Η Ποδοσφαιρομάνα Παραδεισένια Κοιλάδα της Χιλής
Με αφορμή το κείμενο του duendes για τον Κάρλος Καζέλι, ήθελα να κάνω μια αναφορά, μάλλον φόρο τιμής, στην πόλη στην οποία έχει γεννηθεί το ποδόσφαιρο στη Χιλή. Και φυσικά αυτή δεν είναι η πρωτεύουσα, Σαντιάγο, όπως καταλαβαίνετε. Η Χιλή είναι γνωστή (ποδοσφαιρικά μιλάμε πάντα) για τις ομάδες των μεταλλωρύχων της, όμως το ποδόσφαιρο, όπως και στις υπόλοιπες χώρες της Λατινικής Αμερικής, ξεκίνησε από ένα λιμάνι.
Το Βαλπαραΐσο (Παραδεισένια κοιλάδα στα Ισπανικά) ανακαλύφθηκε από τους Κονκισταδόρες το 1532. Για χρόνια παρέμενε ένα μικρό λιμάνι, μέχρι που το 18ο αιώνα έγινε το σημαντικότερο λιμάνι της Λατινικής Αμερικής στον Ειρηνικό. Αυτό δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα. Βρίσκεται 120χλμ βόρειο-δυτικά του Σαντιάγο και θυμίζει ελάχιστα κοιλάδα, πρέπει να πούμε. Λόγω του λιμανιού εγκαταστάθηκαν εκεί Άγγλοι στα μέσα του 19ου αιώνα και μαζί τους έφεραν και το ποδόσφαιρο. Το 1882 ιδρύεται σε αγγλικό κολέγιο ο Μακέι & Σούθερλαντ, πρώτος ποδοσφαιρικός σύλλογος στη χώρα, φυσικά στο Βαλπαραΐσο. Από εκεί ξεκινάει μια γενικά μπλεγμένη ιστορία (Λατινική Αμερική είπαμε, πώς νομίζετε ότι χτίστηκε η παράδοση διοργανώσεων όπως τα πρωταθλήματα του Περού και της Ουρουγουάης).
Το 1895 σε ένα καφέ της πόλης ιδρύεται η «Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία Χιλής», η οποία έχει αρχικά τα εξής μέλη: Μακέι & Σούθερλαντ, Βαλπαραΐσο, Τσίλιαν, Βικτόρια Ρέιντζερς, Νασιονάλ & Βαλπαραΐσο Γουόντερερς. Οι σύλλογοι πλήρωσαν το εξωφρενικό ποσό των $5 για να γίνουν μέλη. Στα 4 ιδρυτικά μέλη τα 3 είναι Άγγλοι. Ο Ντέβιντ Σκοτ γίνεται πρόεδρος, ο δημοσιογράφος Ρόμπερτ Ρέιντ ταμίας και ο Ανδρές Χεμέιγ είναι ο γραμματέας ενώ ο ιδρυτής Ρόμπερτ Μπάιλι ταξιδεύει μέχρι την Αγγλία για να φέρει μια επίσημη μπάλα (τότε μιλάμε για ταξίδι περίπου 40 ημερών). Πέρα του Ρέιντ οι άλλοι είναι όλοι έμποροι. Στο πρώτο επίσημο ματς της χιλιάνικης ιστορίας η Βικτόρια Ρέιντζερς ισοπεδώνει με 8-0 τη Βαλπαραΐσο Γουόντερερς.
Ως εδώ όλα νορμάλ: Άγγλοι, αστοί, έμποροι, κολέγια. Αλλά είπαμε λιμάνι και Λατινική Αμερική. Έτσι λοιπόν πάμε στο 1905 όπου ο Τύπος της εποχής αναφέρει ότι ο ποδοσφαιρικός σύλλογος Ρόαγιαλ Φούτμπολ Κλαμπστο στη γειτονιά Μανκομουνάλ δε Βαλπαραΐσο είναι μέρος συνάντησης και μαζικοποίησης της εργατικής τάξης της πόλης. Γύρω από τη Ρόαγιαλ στη Μανκομουνάλ, όπως γράφει στο βιβλίο του «Ζήτω η Αναρχία» ο Μανουέλ Λάγος, συναθροίζεται η εργατική τάξη του Βαλπαραΐσο που περιλαμβάνει τόσο αναρχικούς, όσο και σοσιαλιστές κομμουνιστές. Έτσι λοιπόν, στο φύλλο της 2ας Μαΐου του 1907 της εφημερίδας «Ελ Τσιλένο» του Βαλπαραΐσο διαβάζουμε ότι:
«Σήμερα στις 07:30 θα συνέλθουν στο σαλόνι στης Ομοσπονδίας της Μανκομουνάλ στη Βίνια δελ Μαρ (σημ: όνομα της επαρχίας), οδός Βαλπαραΐσο Νο12, οι εκπρόσωποι των εργατών ποδοσφαιριστών της περιοχής, με σκοπό τη σύσταση της Εργατικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου. Χαιρετίζουμε την αποφασιστικότητα των συντρόφων μας και θέτουμε εαυτούς στη διάθεση όσων επιθυμούν αυτή η προσπάθεια να ευδοκιμήσει».
H Deportivo Kegan ήταν μία από τις ομάδες των αναρχικών στο Βιλαπαραΐσο. Η φωτογραφία είναι από το βιβλίο «Η αναρχία στη Χιλή».
Έτσι στην ποδοσφαιρομάνα του Βαλπαραΐσο το 1907 υπήρχαν δύο ποδοσφαιρικές ομοσπονδίες που λειτουργούσαν παράλληλα. Το επιβεβαιώνει η εφημερίδα «Λα Δεφένσα» στο φύλλο της 23ης Μαΐου του 1907. Τα πράγματα παραμένουν έτσι ξεκάθαρα (ναι, τι;) με τους εργάτες να έχουν τη δική τους ομοσπονδία και πρωτάθλημα και τους Άγγλους με τους αστούς τη δική τους πάλι και είναι όλοι ευτυχισμένοι μέχρι το 1909. Τότε οι πρωτευουσιάνοι του Σαντιάγο κάνουν δική τους Αθλητική Ομοσπονδία και θέλουν να αφομοιώσουν την ποδοσφαιρική του Βαλπαραΐσο. Οι Βαλπαραδεισένιοι όμως κάνουν αίτημα ένταξης στη ΦΙΦΑ που το 1913 τους αποδέχεται αρχικά. Μετά πλακώνονται οι Σαντιαγαίοι με τους Βαλπαραδεισένιους για το ποια είναι η σωστή Ομοσπονδία και μέχρι το 1917 διοργανώνονται δυο παράλληλα πρωταθλήματα, ένα στο Βαλπαραΐσο και ένα στο Σαντιάγο. Παράλληλα με αφορμή ένα άρθρο του Περιοδικού «Σοσιαλίστα» το 1915 όπου αναφέρεται στο ποδόσφαιρο «ως άθλημα που προωθείται ως τέτοιο αλλά δεν είναι» έχει ξεκινήσει ένα μπέρδεμα μεταξύ των αναρχικών και των σοσιαλιστών στο άλλο κομμάτι του Βαλπαραΐσο. Οι Αναρχικοί συνασπίζονται γύρω από το σύλλογο Αουρόρα Ρόχα (Κόκκινη Αυγή) που είχε αρχικά ιδρυθεί από εργάτες σε σαπουνάδικα και βυρσοδεψεία και τον παραδοσιακά αναρχικό σύλλογο της Δεπορτίβο Κέγκαν. Οι σοσιαλιστές γύρω από τον Θέντρο Κουλτουράλ ι Δεπορτίβο (την ομάδα δηλαδή που συνέστησε το πολιτιστικό τμήμα του εργατικού κέντρου).
Μέσα σε αυτό τον αγαπημένο λατίνικο χαμό, φτάνουμε στα σωτήρια έτη 1922 με 1924. Το 1922 αποφασίζεται να γίνει μια «Κόκκινη Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία» από το Χιλιάνικο Εργατικό Κέντρο του Βαλπαραΐσο. Στις 14 Απριλίου του 1922 ιδρύεται η «Εργατική Ομοσπονδία Φουτ-Μπολ», όπως αναφέρει η Κριστίνα Ματέου στο βιβλίο της «Πολιτική και Ιδεολογία της Εργατικής Αθλητικής Ομοσπονδίας». Στόχος ήταν να ενσωματώσει σε μία διοργάνωση και κάτω από την ίδια στέγη όλους τους συλλόγους του αριστερού ιδεολογικού φάσματος που είχαν έρθει σε ρήξη από το 1915. Πετυχαίνει το στόχο της το 1924 και έτσι μέχρι το 1928, όλοι οι αναρχικοί και σοσιαλιστικοί σύλλογοι βρίσκονται εγγεγραμμένοι στην Εργατική Ομοσπονδία.
Εικόνα από ματς του 1895 στο Βαλπαραΐσο. Η ομάδα είναι η Βικτόρια. Από το βιβλίο «Η Αρχή του Ποδοσφαίρου στη Χιλή».
Παράλληλα στο μπουρζουά στρατόπεδο, το 1923 οι Βαλπαραδεισένιοι με τους Σαντιαγαίους τα βρίσκουν επιτέλους και η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία δε θα ενσωματωθεί τελικά στην εθνική Αθλητική Ομοσπονδία, αλλά θα ιδρυθεί νέος φορέας, η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Χιλής, που είναι ο ίδιος που έχει παραμείνει ως σήμερα. Η ενσωμάτωση θεώρησαν ότι έπρεπε να είναι σταδιακή, έτσι ως το 1935 διεξάγεται κανονικά το τοπικό πρωτάθλημα του Βαλπαραΐσο, ενώ η έδρα της Ομοσπονδίας στο Σαντιάγο μεταφέρθηκε μόλις το 1929. Η Σαντιάγο Γουόντερες πήρε τον τελευταίο τοπικό τίτλο σπίτι της. Παρόλο που λέγεται έτσι είναι σύλλογος του Βαλπαραΐσο που ιδρύθηκε από ανθρώπους που κατάγονταν από το Σαντιάγο και πήγαν να δουλέψουν στο λιμάνι.
Από το 1929 ξεκινάει ο τρίτος κύκλος ανάπτυξης του ποδοσφαίρου στη Χιλή. Πια ακόμα και η Εργατική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία έχει διαλυθεί και έχει απορροφηθεί από την κεντρική. Η κεντροποίηση της διοίκησης του ποδοσφαίρου όμως έδωσε την ευκαιρία η ιδεολογική ή/και η επαγγελματική ταυτότητα να μεταφερθεί στους συλλόγους. Έτσι οι ανθρακωρύχοι συνασπίστηκαν γύρω από την Κόλο-Κόλο, οι φοιτητές γύρω από την Ουνιβερσιδάδ και πάει λέγοντας. Η ιστορία της Χιλής μοιάζει με εκείνη αρκετών άλλων Λατίνικων Ομοσπονδιών. Η παράλληλη διοργάνωση όμως, έστω για τέσσερα χρόνια, τριών διαφορετικών πρωταθλημάτων, λόγω γεωγραφίας και ιδεολογίας, είναι μια υπέροχη μοναδικότητα που κατέχουν.
sombrero.gr
Ο ποδοσφαιριστής που αντιστάθηκε σ’έναν δικτάτορα
Η αίθουσα δεξιώσεων του Κέντρου Πολιτισμού ‘Γκαμπριέλα Μιστράλ’ στο Σαντιάγκο είναι γεμάτη. Στη μια πλευρά της είναι παρατεταγμένοι οι ποδοσφαιριστές της εθνικής ομάδας της Χιλής, που τις επόμενες ημέρες θα πετάξουν για τη Γερμανία, όπου θα λάβουν μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974. Κάποια στιγμή η πόρτα ανοίγει και στην αίθουσα εισέρχεται, συνοδευόμενους από αρκετούς παρατρεχάμενους, ο στρατηγός Αουγκούστο Πινοσέτ. Στη θέα του δικτάτορα στα πρόσωπα όλων των παρευρισκόμενων σχηματίζεται στιγμιαία ένα ψεύτικο χαμόγελο. Κανένας, άλλωστε, δεν θέλει να ρισκάρει τη ζωή του.
(Ο Αουγκούστο Πινοσέτ έχει καταλάβει την εξουσία με στρατιωτικό πραξικόπημα από τις 11 Σεπτεμβρίου του 1973. Από την επόμενη κιόλας ημέρα χιλιάδες Χιλιανοί «αντιφρονούντες» συλλαμβάνονται ή εξορίζονται. Οι περισσότεροι εξ αυτών βασανίζονται για μεγάλο διάστημα. Πολλοί αφήνουν την τελευταία τους πνοή στα κρατητήρια ή στα κέντρα κράτησης. Με τις φυλακές ασφυκτικά γεμάτες, η Χούντα μετατρέπει σε χώρο κράτησης και βασανιστηρίων αρκετά από τα γήπεδα της χώρας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περισσότεροι από 3.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν ή εξαφανίστηκαν για πάντα, χωρίς να μάθουν ποτέ οι συγγενείς τους τι απέγιναν. Αρκετά χρόνια μετά οι εξεταστικές επιτροπές αποκάλυψαν πως ο αριθμός των νεκρών και των αγνοουμένων ξεπερνάει τις 40.000! Ανάμεσα σ’αυτούς που υποφέρουν βρίσκονται συγγενείς ποδοσφαιριστών της εθνικής ομάδας, πρώην παίκτες που είχαν αριστερές πεποιθήσεις και ο γιατρός της εθνικής, που φυλακίστηκε και βασανίστηκε για περισσότερους από 11 μήνες.)
Ο Πινοσέτ κατευθύνεται αμέσως προς την πλευρά των μεγάλων πρωταγωνιστών της βραδιάς, δηλαδή των παικτών που έχουν οδηγήσει τη χώρα στο Μουντιάλ (έστω και μετά από έναν κωμικοτραγικό αγώνα μπαράζ που κανένας τους δεν θέλει να θυμάται). Ο δικτάτορας στέκεται για λίγο μπροστά από κάθε παίκτη, ανταλλάσσει μαζί του μια χειραψία και του εύχεται καλή επιτυχία στη διοργάνωση. Αφού έχει προχωρήσει αρκετά στη σειρά, βρίσκεται μπροστά σ’έναν βραχύσωμο, σγουρομάλλη, μελαχρινό τύπο με πυκνό μουστάκι. Ο Πινοσέτ χαμογελάει και ετοιμάζεται να σηκώσει ασυναίσθητα το χέρι του για την καθιερωμένη χειραψία. Τότε με έκπληξη συνειδητοποιεί ότι ο παίκτης που βρίσκεται μπροστά του δεν φαίνεται διατεθειμένος να μιμηθεί την κίνηση του.
Ο 24χρονος Κάρλος Καζέλι νιώθει το φόβο να κυριεύει το σώμα του. Τον νιώθει από την πρώτη στιγμή που είδε τον δικτάτορα να μπαίνει στην αίθουσα. Παρ’όλα αυτά, καταφέρνει να βρει τρόπο να παραμείνει ψύχραιμος και απαθής. Όταν τελικά ο στρατηγός στέκεται μπροστά του, ο Καζέλι είναι πλέον αποφασισμένος. Δεν γίνεται να παίξει το παιχνίδι της Χούντας. Δεν γίνεται να παίξει θέατρο έχοντας μπροστά του τον άνθρωπο που ανέτρεψε την εκλεγμένη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Σαλβαδόρ Αλιέντε. Δεν γίνεται να το κάνει αυτό, όταν οι απόψεις, η κοσμοθεωρία και τα ιδανικά του είναι τελείως διαφορετικά από αυτά του στρατηγού.
(Ο Κάρλος Καζέλι είναι παιδί μιας οικογένειας εργατών, που μεγάλωσε σε ένα πολιτικοποιημένο περιβάλλον και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο. Σε αντίθεση με τους περισσότερους ποδοσφαιριστές, έχει ξεκάθαρη πολιτική άποψη και θέση, στηρίζοντας την αριστερά, και έχει εκφραστεί δημόσια τα προηγούμενα χρόνια υπέρ της παράταξης του Αλιέντε. Ταυτόχρονα η επιθυμία του να συνεισφέρει στα κοινά επεκτείνεται και στο ποδόσφαιρο, εκεί όπου παλεύει για περισσότερα δικαιώματα στους παίκτες. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής φτάνει ακόμα και στο σημείο να ακυρώσει μια συμφωνία 130.000 δολαρίων για τη μεταγραφή του στη Σάντος, επειδή η ομάδα του, η Κόλο-Κόλο, συμφώνησε χωρίς να τον ρωτήσει πρώτα.)
Τα χέρια του μένουν ‘δεμένα’ πίσω από την πλάτη του. Για λίγα δευτερόλεπτα οι δυο τους στέκονται ακίνητοι με μέτωπο ο ένας στον άλλον. Ο Πινοσέτ καταλαβαίνει τι συμβαίνει και αμέσως προχωράει στον επόμενο παίκτη, για να μην δώσει αξία και προβολή σ’αυτό το πρωτοφανές γεγονός που μόλις έχει διαδραματιστεί. Δυστυχώς γι’αυτόν, ένας αφελής δημοσιογράφος της ‘La Segunda’ καταγράφει στην ανταπόκριση του την πράξη του Καζέλι, θέλοντας να τον στιγματίσει στα μάτια του λαού και να κερδίσει έτσι την εύνοια του καθεστώτος. Το αποτέλεσμα είναι φυσικά το ακριβώς αντίθετο. Ο δημοσιογράφος απολύεται άμεσα και η κίνηση του Καζέλι να μην χαιρετήσει τον δικτάτορα μένει στο μυαλό των Χιλιανών ως μια από τις πρώτες μορφές αντίδρασης και αντίστασης κατά του δικτάτορα.
Ο Αουγκούστο Πινοσέτ δεν είναι άνθρωπος που αποδέχεται εύκολα τις διαφορετικές απόψεις. Ο Καζέλι μπορεί να βρίσκεται στο απυρόβλητο λόγω της φήμης του (πρόκειται άλλωστε για έναν από τους καλύτερους επιθετικούς της χώρας, που έχει οδηγήσει την Κόλο-Κόλο σε δυο πρωταθλήματα και στον τελικό του Λιμπερταδόρες – η πρώτη ομάδα από τη Χιλή που το κατάφερνε αυτό – λίγους μήνες πριν) και του γεγονότος ότι εκείνη την εποχή αγωνίζεται στην Ισπανία, αλλά δεν ισχύει το ίδιο και για τους δικούς του ανθρώπους. Το διάστημα που βρίσκεται στη Γερμανία για το Μουντιάλ, ένα αμάξι σταματάει μπροστά στο σπίτι των γονιών του. Λίγες ώρες μετά οι γείτονες ανακαλύπτουν ότι η μητέρα του έχει εξαφανιστεί. Όταν επιστρέφει στο σπίτι της δυσκολεύεται να σταθεί στα πόδια της και το σώμα της είναι γεμάτο πληγές, εγκαύματα και μελανιές. Για αρκετό καιρό η ίδια αρνείται να περιγράψει όλα όσα πέρασε, ενώ ο γιος της μαθαίνει για την απαγωγή πολλές ημέρες μετά και αφού έχει ολοκληρωθεί το Μουντιάλ.
Η εκδίκηση του Πινοσέτ δεν σταματάει εκεί. Με εντολή του δικτάτορα ο Καζέλι μένει εκτός εθνικής στα προκριματικά του επόμενου Μουντιάλ, μια σοκαριστική απόφαση που ο επιθετικός της Χιλής την μαθαίνει τελευταία στιγμή κι ενώ βρίσκεται στο αεροδρόμιο της Βαρκελώνης, έτοιμος να πάρει το αεροπλάνο για να ενσωματωθεί στην εθνική ομάδα. Χωρίς τον μεγάλο της σκόρερ η ‘La Roja’ μένει εκτός Μουντιάλ αλλά κανένας στην ομοσπονδία δεν τολμάει να εκφράσει την δυσαρέσκεια του για την επιλογή των ανώτερων.
Το 1978 τελικά, και μετά από ένα επιτυχημένο πέρασμα από την Λεβάντε και την Εσπανιόλ (σε μια εποχή που ελάχιστοι Λατινοαμερικάνοι δοκίμαζαν την τύχη τους στην Ευρώπη), o Καζέλι ανταποκρίνεται στο κάλεσμα της αγαπημένης του Κόλο-Κόλο, που έχει μείνει άτιτλη από τότε που τον έχασε, και επιστρέφει στην πατρίδα του για να τη βοηθήσει. Με τον «βασιλιά του τετραγωνικού μέτρου», όπως ήταν το παρατσούκλι του λόγω της τρομερής ικανότητας του να ξεμαρκάρεται και να εκτελεί μέσα στη μεγάλη περιοχή, στη σύνθεση της, η Κόλο-Κόλο επιστρέφει άμεσα στην κορυφή της Χιλής και τα επόμενα χρόνια κερδίζει 3 πρωταθλήματα και 3 κύπελλα!
Οι επιτυχίες του με την Κόλο-Κόλο αναγκάζουν το καθεστώς να υποχωρήσει στο θέμα της κλήσης του και με τον Καζέλι σε τρομερή φόρμα (αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης) η Χιλή φτάνει ως τον τελικό του Κόπα Αμέρικα το 1979 και προκρίνεται για το Μουντιάλ του 1982. Στα 32 του είναι πλέον θρύλος στη χώρα και αυτό του επιτρέπει να μένει πιστός στις ιδέες και τις θέσεις του, μπροστά στον Πινοσέτ.
Σε μια νέα συνάντηση τους, το 1985, ο δικτάτορας σχολιάζει το ντύσιμο του Καζέλι λέγοντας: «Βλέπω ότι δεν αποχωρίζεσαι ποτέ την κόκκινη γραβάτα σου». Ο Καζέλι χωρίς ίχνος φόβου του απαντάει «Τη φοράω πάντα και την έχω κοντά στην καρδιά». Ο Πινοσέτ κλείνει την κουβέντα με την προειδοποίηση πως μια μέρα θα του την κόψει αυτή τη γραβάτα. (Ο μύθος λέει ότι ο Καζέλι απάντησε ξανά, λέγοντας «Ακόμα κι αν το κάνεις, η καρδιά μου θα παραμείνει κόκκινη», αλλά αυτό ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε.)
Λίγους μήνες μετά ο Καζέλι θα προσθέσει στο ενεργητικό του άλλη μια άτυπη νίκη κατά της δικτατορίας. Στις 12 Οκτωβρίου 1985 η Κόλο-Κόλο θα τιμήσει τον μεγάλο σκόρερ της, που αποχωρεί από την ομάδα έχοντας παίξει περισσότερα από 350 παιχνίδια και έχοντας σκοράρει πάνω από 200 φορές, με ένα φιλικό απέναντι σε επίλεκτους από όλη τη Ν. Αμερική. Το φιλικό διεξάγεται στο Εθνικό Στάδιο, οι κερκίδες είναι κατάμεστες και ο αγώνας περνάει σε δεύτερη μοίρα αφού αποκτάει γρήγορα μια πολιτική διάσταση. Το καθεστώς βέβαια απαγορεύει την τηλεοπτική μετάδοση, με αποτέλεσμα να μη δει ποτέ η χώρα τα πανό κατά της δικτατορίας που σηκώνονται στις κερκίδες, ούτε το ξύλο που πέφτει μεταξύ της αστυνομίας και των φιλάθλων που τα κρατάνε. Ένας ραδιοφωνικός σταθμός όμως τολμάει να καλύψει ραδιοφωνικά τον αγώνα και έτσι στα σπίτια των Χιλιανών μπαίνει για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια σκληρής δικτατορίας η κραυγή χιλιάδων ανθρώπων που φωνάζουν με πάθος: «Ναι, θα πέσει! Ναι, θα πέσει!»
Ο Καζέλι όμως ξέρει ότι δεν αρκεί αυτό για να επιστρέψει η δημοκρατία στη χώρα. Τρία χρόνια αργότερα, και μετά από έντονες διεθνές πιέσεις, ο Πινοσέτ δέχεται να γίνει δημοψήφισμα. Το δημοψήφισμα της 5ης Οκτωβρίου 1988 δίνει στους Χιλιανούς τη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα στον τερματισμό ή την ανανέωση της διακυβέρνησης από τον δικτάτορα για άλλη μία οκταετία. Οι δυο πλευρές (το «ΝΑΙ» και το «ΟΧΙ») έχουν στη διάθεση τους κάθε μέρα 15 λεπτά για να προβάλουν τα τηλεοπτικά τους σποτ που στηρίζουν τη θέση τους (αν κάποιος θέλει να μάθει περισσότερα μπορεί να δει την πολύ καλή ταινία του Πάμπλο Λαρέν ‘No’). Το καθεστώς θεωρεί σίγουρη τη νίκη του και τα πρώτα γκάλοπ επιβεβαιώνουν αυτή την εκτίμηση.
Μέχρι που ένα βράδυ στο τηλεοπτικό σποτ του «ΟΧΙ» εμφανίζεται μια ηλικιωμένη κυρία με άσπρο πουκάμισο, η οποία δηλώνει: «Μια μέρα έπεσα θύμα απαγωγής έξω από το σπίτι μου. Μου έδεσαν τα μάτια και με πήγαν σ’ένα άγνωστο μέρος, όπου βασανίστηκα για ώρες. Δέχτηκα τόσα χτυπήματα που δεν θέλω να τα θυμάμαι, από σεβασμό στα παιδιά μου, στην οικογένεια μου αλλά και στον εαυτό μου. Μπορώ να ξεχάσω τον σωματικό πόνο που ένιωσα αλλά υπάρχουν άλλες πληγές που δεν θα ξεχαστούν ποτέ». Όσο μιλάει, από κάτω αναγράφεται το όνομα της: Όλγα Γαρίδο.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά το τηλεοπτικό κάδρο ανοίγει και αποκαλύπτεται ότι δίπλα της κάθεται ένας μεσήλικας σγουρομάλλης με μουστάκι, μια γνωστή φιγούρα που όλοι οι Χιλιανοί αναγνωρίζουν. Ο Καζέλι κοιτάει την κάμερα και κρατώντας το χέρι της κυρίας δηλώνει: «Γι’αυτό ακριβώς ψηφίζω ΟΧΙ. Γιατί η χαρά σου, είναι και δικιά μου χαρά. Γιατί τα συναισθήματα σου, είναι και δικά μου συναισθήματα. Γιατί αύριο μπορούμε να ζήσουμε σε μια δημοκρατία που θα μας παρέχει ελευθερία, υγεία και στήριξη. Γιατί αυτή η υπέροχη κυρία είναι η μητέρα μου».
Δεκαπέντε χρόνια μετά από την απαγωγή, οι Χιλιανοί μαθαίνουν ότι η μητέρα του μεγαλύτερου ποδοσφαιρικού ήρωα της χώρας ήταν ανάμεσα στα θύματα της δικτατορίας. Το συγκεκριμένο σποτ αποδεικνύεται ένα από τα πιο πετυχημένα της καμπάνιας. H εξομολόγηση της κυρίας Γαρίδο δίπλα στον διάσημο γιο της δίνουν στο κίνημα του «ΟΧΙ» την ώθηση που χρειαζόταν για να κάνει την ανατροπή. Το «ΟΧΙ» παίρνει 56% και το αποτέλεσμα αυτό σηματοδοτεί το τέλος της δικτατορίας.
Ο Κάρλος Καζέλι είναι για τους στατιστικολόγους ο 5ος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Χιλής και ο 1ος σκόρερ στην ιστορία της Κόλο-Κόλο αλλά για τους περισσότερους Χιλιανούς που έζησαν εκείνη τη σκληρή εποχή του φόβου και της ανελευθερίας θα είναι για πάντα ο παίκτης που αρνήθηκε να δώσει το χέρι του σε έναν δικτάτορα και αυτός που συνέβαλλε με όποιο τρόπο μπορούσε στην πτώση του. Κι αυτή η συλλογική ανάμνηση είναι ένα επίτευγμα πολύ πιο μεγάλο και σημαντικό από οποιαδήποτε επιτυχία εντός των τεσσάρων γραμμών.
sombrero.gr