φιλοσοφημένος. Κάνει ποίηση τη χασούρα του, τις ζημιές του.

«… γιατί με πίκραναν (κάποιοι φίλοι),/μ’ εξουσιάζουν,/ποτέ δεν μπόρεσαν να με φωνάζουν/Κυριάκο μεγάλε» και «Άλλοι τους έλεγαν «υπαλληλάκος,/θα μείνει για πάντα μωρέ ο Κυριάκος,/έτσι που είναι ψηλός, ένα ράκος,/τι άλλο να κάνει;»

«Η αιρετική στάση του Σταμέλου όπως εξελίχθηκε στα μετά το 1973 χρόνια και την συμμετοχή του στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, μοιάζει να έχει την απόλυτη αναλογία της και στα ποιητικά του, προς τα οποία στράφηκε αργότερα. Όχι τόσο διανοητικά αιρετική, ως επιβεβαίωση δηλαδή κάποιας προϋπάρχουσας θεωρίας, αλλά κυρίως οργανικά αιρετική, καθώς ψάχνει την συναισθηματική έκφρασή της στην ποιητική ρήξη και ανατροπή», γράφει ο Αλέξης Ζήρας.

Τα σπέρματα της αποκλίνουσας αλλά μάχιμης θέσης από την μονοκρατορία του ελεύθερου και ανομοιοκατάληκτου στίχου, έπεσαν στα φιλόξενα βραδινά που οργάνωνε την εποχή εκείνη η Ελένη Βακαλό και ο σκηνογράφος και ζωγράφος άντρας της στο σπίτι τους. Άλλωστε, για να φανεί περισσότερο η σχέση της μαθητείας με το ζεύγος Βακαλό, ο Σταμέλος, ανάμεσα στα έργα του, μνημονεύει και τη μετάφρασή του της Οπτικής Σύνταξης (1988) του γιου τους, Εμμανουήλ Βακαλό, αρχιτέκτονα και καθηγητή στην Αμερική.

«Δεν είμαι βρε λούμπεν, ούτε κι αλήτης, /ούτε κι απόκληρος ερημοσπίτης, είμ’ ο γαμιάς της και θέλω παιδί της /να είμαι και ‘γω.»

«Ξέρω να τρω’, να γαμώ, να κρεμώ, να δένω καλά τη θηλιά στο λαιμό, γύρ’ απ’ τον τάφο μου ‘λαφροπατώ, δεν είναι και λίγο». [Ο Δήμιος, εκδ. Γαβριηλίδης 2016]

«Μα εγώ τους γράφω στην κάσα μου όλους, και τους αθώους και τους εμπόρους, έτσι τους θέλω τους αχθοφόρους// στην εορτή». «Ακούστε με, φίλοι μου αγαπημένοι,/ κι εσείς νταλικάδες στη νύχτα χαμένοι, υπάρχει κάτι που μας περιμένει, // να το γευτούμε ή να χαθούμε».
Στο επανιδείν φιλαράκι.

Ο Κυριάκος Σταμέλος έφυγε από ένα βαρύ εγκεφαλικό, σήμερα Τετάρτη 17 Απριλίου 2018 σε ηλικία 65 ετών. Η επιθυμία του οικογενειακού και φιλικού του περιβάλλοντος είναι να ταφεί δίπλα στον πατέρα, τη μάνα και την αδελφή του στην Ερέτρια όπου έζησε τα πιο ξένοιαστα χρόνια της ζωής του.

https://www.anoixtoparathyro.gr/aποχαιρετώντας-τον-κυριάκο-σταμέλο/
ΚΕΡΚΙΔΑ ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟ ΛΑΜΟΓΙΑ!!!

Αποσυνδεδεμένος ΛΑΜΙΑ FANS

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
  • Μηνύματα: 21.910
  • ΠΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ!
    • Προφίλ
ΚΕΡΚΙΔΑ ΚΑΘΑΡΗ ΑΠΟ ΛΑΜΟΓΙΑ!!!